Παραγγέλθηκε στις 27 Ιουνίου του 1917 από τον Κ. Ε. Χριστοφορίδη .
[ Κωνσταντίνος Ευσταθίου Χριστοφορίδης ο Σάρπογλης ]
Eκτελέστηκε η παραγγελία κατά θαυματουργικό τρόπο, ύστερα από Εκατό χρόνια , και το Χαλκοπούλ παραδόθηκε στα εγγόνια του .
Η πλέον πιθανή εξέλιξη της ιστορίας αυτής είναι η εξής.
Ο Κωνσταντίνος Χριστοφορίδης ,αρκετά χρόνια πριν το 1917 βρισκόταν στη Ρωσία και δούλευε εκεί ως εργολάβος διάφορων έργων. Ήξερε καλά τα Ρωσικά . Έβγαλε πολλά χρήματα , Ρωσικά Ρούβλια .
Το καλοκαίρι του 1916 ο Ρωσικός στρατός κατέλαβε την Τραπεζούντα και προχωρούσε προς την Αργυρούπολη . Το επόμενο καλοκαίρι ,αφού εδραιώθηκε η Ρωσική κατοχή , ο Κ Χριστοφορίδης εγκαταλείπει τη Ρωσία ,αφού συγκέντρωσε ότι ρούβλια κέρδισε , και έρχεται στην Τραπεζούντα . Εκεί παραγγέλνει το Χαλκοπούλ , με το όνομά του και με την ημερομηνία της παραγγελίας να είναι χαραγμένα στο κοίλο σημείο του λαιμού .
Έλεγαν οι παππούδες μας ότι , υπήρχε έθιμο , όποιος ερχόταν από τη Ρωσία για να επισκεφθεί το χωριό του και την οικογένειά του , η για μόνιμη επανεγκατάσταση , αγόραζε από την Τραπεζούντα ένα δώρο . Το δώρο συνήθως ήτανε κάτι που το χρησιμοποιούσαν στο νοικοκυριό τους . Έναν χαλκόν . Έναν αλμεχτέρ. Κοβλάκ, Χαλκοπούλ . Πολλοί αγόραζαν ένα βαρελάκι ρακί να κεράσουν όλο το χωριό .
Οι Ρώσοι επιστράτευσαν τον Κ Χριστοφορίδη γιατί ήξερε τη γλώσσα , ήταν και εργολάβος και τον ανέθεσαν την εργολαβία κατασκευής δρόμων για το στρατό και για τα κάρα της τροφοδοσίας .
Μέχρι την αποχώρηση των Ρωσικών στρατευμάτων , μετά την Ρωσική επανάσταση , ο Κ.Χριστοφορίδης ήταν χαμένος στους κακοτράχαλους δρόμους της Ανεφορίας .
Έφυγαν οι Ρώσοι και εγκατάλειψαν τους Ρωμιούς στο έλεος του Θεού και την μανία των Τούρκων , οι οποίοι με μεγαλύτερο μίσος και αγριότητα άρχισαν να εφαρμόζουν το σχέδιο της γενοκτονίας . Συγκέντρωναν όποιους έβρισκαν μπροστά τους κυρίως άνδρες και παιδιά άνω των 15 ετών και τους έστελναν σε ατέλειωτη πορεία προς το εσωτερικό . Σε ένα τέτοιο μπουλούκι , βρέθηκε και ο Χριστοφορίδης και έφθασε περπατώντας μέχρι το Ερζερούμ . Εκεί τους εγκατέλειψαν.
Στο Ερζερούμ ο Κ Χριστοφορίδης άρχισε πάλι την παλιά τέχνη του . Έκτιζε σπίτια, αποθήκες και ότι άλλες δουλειές υπήρχαν, επί πληρωμή . Οί κάτοικοι εκεί τον αγαπούσαν . Τον παρακαλούσαν να φέρει και την οικογένειά του και να μείνει εκεί. Εμείς θα σε προστατέψουμε, τον έλεγαν.
Μάζεψε αρκετά χρήματα , Τούρκικες λίρες . Ευτυχώς , γιατί τα Ρούβλια που είχε καταθέσει στην Τράπεζα του Φωστηρόπουλου, στην Τραπεζούντα χάθηκαν.
Όταν τους άφησαν ελεύθερους οι Τούρκοι το 1921 ήρθε στο χωριό του στην Κουνάκα και βρήκε την οικογένειά του. Μέσα σε όλη αυτή την Χαλασμονή είχε χάσει τα δύο από τα τέσσερα αγόρια του . Του έμειναν ο Ευστάθιος και ο Ιωάννης .
