Γράφει ο Πολυνείκης Αγγέλης, Αρχιτέκτων και Πρόεδρος του Συνδέσμου Γραμμάτων και Τεχνών Π.Ε Κοζάνης
Η ΛΑΙΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ ΣΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΚΗ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ ΤΗΣ.
Είναι πολύ λυπηρό που στις μέρες μας χάνονται λαμπρά μνημεία της λαϊκής μας παράδοσης. Και όμως δεν παν πολλά χρόνια που όχι μόνο οι πόλεις και τα χωριά του νομού Κοζάνης αλλά και κάθε ελληνικό χωριό είχε να επιδείξει σπίτια λαϊκά και αρχοντικά που αποτελούσαν αντιπροσωπευτικά παραδείγματα της μεταβυζαντινής παράδοσης που διασώθηκε μέχρι τις μέρες μας. Μετά τον τελευταίο πόλεμο και τις μετέπειτα εσωτερικές περιπέτειες στον νομό μας όπου καταστράφηκαν πολλά χωριά, άρχισαν να γίνονται σπανιότερα τα δείγματα της λαϊκής αρχιτεκτονικής του παρελθόντος. Ταυτόχρονα, η φυσική φθορά των δομήσιμων υλικών και άλλες αιτίες, όπως οι πυρκαγιές, έφεραν μεγάλες καταστροφές στα παλαιά σπίτια. Τελευταία μάλιστα στις πόλεις Κοζάνη, Σιάτιστα και άλλες κωμοπόλεις και χωριά που παρατηρήθηκε αύξηση του βιοτικού επιπέδου με την ανάπτυξη του εμπορίου και της γούνας η εξαφάνιση και των τελευταίων παλαιών αρχοντικών έγινε αισθητή. Επίσης η διείσδυση των τυχαίων κατασκευών από μπετό-αρμέ χωρίς καμία ειδική μελέτη αλλοίωσε σε μεγάλο βαθμό τη μορφή των πόλεων, κωμοπόλεων και χωριών του νομού μας.
Σήμερα σώζονται ακόμα αρκετά αρχοντικά στην Σιάτιστα, στην Κοζάνη, στον Πεντάλοφο κ.α. Όλα όμως εξαιτίας της ξύλινης κατασκευής τους, που από τα χρόνια έχουν πάθει φοβερή φθορά, πεθαίνουν ουσιαστικά πολλά χρόνια πριν καταρρεύσουν. Μόνο αν μελετήσουμε από κοντά ένα αρχοντικό θα καταλάβουμε ότι έχει πεθάνει και δεν χωράει επισκευή. Πολύ γρήγορα θα καταλάβουμε το έγκλημα στο οποίο όλοι μας συμμετέχουμε στις ευθύνες, γιατί δεν κάνουμε τίποτα για να σταματήσουμε την καταστροφή. Οι περισσότεροι από μας πληροφορούνται από μια συζήτηση ότι γκρεμίστηκε το άλφα αρχοντικό, τότε θυμούνται την μορφή του και δυστυχώς τότε αναρωτώνται ότι ήταν τόσο σπουδαίο.
Οι λόγοι που υπαγορεύουν την καταστροφή αυτή είναι απλοί και οφείλονται πρώτα στην αδιαφορία του κόσμου και στην έλλειψη ενημερώσεων σχετικά με την αξία τους και έπειτα στην διαρκώς αυξανόμενη οικονομική ανάπτυξη των πόλεων και κωμοπόλεων του νομού μας με επακόλουθο την επίσπευση της καταστροφής του παλιού σπιτιού ώστε να ανοικοδομηθεί άλλο νέο με νέα υλικά και σύμφωνα με τις ανάγκες και απαιτήσεις της σημερινής ζωής. Και αυτό είναι φυσικό διότι τα παλιά αρχοντικά ασυντήρητα ολόκληρες δεκαετίες δεν προσφέρουν τις στοιχειώδεις ανέσεις στους ενοίκους.
Τα τελευταία χρόνια γίνεται μια προσπάθεια από μέρους της πολιτείας ιδιαίτερα για τις πόλεις Σιάτιστας και Πενταλόφου να διατηρήσουν την παράδοση και το ύφος των Μακεδονικών πόλεων. Βέβαια για να διατηρηθούν οι πόλεις οι παλιές όπως ήταν ακριβώς είναι πάρα πολύ δύσκολο. Ένας όμως μαχαλάς, μια γειτονιά σε κάθε μια πόλη με την παλιά της μορφή και αρχιτεκτονική είναι επιβεβλημένο να διατηρηθεί. Ακόμα και να διατηρηθεί και ο εσωτερικός εξοπλισμός των σπιτιών, ώστε οι επισκέπτες να αποκομίζουν μια πλήρη εικόνα των συνθηκών που επικρατούσαν στα παλιά αρχοντικά. Τέλος, το κράτος στην προσπαθειά του να αγοράζει έναν ορισμένο αριθμό αρχοντικών και να τα συντηρεί συμβάλει στο να διαφυλαχθεί η τεράστια αυτή εθνική κληρονομιά.
Στην Κοζάνη έχουν μείνει σαν διατηρητέα μνημεία το σπίτι του Νικολάου και Γρηγορίου Βούρκα, η Μητρόπολη, ο Μητροπολιτικός ναός του Αγίου Νικολάου που χτίστηκε το 1664, το αρχοντικό Γκουρτσούλη και το σπίτι του ιερολοχίτη αγωνιστή της επαναστάσεως του 1821 Γεωργίου Λασάνη. Κάπως καλύτερα παραμένουν τα πράγματα στη Σιάτιστα. Διατηρούνται σε καλή κατάσταση τα αρχοντικά Πούλκως, Παντελή Τζώνου, Δούκα Βοιδομάτη, κυρα-Σανούκως, Κανατσούλη Μανούση, Νερατζοπούλου, Μαγιόγκα, Τζιουρά, Δόλκιρα και αδελφών Τζώνου.
Τα ¨αρχοντικά¨, μνημεία της πολιτιστικής παράδοσης της Κοζάνης και της Σιάτιστας που χτίστηκαν στην οικονομική άνθηση των δυο πόλεων μεταξύ 16ου και 18ου αιώνα, μετριούνται σήμερα στα δάκτυλα. Το ¨τσιμέντο¨ έχει ισοπεδώσει τα πάντα. Ιδαίτερα αυτή η απογοητευτική διαπίστωση διακρίνεται στην Κοζάνη, μια πόλη που μεταμορφώθηκε σε τσιμεντένιο τέρας. Τα αρχοντικά κοσμούνταν με ξυλόγλυπτα, βιτρώ, τζάκια, μεντερλίκια, μεσάντρες, τοιχογραφίες, πολύχρωμα τζαμάκια, και άλλα αντικείμενα που έφερναν τα περίφημα καραβάνια από την Αυστρουγγαρία, Βενετία, Σερβία, Ρουμανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Δείγμα της ανεπανάληπτης αισθητικής αρχοντικού είναι και ο ¨Κοζανίτικος οντάς¨ που βρίσκεται στο λαογραφικό μουσείο Κοζάνης και στο μουσείο Μπενάκη στην Αθήνα.
Το σκηνικό στο νομό Κοζάνης αλλάζει ριζικά στην μεταπολεμική περίοδο οπού επικρατεί η λογική του άκριτου καταναλωτισμού και της απρόσωπης κατοικίας. Η καταστροφή που συνέβη κατά την ελεύθερη άσκηση της αρχιτεκτονικής στους οικισμούς παίρνει μεγάλες διαστάσεις, αφ’ ενός γιατί η αντιπαράθεση παλαιού και καινούργιου είναι συντριπτική για το πρώτο και αφ’ ετέρου γιατί καταστράφηκαν σύνολα και κτήρια με αναμφισβήτητη αισθητική αξία. Παράλληλα οι πυρκαγιές αλλά και η φυσική φθορά των υλικών δομής από τον χρόνο χωρίς καμία προσπάθεια αποκατάστασης έφεραν μεγάλες καταστροφές στα παλαιά σπίτια. Η άνοδος του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων επιτάχυνε την εξαφάνιση και των τελευταίων παλαιών αρχοντικών και κατοικιών λαϊκής αρχιτεκτονικής. Τέλος η επέμβαση τυχαίων κατασκευών από μπετόν χωρίς καμία ειδική μελέτη αλλοίωσε ανεπανόρθωτα την μορφή των οικισμών δημιουργώντας ένα νέο στυλ απρόσωπης κατοικίας με τις ευλογίες της νομοθεσίας. Στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του κάθε οικισμού καθοριστικό ρόλο παίζει η έλλειψη χρηματοδότησης για τα έργα υλικής και κοινωνικής υποδομής που θα εξυπηρετούσαν τις σημερινές ανάγκες των κατοίκων.
