Ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα με τις εγκρίσεις για τους ωφελούμενους του προγράμματος πληττόμενων επιχειρήσεων “covid-19” της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας. Μια σημαντική ανάσα για έναν μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων, οι οποίες δεν θα άντεχαν τις συνέπειες του κορωνοϊού.
Μια πρώτη ανάλυση στα στατιστικά, δείχνει ότι οι πληττόμενες επιχειρήσεις που απορρίφθηκαν λόγω εξάντλησης του προϋπολογισμού (2.733 επιχειρήσεις), είναι περισσότερες από τις πληττόμενες επιχειρήσεις που εγκρίθηκαν (1728 επιχειρήσεις). Βλέπουμε δηλαδή, ότι τα λεφτά πήγαν στους λίγους. Ο λόγος είναι το ότι υπήρξε μεγάλες αστοχίες στο σχεδιασμό του προγράμματος, το οποίο πρόγραμμα τελικά μοίρασε πολλά στους λίγους, στους λεγόμενους μεγάλους. Έτσι, δόθηκαν τα γνωστά «σαραντάρια» στις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα να μη φτάσουν τα χρήματα για την πλειοψηφία των πληττόμενων επιχειρήσεων.
Ένα άλλο προβληματικό σημείο είναι το ότι η βαθμολογία, δεν σχετίζονταν με το ποσό επιδότησης. Δηλαδή το ποσό που δικαιούται κάποιος, δεν βγήκε βάσει των κριτηρίων τα οποία πληροί ώστε να επιδοτηθεί. Έτσι, μπορούσαν να αιτηθούν από 40.000 ευρώ δύο επιχειρήσεις, η 1η με βαθμολογία 24, και η δεύτερη με βαθμολογία 22. Τελικά η 1η επιχείρηση πήρε 40.000 ευρώ και η 2η επιχείρηση δεν πήρε τίποτα.
Το μέγιστο ποσό επιδότησης προέκυπτε από το ήμισυ των εξόδων της χρήσης του 2019. Αλήθεια όμως, πόσο δίκαιο μπορεί να είναι οι δύο παραπάνω επιχειρήσεις με σχεδόν ίδια βαθμολογία να έχουν μια τόσο άνιση μεταχείριση; Άραγε όσοι έχασαν την πολυπόθητη «βάση» για λίγα δεκαδικά, είναι επαγγελματίες δεύτερης κατηγορίας ή μήπως δεν έχουν ανάγκη τα χρήματα για να σώσουν την επιχείρηση τους; Κανείς δεν κατάλαβε, γιατί να μη μοιραστεί ο διαθέσιμος προϋπολογισμός κλιμακωτά, ώστε να υποστηριχθούν όλες ανεξαιρέτως οι πληττόμενες επιχειρήσεις, στο μέτρο που αναλογεί στην καθεμία.
Το «ταβάνι» των 40.000 ευρώ που μπορούσε κανείς να αιτηθεί, και που πήραν πάρα πολλοί από αυτούς που το αιτήθηκαν, ήταν ένα ζήτημα που συζητήθηκε πολύ έντονα όλο το προηγούμενο διάστημα. Υπήρχε η σκέψη το ανώτατο αυτό όριο να πέσει, έτσι ώστε να μοιραστεί πιο εύκολα η «πίτα» των 40 εκατομμυρίων σε περισσότερες επιχειρήσεις. Όχι μόνο στη Δυτική Μακεδονία, αλλά και αλλού.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων, όπου η εκεί Περιφερειάρχης Ρόδη Κράτσα, με απόφαση της μετά το πέρας της περιόδου υποβολής των αιτήσεων, μείωσε προς τιμήν της το άνω όριο επιχορήγησης από 30.000€ σε 15.000€, με τροποποίηση του προγράμματος στις 30/12/2020 (!). Με τον τρόπο αυτό, επωφελήθηκαν απείρως περισσότεροι επαγγελματίες των Ιονίων Νήσων απ’ όσους θα επωφελούνταν αν η Διοίκηση επέμενε στον λανθασμένο αρχικό σχεδιασμό. Δεν είναι δύσκολο να αναλογιστεί κανείς, πόσοι περισσότεροι θα ήταν οι ωφελούμενοι συμπολίτες μας, αν αυτά τα «σαραντάρια» δεν ήταν «σαραντάρια» αλλά «δεκαπεντάρια» και δεν εξαντλούσαν τον προϋπολογισμό.
Όλα αυτά, υπό τη σκιά του ύψους προϋπολογισμού που αποδείχθηκε ανεπαρκές (παρά το ότι από 10 εκ. πήγε στα 40 εκ.) για να καλύψει τις ανάγκες των αιτούμενων πληττόμενων επιχειρήσεων. Σημειωτέα είναι επίσης, η προσδοκία που είχε (και έχει) καλλιεργηθεί για επιπλέον χρηματοδοτήσεις ώστε να υποστηριχθούν και όσοι απορρίφθηκαν από το εν λόγω πρόγραμμα.
Ένα ακόμα ενδιαφέρον στοιχείο, είναι ελάχιστες οι επιχειρήσεις που μπήκαν, οι οποίες ανήκουν στον κλάδο του λιανικού εμπορίου. Αυτό συνέβη γιατί ενώ είναι βαθιά πληττόμενες, οι περισσότερες δεν έχουν μεγάλο αριθμό εργαζομένων, και άρα απορρίπτονται. Ο λόγος είναι γιατί κατά το σχεδιασμό του προγράμματος, η βαρύτητα που δόθηκε στο προσωπικό και όχι στα άλλα μεγέθη που αναδεικνύουν το πόσο πληττόμενοι είναι οι έμποροι. Κάτι ανάλογο ισχύει, και για μεγάλη μερίδα των καταστημάτων εστίασης. Είναι ένα ακόμα δείγμα του ότι το πρόγραμμα ήταν προσανατολισμένο στα «μεγάλα μαγαζιά».