Την άποψη πως οι κινητοποιήσεις στην Φλώρινα και στην Καστοριά ίσως αποτελούν ένα πρόπλασμα για μια νέα πολιτική όσο αναφορά το κόστος θέρμανσης στις δύσκολες και ορεινές περιοχές εκφράζει με ανακοίνωση του ο περιφερειακός σύμβουλος Γιάννης Στρατάκης.
Συγκεκριμένα αναφέρει:
«Στέφθηκαν πράγματι με επιτυχία οι κινητοποιήσεις!
Δεν βοηθάει η συζήτηση πως έπρεπε να είναι όλος ο νομός εκεί στη κινητοποίηση της Φλώρινας.
Δεν είναι η πρώτη κινητοποίηση για το πρόβλημα αυτό που καίει τις τσέπες των κατοίκων των ακριτικών μας Νομών, αλλά και συνολικά της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας.
Η πρώτη κινητοποίηση έγινε στη Φλώρινα το Μάρτιο του 2006, η δεύτερη τον Οκτώβριο του 2012, και τρίτη η πρόσφατη σε Φλώρινα και Καστοριά.
Μπορεί να μην είχαν τη μαζικότητα που έπρεπε. Αν και η πρόσφατη, για τα κριτήρια της Φλώρινας, ήταν εντυπωσιακή σε αριθμό και σύνθεση.
Ως εδώ καλά!
-Πώς όμως μπορεί αυτό να γίνει πραγματικότητα;
-Πώς θα κερδίσουμε αυτό το πανδίκαιο αίτημα, που μόνο ανισότητα προκαλεί με την υπόλοιπη ιδιαίτερα μεσογειακή Ελλάδα;
-Τι θα πρέπει να γίνει για να νιώσουν οι πολίτες πως για μία ακόμη φορά δεν βγήκαν άδικα στους δρόμους;
Εξ αιτίας της υπέρογκης αύξησης του πετρελαίου θέρμανσης και της ανάγκης επιδότησής του, υιοθετήθηκε ο χωρισμός της χώρας σε τέσσερις ζώνες Α,Β,Γ,Δ.
Οι ζώνες αυτές όμως δημιουργήθηκαν όχι με κριτήριο αποκλειστικά κλιματολογικών συνθηκών, αλλά έχουν οριζόντια εξισωθεί ακόμη και διοικητικές περιοχές, για τις οποίες υπάρχει μάλιστα μεγάλη απόκλιση αναγκών θέρμανσης .Κυριαρχεί δηλαδή το κριτήριο της επιδοματικής πολιτικής και όχι των πραγματικών αναγκών του αγαθού της θέρμανσης (π.χ. ο Νομός Σερρών τα ορεινά του οποίου μαζί με την παραλιακή του ζώνη συμπεριλαμβάνονται στην ίδια κατηγορία με τη Φλώρινα, την Ευρυτανία, τα Γρεβενά, την Καστοριά κ.α.).
Μεγάλη επίσης είναι η αδικία που συντελείται από το πνεύμα που η απόφαση αντιμετωπίζει τις ανάγκες κάθε ζώνης. 250 ευρώ στη ζώνη Α, 180 ευρώ στη ζώνη Β, 110 ευρώ στην ζώνη Γ, 80 στη ζώνη Δ, βάζοντας μάλιστα εισοδηματικά κριτήρια αλλά και κριτήριο αριθμού μελών μιας οικογένειας ( λες και αν είναι δύο μέλη ζεσταίνουν το μισό σπίτι και όχι το σύνολό του).
Έτσι στην Αθήνα με πραγματικό κόστος θέρμανσης περίπου 1.000 ευρώ ετήσια σε ένα μέσο διαμέρισμα, η επιδότηση είναι 110 ευρώ (12% περίπου), στη Φλώρινα της ίδιας τάξης σπίτι που απαιτεί περίπου 4.000 επιδοτείται με 250 ευρώ (6% περίπου). Πρέπει λοιπόν εκτός της απαίτησης ορθολογισμού κατανομής της επιδότησης, να καθιερωθεί μία επιπλέον κατηγορία της Ορεινότητας με κριτήριο το υψόμετρο και τις μέσες επικρατούσες θερμοκρασίας, που θα υπερβαίνουν τις διοικητικές περιοχές, Νομούς Περιφέρειες.
Η επιδότηση θα πρέπει να είναι καθολική, ιδιαίτερα υψηλή, συνδεόμενη με τις πραγματικές ανάγκες.
Η Ορεινότητα ως κριτήριο, κατ’ αναλογία της Νησιωτικότητας, η οποία επιφέρει σημαντικές ενισχύσεις (π.χ επιδότηση δρομολογίων άγονων θαλάσσιων γραμμών), στην οποία θα ενταχθούν οι δύσκολες ορεινές, απομακρυσμένες ,συνοριακές περιοχές της ηπειρωτικής χώρας, είναι ο νέος θεσμός που μπορεί να δημιουργήσει ένα νέο περιβάλλον σε αυτές.
Η διάκριση αυτή- αναγνώριση των ειδικών συνθηκών- μπορεί να αποτελέσει το θεσμικό πλαίσιο, που σε συνδυασμό με την απαραίτητη πολιτική βούληση (εφόσον υπάρξει) για επί πλέον παρεμβάσεις και σε άλλους οικονομικούς κοινωνικούς θεσμούς (π.χ. διατήρηση μικρών σχολικών μονάδων, επιδοτούμενα δρομολόγια ΚΤΕΛ κ.ά.) , θα άρει την αδικία που συντελείται αυτή την στιγμή, επιβάλλοντας κοινωνική δικαιοσύνη, αλλά και συμβάλλοντας στην διατήρηση ή και στην επιβίωση των περιοχών αυτών».