Το θεσμικό πλαίσιο που διέπει την δόμηση επιτρέπει σήμερα να γίνονται μελέτες και κατασκευές από όλο το φάσμα των τεχνικών και αυτό έχει τις συνέπειές του στον χαρακτήρα του χώρου. Περισσότερο μάλιστα σε συνδυασμό με τα διατάγματα (παλαιά και νέα) που ισοπεδώνουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του οικισμού.
Τα αποτελέσματα, οικοδομές με ποικιλία μορφολογικών στοιχείων κάποιες καλές οικοδομές ακόμη και με δημόσιους φορείς. Πολλές οικοδομές μη ενταγμένες στο ευρύτερο περιβάλλον. Σοβαρές επιπτώσεις τέλος στον πολεοδομικό ιστό και στην αρχιτεκτονική φυσιογνωμία του οικισμού έχει η έλλειψη θεσμικού πλαισίου προστασίας του ιστού καθ΄ αυτού (στο σύνολο ή σε πυρήνες) πέραν από ελάχιστες εξαιρέσεις. Η αρχιτεκτονική κληρονομιά αποτελεί τον σημαντικότερο ζωντανό θησαυρό ενός λαού. Μέσω αυτής διαπλάθεται και εκφράζεται η ταυτότητά του και η επίγνωση της ιστορικής του συνέχειας μέσα στον χρόνο.
‘Όλα τα κεφαλοχώρια και οι πόλεις της Μακεδονίας ήταν οι ωραιότερες του κόσμου. Καμία πόλη των Βαλκανίων δεν μπορούσε να συγκριθεί με την ομορφιά των πόλεων της Δυτικής Μακεδονίας. Δεν μπορούμε να πούμε ότι δεν είχαμε ανθρώπους να μας οδηγήσουν ή ότι από άγνοια τις καταστρέψαμε. Η καταστροφή έγινε συνειδητά και έχουμε την ευθύνη. Καταστρέψαμε τις εκκλησίες, τα μοναστήρια, τις επιγραφές, τις τοιχογραφίες, τα αρχοντικά μας, τα σπίτια που όμοια δεν υπάρχουν στα βαλκάνια και στον κόσμο ολόκληρο.
Όταν τα αρχοντικά είναι κάτι μοναδικό τι άλλο χρειάζεται;
-Την Βυζαντινή παράδοση την θεωρούσαν ¨Τουρκιά¨ και την κατέστρεφαν όπως και τα αρχοντικά της Δυτικής Μακεδονίας που τα περισσότερα ήταν σπουδαιότερα και από τα σουλτανικά ανάκτορα.
-Στην Αλβανία μετά από πάρα πολλές θυσίες προσπάθησαν να αναστηλώσουν πολλές πόλεις όπως το Τελεπένι, ο Δεράτι, ο Αργυρόκαστρο κ.τλ. με τρόπο άριστο. Όλες αυτές οι πόλεις είναι ελληνικές.
– Επίσης οι Γιουγκοσλάβοι αναστήλωσαν πολλές πόλεις από το Κρούσοβο μέχρι την Αχρίδα, κάνανε σωστό έργο, σώσανε τα μνημεία, τους χρωστάμε πολλά.
-Οι Βούλγαροι από το Μελένικο ως την Σωζόπολη, τη Φιλιππούπολη ως την Μεσημβρία, τη Στενήμαχο, πόλεις ελληνικές που όλες τις αναστήλωσαν.
