Ναι, δεν μας αρέσει η χρήση του όρου «Μακεδονία». Ναι, η συμφωνία θα μπορούσε να ήταν καλύτερη! Αν όμως ξεπεράσουμε το πρώτο και λάβουμε υπόψη μας ότι ιστορικά:
- Είχε υιοθετηθεί η χρησιμοποίηση των όρων «Μακεδονική γλώσσα», εθνικά «Μακεδόνας» κλπ, ήδη από την εποχή του Μακεδονικού αγώνα ,όροι που έγιναν αποδεκτοί και χρησιμοποιούνταν στην πράξη από τους πρωταγωνιστές της εποχής.
- Δεν καταγράφεται καμιά αντίδραση , όταν στο πλαίσιο της ενωμένης κομμουνιστικής Γιουγκοσλαβίας, επίσημα χρησιμοποιήθηκε ο όρος «Μακεδονία».
- Αποδεχτήκαμε ως προσωρινή ονομασία (πΓΔΜ), σύνθετη ονομασία που περιέχει τον όρο «Μακεδονία».
- Υιοθετήσαμε σύνθετη ονομασία για την οποία, όλοι μα όλοι οι πολιτικοί μας και εμείς, αντιλαμβανόμασταν – το ξέραμε – αλλά δεν το επιβεβαιώναμε, ότι θα περιλάμβανε τον όρο «Μακεδονία» (σύνθετη ονομασία) και έμενε να οριστεί το δεύτερο συνθετικό, που θα παρέπεμπε σε γεωγραφικό προσδιορισμό.
Γιατί τώρα κάνουμε τους έκπληκτους και συγχρόνως παρασυρόμαστε σε μια αντιπαράθεση, όπου τα σοβαρά επιχειρήματα έναντι των γελοίων, ακραίων και ανιστόρητων είναι ελάχιστα;
Πρέπει να απαντήσουμε στο ερώτημα: Θέλουμε ή όχι να δοθεί λύση στο πρόβλημα;
Αν ΝΑΙ, τότε καλώς έγινε η συμφωνία και η κριτική μας πρέπει να εστιάζει στο πόσο καλύτερη θα μπορούσε να είναι.
Αν ΟΧΙ, τότε η στείρα αυτή άρνηση μπορεί να είναι το επικάλυμμα για κάθε Εθνική – Εθνικιστική (τα όρια δυσδιάκριτα), ακραία, ανιστόρητη προσέγγιση και ανέξοδο πατριωτισμό και αγνών ακόμη προθέσεων, που έχει οδηγήσει όμως τελικά σε βέβαιες καταστροφές και χειρότερες καταστάσεις στο παρελθόν, αν αναλογιστούμε την ιστορία μας (πόλεμος 1897, Μικρασιατική καταστροφή, εμφύλιος, Κυπριακό κ.α.).
Η Ελληνική ιστορία είναι γεμάτη από τέτοια παραδείγματα και χαμένες ευκαιρίες.
Ναι, ποιος δεν θα ήθελε μια λύση με τους δικούς μας όρους;
Μπορούμε όμως να μιλάμε σήμερα με τέτοιους όρους για ένα θέμα, που δεν τακτοποιήθηκε στην απελευθέρωση της περιοχής το 1912 καθώς και σε άλλες περιόδους εμπόλεμης κατάστασης;
Δεν θα ήθελα να σταθώ στο επιχείρημα ότι η μη λύση δεν δημιουργεί κανένα πρόβλημα σε μας και πως αυτοί έχουν το πρόβλημα.
Πιο επιφανειακή, ανεύθυνη και επιπόλαιη προσέγγιση δεν θα μπορούσε να υπάρξει, γιατί όποιος ισχυρίζεται κάτι τέτοιο, αγνοεί:
– Τον ρόλο που μπορεί να παίξει πολιτικά και οικονομικά στα Βαλκάνια η Ελλάδα, που από Πρωταγωνίστρια έχει μετατραπεί σε μέρος του προβλήματος.
– Την εξομάλυνση των σχέσεων της χώρας με όλες της Σλαβικές, Αλβανικές Εθνοτικές και Θρησκευτικές ομάδες, όπως σήμερα εκφράζονται από τα Εθνικά τους Κράτη στα Βαλκάνια και οι οποίες ήδη βρίσκονται στην απέναντι όχθη για διαφορετικούς λόγους, έχοντας όλοι αναγνωρίσει την FYROM για μας, «Μακεδονία» γι αυτούς.
– Την διείσδυση που επιχειρεί η Τουρκία στα Βαλκάνια, εκμεταλλευόμενη μεταξύ άλλων την εκκρεμότητα αυτή, σε μια περίοδο μάλιστα που φαίνεται να αμφισβητούνται έμπρακτα κεκτημένα και ταχτοποιήσεις του παρελθόντος (Συνθήκη Λωζάνης κλπ) ενώ προωθείται μια νέα έντονα επιθετική πρακτική με αύξηση εξοπλισμών και προσπάθεια ανατροπής των ισορροπιών.
– Τα οφέλη που μπορούν να προκύψουν, ενώ ήδη γνωρίζουμε από το παρελθόν πως η παρατεταμένη εκκρεμότητα υπήρξε καταστροφική στην συνέχεια για ό,τι ξεκίνησε επιχειρηματικά, οικονομικά, πολιτικά. Οφέλη που αφορούν, στις συνεργασίες και σε άλλους τομείς, όπως τουρισμό, παιδεία, περιβάλλον, κ.α..
Από την προσωπική μου εμπειρία και μόνο, καταγράφω ποιες επιπτώσεις είχαμε σε τοπικό επίπεδο:
– Στην μη προώθηση της σύνδεσης της Νίκης με τον διάδρομο 10 (Θεσσαλονίκη – Σκόπια), ενώ υπήρξε χρηματοδοτικό εργαλείο (ΕