-Κάκκο, ξέρεις τι παρατηρώ τελευταία;
-Τι Χάμπο; Είναι σοβαρό;
-Σοβαρό…Δεν ξέρω αν είναι σοβαρό. Μπορεί και να ‘ναι. Καμιά φορά τα μικρά είν’ πιο σοβαρά απ’ τα μεγάλα…
-Για πε λοιπόν.
-Παρατηρώ πως όλοι, κι εγώ μαζί, τίποτα δε μας κάνει πια εντύπωση!
-Έ πως το λες αυτό τώρα; Μήπως δεν ισχύει;
-Βρε φοβάμαι πως ισχύει. Παράδειγμα. Ας πούμε βλέπεις τηλεόραση. Βλέπεις μια ταινία.
-Ταινίες βλέπω Χάμπο. Πολύ μ’ αρέσουνε. Βλέπω ελληνικές, βλέπω. Ξένες βλέπω. Απ’ όλα βλέπω.
-Σκέψου λοιπόν. Βλέπεις ξαφνικά κάτι τέρατα στην ταινία, κατ’ απαίσια, κατ’ απίθανα…Ε, δε σε κάνει και καμιά εντύπωση, να πάθεις και τίποτα. Σε κάνει;
-Δω που τα λέμε, όχι και τόσο. Πες συνήθισάμε…Άλλο δεν πολυδίνεις σημασία. Έτσι… να πούμε να τρομάξεις για καλά, να το φχαριστηθείς.
-Βλεπεις ας πούμε, σε άλλη ταινία, ο πράκτορας σκοτώνει μπορεί και διακόσιους νοματαίους. Δε το λογαριάζεις. Το λογαριάζεις;
-Βρε, σα να ‘χεις δίκιο. Για πε κι άλλα…
-Τι να πω άλλο Κάκκο. Η γιάγια μ’ η Παρθένα, το 1970, όταν βάλαμε την πρώτη τηλεόραση στο σαλόνι και την ανάψαμε για πρώτη φορά, πήρε μια τρομάρα. Ζάρωσε στη γωνία.
-Τι λες Χάμπο; Σάστισε.
-Σάστισε… τρόμαξε; Μετά δειλά – δειλά ξεθάρεψε, σηκώθηκε και πήγε πίσω από τη συσκευή να δει από που βγαίνουν όλοι αυτοί που βλέπει μπροστά στο γυαλί…
-Τόσο αγαθή η Παρθένα!
-Τόσο αθώα Κάκκο. Τόσο αθώα!
-Καλά με τις ταινίες Χάμπο, μ’ έπεισες. Άλλο κάτι;
-Άλλο; Οι πολιτικοί παράδειγμα. Βλέπεις οι βουλευτές, ο ένας σήμερα εδώ, χθες αλλού, αύριο ακόμα πιο αλλού. Αλλού ντ’ αλλού. Μεταγραφή στη μεταγραφή. Οι ποδοσφαιριστές λιγότερες κάνουν! Σε κάνει εντύπωση Κάκκο;
-Να σε πω Χάμπο ούτε που θυμάμαι τι έκαναν αυτοί. Να σου πω κατ’ άλλο, ούτε που με νοιάζει καν! Καν και καν δεν ασχολούμαι!
-Γι’ αυτό σου λέω. Ας πούμε σε τάζουν κάτι. Στα σίγουρα σε λεν. Δεν το κάνουν. Συ σε κάνει εντύπωση;
-Ά μπα! Ντιπ καταντίπ δε με κάνει!
-Ετσι. Τίποτα δε μας κάνει πια εντύπωση.
-Πραγματι, αλλά γιατί βρε Χάμπο.
-Γιατί χάθηκε η αθωότητα Κάκκο.