Ένα ισχυρό ταρακούνημα ένιωσε τόσο η Αθήνα όσο και η Δυτική Μακεδονία, με τη δημοσιοποίηση στοιχείων που δείχνουν πως ο λιγνίτης καθίσταται φθηνότερος του Φυσικού Αερίου στην Ηλεκτροπαραγωγή, μέσα από στοιχεία που ανέδειξε ρεπορτάζ του energypress.gr . Σύμφωνα με αυτά τα αριθμητικά δεδομένα, προέκυψε τριπλασιασμός της τιμής του καυσίμου του Φυσικού Αερίου.
Οι κύριες αιτίες για την αύξηση της τιμής του ΦΑ, είναι η ανεπάρκεια ποσοτήτων λόγω της τεράστιας ανάγκης που δημιούργησε η επανεκκίνηση της κινεζικής οικονομίας, η τεράστια αύξηση των μεταφορικών εξόδων σε όλα τα επίπεδα, και τρίτον η πίεση που ασκείται από τη Ρωσία στην Ευρωπαϊκή Ένωση για να ενισχύσει τα συμφέροντα της σε ζητήματα με τους αγωγούς που διασχίζουν την Ευρώπη. Πώς όμως όλα αυτά επηρεάζουν την Ελλάδα και τις λιγνιτικές μονάδες της Δυτικής Μακεδονίας;
Έως τώρα το κυβερνητικό αφήγημα περιέγραφε πως η απόφαση για απόσυρση των μονάδων λαμβάνονταν με οικονομικούς όρους, δηλαδή επειδή ο λιγνίτης ήταν κατά πολύ ακριβότερος από το φυσικό αέριο, διαλέξαμε το φυσικό αέριο καθώς αλλιώς θα αναγκαζόταν η ΔΕΗ να πληρώνει θηριώδη ποσά για δικαιώματα ρύπων. Όμως ο τριπλασιασμός της τιμής του καυσίμου, έφερε μια ανισορροπία στη συνθήκη αυτή.
Τα νέα δεδομένα τα οποία επικαλείται το energypress.gr έχουν ως εξής: Το επόμενο διάστημα η 1 μεγαβατώρα Φυσικού Αερίου θα κοστίζει περίπου 170 ευρώ (145 ευρώ κόστος καυσίμου και 25 ευρώ κόστος ρύπων). Από την άλλη πλευρά η λιγνιτική κιλοβατώρα υπολογίζεται πως κοστίζει 120 ευρώ (30 ευρώ κόστος καυσίμου και 90 ευρώ κόστος ρύπων). Προφανώς οι τιμές αυτές προκύπτουν με τις τιμές που σήμερα αγοράζουμε καύσιμο, για χρήση το επόμενο διάστημα. Οι πρώτες εκτιμήσεις λένε, πως αυτή η ενεργειακή κρίση μπορεί να κρατήσει έως και 6 μήνες.
Αυτό σημαίνει ότι θα σταματήσουν αύριο να δουλεύουν οι σταθμοί ΦΑ και θα ξεκινήσουν οι εναπομείναντες λιγνιτικοί; Ενδεχομένως όχι, για τεχνικούς λόγους: Πρώτα, η Μονάδα ΦΑ ξεκινά να δουλεύει πατώντας ένα κουμπί, ενώ η Λιγνιτική θέλει ώρες ή και μέρες για να ξεκινήσει. Δεύτερον, επειδή η Ελλάδα δεν μπορεί να έχει άπειρες ποσότητες λιγνίτη που έχει ήδη εξορυχθεί προς καύση υπό το φόβο της αυτανάφλεξης, δεδομένης και της απουσίας υποδομών εναπόθεσης.
Ποιο είναι το παράπλευρο όφελος από αυτή την ενεργειακή κρίση: Δέχθηκαν ένα ισχυρό σοκ οι συντάκτες του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια (ΕΣΕΚ) για το μείζον πρόβλημα της εξάρτησης της χώρας από εισαγόμενα καύσιμα. Κάτι που πολλοί στην Ελλάδα (όχι μόνο από τη Δυτική Μακεδονία) φωνάζουν εδώ και χρόνια. Έτσι λοιπόν οι υπερασπιστές του της συμμετοχής του λιγνίτη με ένα ποσοστό 10-15% στο ενεργειακό μείγμα, απέκτησαν ένα ισχυρό επιχείρημα που ενισχύει τη λογική της λειτουργικής εφεδρείας των ΑΗΣ.
Τα γεγονότα αλλάζουν την ατζέντα με τρόπο καταιγιστικό. Τα θέματα που ανοίγουν είναι η αναγκαιότητα για υποδομές αποθήκευσης κάθε είδους καυσίμων, η επανεξέταση του καθεστώτος επιβολής ρύπων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, και η αναγκαιότητα λειτουργικής εφεδρείας των λιγνιτικών μονάδων.
Όλα τα παραπάνω δεν συγκρούονται αναγκαστικά με το κυβερνητικό αφήγημα για τον εξής λόγο. Ότι και να γίνει, δεν αναιρεί την πρωτοβουλία του Πρωθυπουργού για καθαρότερο ενεργειακό αποτύπωμα, και αξιοποίηση των ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων που το συνοδεύουν (!). Από την άλλη πλευρά, αν ισχύει η δήλωση Μητσοτάκη περί επιλογών με οικονομικούς όρους, δεν είναι απίθανο να έχουμε εξελίξεις.