Πήρε την απόφαση να ξαναπάει στην Ρωσία . Έβγαλε ότι Ρούβλια είχε καταθέσει στην τράπεζα του Φωστηρόπουλου και πήγε μήπως και περισώσει κάτι. Δυστυχώς οι Σοβιετικοί κατήργησαν το νόμισμα των Τσάρων και εκτύπωσαν νέο νόμισμα . Έμειναν στα χέρια του τα ωραία μεταξωτά χαρτονομίσματα της Μεγάλης Αικατερίνης της Τσαρίνας . Τα νομίσματα αυτά τα έφερε στην Ελλάδα και τώρα βρίσκονται στα χέρια των εγγονών του ως ενθύμια .
Επιστρέφει πάλι μετά κόπων και βασάνων στην Τραπεζούντα . Δεν ανεβαίνει στην Κουνάκα , αλλά παραγγέλνει, μέσω γνωστών , στην γυναίκα του την Σοφία , να πουλήσει ότι μπορεί να πουληθεί. Αν δεν πουληθούν τα ζώα να τα αφήσει ελεύθερα , και να πάρει μαζί της ότι είναι απαραίτητο και ότι μπορεί να φορτωθεί και ότι κρατήσουν τα παιδιά, και να κατέβει στην Τραπεζούντα . Έβγαλε τα χαρτιά του πλήρωσε τα ναύλα και με το πρώτο καράβι που πήγαινε στην Ελλάδα, έφυγε πριν να υπογραφεί η ανταλλαγή των πληθυσμών .
Το Χαλκοπούλ έμεινε στην Τραπεζούντα . Εκείνους τους καιρούς ο καθένας προσπαθούσε να σώσει τη ζωή του . Το Χαλκοπούλ θα σκεφτόταν . Έμεινε στα αζήτητα . Ποιά ήταν η πορεία του μέσα σε αυτά τα 100 χρόνια κανείς δεν ξέρει .
Σε έναν ανώνυμο φίλο,[ τον ονομάζω φίλο γιατί δέχθηκε να μας το παραδώσει αφού διεπίστωσε ότι εμείς είμαστε οι απόγονοι του αναγραφόμενου Κ .Ε. Χριστοφορίδη] από την περιοχή της Κατερίνης , ο οποίος έκανε πολλά ταξίδια στην Τραπεζούντα αυτά τα χρόνια , αποκάλυψε την ταυτότητά του το Χαλκοπούλ , όταν τυχαία μπήκε σε ένα παλαιοπωλείο ,όπου στα σκονισμένα ράφια του περίμενε με υπομονή, εκατό χρόνια , να το αναζητήσει αυτός που το παράγγειλε .
Το πήρε ο φίλος , φαντάζομαι ότι το αγόρασε, ύστερα από πολλά παζάρια , κατά την συνήθεια των Τούρκων ,και το έφερε στην Ελλάδα .
Έκανε την εξής δήλωση ότι αν βρεθούν οι πραγματικοί απόγονοι του Κ. Ε. Χριστοφορίδη όπως αποτυπώνεται στο κοίλο μέρος του λαιμού στο Χαλκοπούλ , εγώ θα τους το παραχωρήσω .
Κατά ευτυχή συγκυρία, στο Δάσκαλο Στάθη Ταξίδη ,μελετητή της ποντιακής παράδοσης , Επιμελητή και συντάκτη του Περιοδικού ΠΟΝΤΙΑΚΗ ΕΣΤΙΑ , της Παναγίας Σουμελά . Γνωστός και φίλος όλων μας ,των εγγονών του Κωνσταντίνου Ευσταθίου Χριστοφορίδη , παιδιών του γιού του Ευσταθίου , του οποίου τα βιβλία διάβασε πολλές φορές και ήξερε την ιστορία της οικογενείας μας από πάππων προς πάππων, κάποιος Κατερινιώτης ονόματι Γρηγόρης Τραπεζανίδης μετανάστης στην Νυρεμβέργη, εκμυστηρεύτηκε την παράξενη και συγκινητική αυτή ιστορία, όπου τυχαία τον γνώρισε.
Να πως περιγράφει αυτή την ιστορία ο Στάθης Ταξίδης .
