«Η ‘‘Αργώ’’ επιστρέφει στην Ελλάδα παραπλέοντας τα τελευταία εκατό χρόνια τις ακτές του Πόντου, μελανίστια και πενθούσα. Ο Ιάσων κύπτει την κεφαλήν επί του πηδαλίου της ολκάδος και ρίπτει δάκρυ θολερό. Ο Ορφέας ρίπτει τη λύρα καταγής. Οι Αμαζόνες διακόπτουν τους ιππικούς τους αγώνες και οι Μύριοι του Ξενοφώντα σταματούν τους γυμνικούς αγώνες προ των τειχών της Τραπεζούντας. Ο βιγλάτορας του ελληνισμού στις εσχατιές της Ασίας, ο Διγενής του Πόντου, ψυχομαχεί: Εάλω ο Πόντος!».
Με αυτά τα λόγια, μεστωμένα από τον πόνο και την αγωνία ενός ολόκληρου λαού, περιέγραψε ο Λεωνίδας Ιασωνίδης το 1922, μιλώντας στο πατριαρχείο, την τραγωδία της Γενοκτονίας του Πόντου.
Χίλιες εκατό εκκλησίες και εννιακόσια σχολεία γκρεμίστηκαν. Οκτακόσια χωριά και πόλεις διαλύθηκαν. Οι εκτοπισμοί, οι σφαγές, οι βαρβαρότητες, με αποκορύφωμα το μαρτύριο τριακοσίων πενήντα τριών χιλιάδων αθώων ανθρώπων, έγιναν θυσία στο βωμό μιας σκοπιμότητας που επιχειρούσε να εκδιώξει από την πατρώα γη των τριών χιλιάδων χρόνων τους χριστιανικούς λαούς του Πόντου και της Μικράς Ασίας.
«Επήεν να δεαβαίν’ ο νούς ιμ’. Εκλίστα κά’κι εφίλεσα το χώμαν και τα χορτάρεα. Εσ’κώθα έφυγα και οπίσ’ άλλο ‘κι ετέρεσα. Τά δάκρεα μ’ ετσουρώθαν και η καρδία μ’ πολλά αιματώθεν.». Μ’ αυτά τα λόγια μπορεί κανείς να περιγράψει τον ξεριζωμό του ποντιακού ελληνισμού.
Έτσι ήρθε στην πατρώα γη πιστεύοντας ότι θα ζήσει φιλόξενες στιγμές,αλλά δυστυχώς, έζησε μέρες ρατσιστικές, δύσκολες μέρες, με τους χαρακτηρισμούς «Απαξιόγλου» και «Αποζημιόγλου».
Είναι αποκορύφωμα η στιχομυθία δύο Βουλευτών στη Βουλή των Ελλήνων το 1928. Βουλευτής Τουρκοβασίλης: «Εσείς, κύριε Λεωνίδα Ιασωνίδη, δεν είστε Έλλην».Βουλευτής Λεωνίδας Ιασωνίδης: «Εγώ, κύριε Τούρκο κόμμα βασίλη, λέγομαι Λεωνίδας Ιασωνίδης».
«Πατρίδα μ’ αραεύω σε αμόν καταραμένος. Σα ξένα είμαι Έλληνας και σην Ελλάδαν ξένος.». Αυτή ήταν η πίκρα των Ποντίων, αλλά το πείσμα ήταν πολύ μεγάλο.
Αυτό ήταν το δράμα του Ποντιακού Ελληνισμού και αυτές ήταν οι συνθήκες που έζησε τα πρώτα χρόνια της προσφυγιάς στην Ελλάδα. Για δεκαετίες το ζήτημα της Γενοκτονίας ήταν απαγορευμένο, γιατί ενοχλούσε ίσως τα πολιτικά και οικονομικά κατεστημένα της Ελλάδος. Το 1994 με πρωτοβουλίες των ποντιακών συλλόγων και με πρωταγωνιστή το Μιχάλη Χαραλαμπίδη, η τότε Βουλή των Ελλήνων με κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου προχώρησε επιτέλους στην αναγνώριση της Γενοκτονίας.
Σήμερα διεκδικούμε την αναγνώριση της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού, γιατί ο Ποντιακός Ελληνισμός έζησε το μαρτύριο της Γενοκτονίας, όχι γι’ αυτό που έκανε, αλλά γι’ αυτό που ήταν, για τη γλώσσα του, για την πίστη του, για τον πολιτισμό του, για την εθνική του συνείδηση. Αυτά πλήρωσε και έζησε το μαρτύριο της Γενοκτονίας.
Είναι ευθύνη όλων μας, να συνεχίσουμε εντατικά, όχι γιατί διεκδικούμε κάτι από την Τουρκία – δεν έχει εκδικητικό μένος η προσπάθεια αυτή, αλλά γιατί μέσα από την αναγνώριση μπορούν να αποτραπούν συμφορές που μπορεί να ζήσει ο άνθρωπος.
Το δέντρο της ελληνοτουρκικής φιλίας, το οποίο εμείς υποστηρίζουμε ότι πρέπει να ανθίσει, θα ανθίσει πραγματικά όταν θα υπάρξει αυτή η γενναιότητα από τη μεριά της τουρκικής πολιτείας να αναγνωρίσει αυτήν την ιστορική πραγματικότητα.
Άλλωστε το παράδειγμα της νεότερης Γερμανίας και της γενναιότητας του Βίλλυ Μπραντ να γονατίσει μπροστά στο μνημείο του ολοκαυτώματος ζητώντας συγγνώμη, είναι ένα λαμπρό παράδειγμα για τη γειτονική μας χώρα.
Σήμερα είναι ημέρα μνήμης και περισυλλογής ώστε αντλώντας διδάγματα από το παρελθόν μας και ξεπερνώντας τον κακό μας εαυτό και τις αδυναμίες μας να πορευθούμε με ενότητα και αισιοδοξία για ένα καλύτερο αύριο.
Αντγος ε.α.
ΝΤΖΙΜΑΝΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
ΒΟΥΛΕΥΤΗΣ ΠΕ ΚΟΖΑΝΗΣ