Μὲ κραυγὴ καὶ πόνο ἀπευθύνεται ὁ ψαλμωδὸς παρακαλώντας νὰ γλυτώση. Ἀπὸ τί; Ἀπὸ τὴν δολία γλῶσσα. Καὶ τὶ σημαίνει δολία γλῶσσα; Στὸ ἔγκριτο λεξικὸ Λίντελ-Σκοτ καταγράφονται ἑξῆντα ἕνα οὐσιαστικά, ἐπίθετα, ἐπιρρήματα καὶ ρήματα μὲ συνθετικὸ τὴν λέξι δόλιος, δόλος καὶ δέλεαρ. Ὅλα δὲ σημαίνουν: ἀπάτη, ἀπατηλός, νοθεία, πανοῦργος, δόλια φρονῶν καὶ ἀπίστως φέρομαι. Ἀκόμη καὶ ἡ δολοφονία, τὸ δόλωμα καὶ τὸ δέλεαρ παράγονται ἀπ’ τὴν ἴδια ρίζα.
Παρακαλεῖ λοιπὸν ὁ Ψαλμωδός, «Κύριε, ρῦσαι τὴν ψυχή μου ἀπὸ χειλέων ἀδίκων καὶ ἀπὸ γλώσσης δολίας» (119,2). Σχολιάζει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος τὸν στίχο ἀναφερόμενος στὸν δολερὸ ἄνθρωπο καὶ λέγει. «Στὸ σημεῖο αὐτὸ πρόσεξε. Λάμπει τὸ παράγγελμα τοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ λέγει, «εὐχηθῆτε νὰ μὴ εἰσέλθετε σὲ πειρασμό» (Λουκᾶ 22,46). Διότι δὲν ὑπάρχει τίποτε ἴσο, ἀγαπητέ, μὲ αὐτὸν τὸν πειρασμό. Δηλαδὴ τὸ νὰ μπλέξη κάποιος μὲ δολερὸ ἄνθρωπο. Ἕνας τέτοιος εἶναι καὶ ἀπὸ τὰ θηρία ἀγριώτερος. Διότι τὸ θηρίο φαίνεται αὐτὸ ποὺ εἶναι. Ὁ δολερὸς ὅμως καμουφλάρη τὸ δηλητήριό του μὲ τὸ παραπέτασμα τῆς καλωσύνης. Ἔτσι ἡ ἐνέδρα του εἶναι δύσκολο νὰ γίνη φανερή. Αὐτὸς δὲ ποὺ εἶναι ἀφύλακτος πέφτει σὲ βάραθρο.
Γιαὐτὸν τὸν λόγο καὶ συνεχῶς παρακαλεῖ τὸν Θεὸ μὲ αὐτὰ τὰ λόγια. Νὰ ἀπαλλαγῆ δηλαδὴ ἀπὸ τοὺς ἐπιβούλους. Βεβαίως ἂν εἶναι νὰ ἀπαλλαγῆ ἀπὸ τοὺς δολίους καὶ ὑπούλους, τότε πολὺ περισσότερο πρέπει νὰ γλυτώση ἀπὸ τοὺς ἀπατεῶνες καὶ ἀπὸ ὅσους εἰσάγουν πονηρὲς διδασκαλίες. Μάλιστα θὰ μποροῦσε νὰ ὀνομάση κατ’ ἐξοχὴν ἄδικα ἐκεῖνα τὰ χείλη ποὺ βλάπτουν τὴν ἀρετὴ καὶ ὁδηγοῦν στὴν κακία. Γιαὐτὸν τὸν λόγο ὁ προφήτης ἀξιώνει νὰ γλυτώση ἡ ψυχή του. Διότι τὰ βέλη κατευθύνονται στὴν ψυχή» (εἰς Ψαλμὸ 119 ΕΠΕ 6,614).
Δ’Κυριακὴ Νηστ. Ἰωάννου τῆς Κλίμακος 29.3.2020
εἰσέτι θριαμβεύοντος τοῦ κορωνοϊοῦ παγκοσμίως,
ἀλλὰ ἔχει ὁ Θεὸς
ἀρ.νι.μα.