-Οι Τούρκοι επίσης κάνανε έργο σοβαρό σε πολλές πόλεις από την Κούλα ως την Τραπεζούντα και την Καππαδοκία. Εμείς οι Έλληνες τι κάναμε; Ποιος είναι ο πατριωτισμός μας; Ο πατριωτισμός των Ελλήνων πρέπει να μετριέται με το ανιδιοτελές έργο της διατήρησης της προγονικής κληρονομιάς και να το αφήσουμε στους απογόνους σε καλύτερη κατάσταση απ’ ότι το βρήκαμε. Η νεολαία όταν βλέπει την απόλυτη καταστροφή και την αλλοίωση, χωρίς να έχει η ίδια μερίδιο ευθύνης, με τι κουράγιο να εργασθεί ανιδιοτελώς για το μέλλον; Είναι μοιραίο να δείξει αδιαφορία και να κλειστεί στις καφετέριες που τα πρωινά είναι γεμάτα χωρίς ιδανικά, πάθος και όρεξη.
Κανένας νέος των πόλεων της Μακεδονίας δεν έχει γυρίσει τα κάστρα και μοναστήρια της Μακεδονίας για να μάθει τι σημαίνει πεσμένος τοίχος και τι υπολείμματα μιας ξεθωριασμένης από το χρόνο επιγραφής, τι συνέβαλε η εκκλησία σε αυτά, τι σημαίνει ελληνισμός και ελληνικότητα. Όλα αυτά είναι μόνο ο Παρθενώνας και η αρχαία Ελλάδα;
-Περισσότερο από οτιδήποτε είναι τα ιερά και τα όσια του λαού μας, είναι αυτά που υπάρχουν στην Δυτική Μακεδονία και σε άλλα μέρη της Ελλάδος. Και πρέπει όλοι να δείξουμε το ιστορικό μας ενδιαφέρον και να δώσουμε τα πάντα για την Μακεδονία.
Σήμανε η ώρα που πρέπει να αγκαλιάσουμε την εθνική αυτή υπόθεση και να κηρύξουμε μια σταυροφορία για την διάσωση έστω και των τελευταίων καλλιτεχνικών μνημείων της μεταβυζαντινής παράδοσης της χώρας μας. Μια επίσκεψη στα χωριά της Δυτικής Μακεδονίας είναι αρκετή για να καταλάβει κάποιος το μέγεθος της καταστροφής της πρόσφατης ιστορίας μας.
Στα μνημεία αυτά πρέπει να στεκόμαστε με μεγαλύτερη ευαισθησία γιατί δεν είναι μόνο τεκμήρια ιστορικής σημασίας αλλά και πολύτιμα στοιχεία για την κατανόηση της ψυχής του ταπεινού κυνηγημένου ραγιά του προγόνου μας που επιβίωσε κάτω από σκληρές συνθήκες και διέσωσε τις βασικές αξίες του λαϊκού μας πολιτισμού.
Η υπόθεση διάσωσης της αρχιτεκτονικής μας κληρονομιάς δεν είναι υπόθεση ενός ατόμου. Κατά καιρούς έγιναν προσπάθειες ενημέρωσης του ευρύτερου μακεδονικού κοινού για την μοίρα των μνημείων της περιοχής μας αλλά και αυτό δεν είναι αρκετό.
Υπάρχουν σε πολλούς οικισμούς της Δυτικής Μακεδονίας κτίσματα μεγάλης αρχιτεκτονικής και ιστορικής αξίας που κινδυνεύουν από την φθορά του χρόνου να εξαφανισθούν.
Αν έγκαιρα δεν συνέλθουμε και ενεργήσουμε δραστήρια με σωτήριες επεμβάσεις (αναστηλώσεις, αποκαταστάσεις κ.τ.λ) σε λίγα χρόνια δεν θα υπάρχει τίποτα που να μας θυμίζει το παρελθόν και αυτό θα αποτελέσει ντροπή όλων μας που δεν κατορθώσαμε σαν λαός να αγκαλιάσουμε μια τόσο σημαντική εθνική υπόθεση.
Πέρα από όλα τα παραπάνω ακόμα και σήμερα στα παλαιά πετρόχτιστα σπίτια και στα στενά δρομάκια των παραδοσιακών οικισμών της Δυτικής Μακεδονίας παραμένει το γοητευτικό άρωμα του παρελθόντος. Εδώ το παρελθόν ζει πλάι πλάι με το παρόν σε μια μοναδική σύνδεση ζωής και ιστορίας.