Η Μαρία Θεοδωρίδου απάντησε: «Τα άτομα που έχουν εμβολιαστεί και με τις δύο δόσεις αν έρθουν σε επαφή με άτομο το οποίο έχει τη λοίμωξη, παρακολουθούνται, δεν κάνουν μοριακά τεστ αφού είναι εμβολιασμένα παρά μόνο αν εμφανίσουν συμπτώματα. Εφόσον παραμένουν ασυμπτωματικοί, δεν υφίστανται ούτε απομόνωση ούτε εργαστηριακή διερεύνηση για πιθανή λοίμωξη.
Αυτό βέβαια δεν μπορεί να ισχύσει για τα άτομα που έχουν κάνει τη μία δόση. Αυτοί θεωρούνται ατελώς εμβολιασμένοι. Μπορεί σε αυτή την περίπτωση η όποια επαφή να πέσει και σε χρονικό διάστημα που τα αντισώματα από την πρώτη δόση ή δεν έχουν αναπτυχθεί ή έχουν μειωθεί και τα άτομα να μην είναι προφυλαγμένα. Επομένως εκεί θα πρέπει να γίνει εργαστηριακός έλεγχος».
Σε συμπληρωματική ερώτηση για το αν υπάρχει υποχρέωση για self test στους πλήρως εμβολιασμένους, η Μαρία Θεοδωρίδου απάντησε: «Το πλεονέκτημα των δύο δόσεων είναι ότι δεν υφίσταται εργαστηριακό έλεγχο παρά μόνο αν εμφανίσουν κλινικά συμπτώματα».
Επιπλέον, στο περιθώριο της συνέντευξης Τύπου, η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών δήλωσε ότι το ίδιο ισχύει και για όσους έχουν νοσήσει και αναρρώσει από κορονοϊό τους τελευταίους έξι μήνες. Δηλαδή δεν υποχρεούνται σε καραντίνα ή τεστ αν έρθουν σε επαφή με επιβεβαιωμένο κρούσμα κοροοϊού.
Από όλα τα παραπάνω εξαιρούνται τα self tests, καθώς στον εργασιακό χώρο θα πρέπει να συνεχίσουν να γίνονται όπως προβλέπεται.