– Ψηλαφούμε την ιστορία εκατό χρόνια μετά –
‘’
‘’Εκατό χρόνια μετά , Κατερινιώτης προσκυνητής στην πατρώα γή του Πόντου , αγοράζει στην Τραπεζούντα το παλιό αυτό ‘’πραχράτς ‘’ή ΄πακράτς ΄’ . Το φέρνει στην Ελλάδα το καθαρίζει και ανακαλύπτει , εγχάρακτα , το όνομα του ιδιοκτήτη και την ημερομηνία κατασκευής του σκεύους [27Ιουν 1917]. Προσπαθεί να βρεί απογόνους του αλλά μάταια . Στις 19 Μαίου , μετά την ομιλία που έκανα στο Σύλλογο ΄΄Παναγία Σουμελά ‘’ Κατερίνης , μου γνωστοποίησε το θέμα ο Γρηγόρης Τραπεζανίδης, Κατερινιώτης μετανάστης στην Νύρεμβέργη . Από εκείνη τη στιγμή γνώριζα ήδη ποιος ήταν ο τότε ιδιοκτήτης και ποίος ο κληρονόμος . Ιδιοκτήτης ήταν ο Κωνσταντίνος Ευσταθίου Χριστοφορίδης από το χωριό Κουνάκα της Τραπεζούντας και κληρονόμος ο Χριστόφορος Χριστοφορίδης γιός του Ευσταθίου Χριστοφορίδη -γνωστός ως Σάρπογλης στην ποντιακή γραμματεία από μια καταπληκτική τριλογία που μας άφησε στην ποντιακή διάλεκτο . Τηλεφώνησα αμέσως στον σεβαστό μου Χριστόφορο και τον ανήγγειλα περιχαρής το γεγονός . Ο αγαπητός Χριστόφορος με κόπο προσπαθούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά του . Ναι ήταν του παππού του , ο οποίος καταγόταν από την Κουνάκα της Ματσούκας [περιοχής κοντά στην Τραπεζούντα ] . Ο Κωνσταντίνος Ευσταθίου Χριστοφορίδης το 1917 εργαζόταν για τον Ρωσικό στρατό -είχε καταλάβει τότε την Τραπεζούντα και τον ανατολικό Πόντο- ως εργοδηγός στην κατασκευή δημοσίων έργων οδοποιίας . Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα συμπεραίνουμε μέσα από έγγραφα και ημερομηνίες , ο Κωνσταντίνος να παράγγειλε και να πλήρωσε το σκεύος , αλλά να μην το πήρε στα χέρια του ποτέ . Σήμερα [15 Δεκεμβρίου 2018] όμως το πήρε στα χέρια του ο εγγονός του, αφού το πρωί του το Παρέδωσα .
Και συμπληρώνει.
Η χαρά και η συγκίνησή μου άφατη . Σάμπως να έχω το Ιερό Γκράαλ της Πατρίδας μας, του αλησμόνητου Πόντου της ψυχής και της καρδιάς μας . Περιμένω να έρχουνταν ο Στοφόρον , ο Κώστης , και ο Γιάννες , τα εγγόνια του Κωνσταντίνου Ευσταθίου Χριστοφορίδη ,του Σάρπογλη από την Κουνάκα της Ματσούκας για να τους το παραδώσω και να ξαναπάρω χαρά από τη χαρά τους . ‘’’
Οφείλουμε πολλές ευχαριστίες στον αγαπητό μας φίλο Στάθη Ταξίδη ο οποίος με περισσή αγάπη υποβλήθηκε σε όλη αυτή την ταλαιπωρία και τον κόπο, έκανε πολλά ταξίδια στην Κατερίνη και πολλά τηλεφωνήματα στην Νυρεμβέργη, να ικανοποιήσει την επιθυμία μας και να παραδώσει σε μας την προ εκατό ετών παραγγελία του παππού μας .
Ευχαριστούμε επίσης τον αγαπητό ανώνυμο φίλο μας από την Κατερίνη ο οποίος είχε την ευαισθησία να αγοράσει και να μεταφέρει στην Ελλάδα από την Τραπεζούντα , αυτό το ιστορικό κειμήλιο , επάνω στο οποίο ήταν χαραγμένο Ελληνικό όνομα , και ανήκει σε Έλληνα.
Επίσης ευχαριστούμε τον αγαπητό Γρηγόρη Τραπεζανίδη τον Κατερινιώτη μετανάστη στη Νυρεμβέργη και ας μην τον γνωρίζουμε , ο οποίος με μεγάλη αγωνία εκμυστηρεύτηκε στον Στάθη ,ώστε αυτή η ιστορία να γίνει γνωστή και πέρα από τα όρια της Κατερίνης .
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΙΔΗΣ
ΠΤΟΛΕΜΑΙΔΑ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2019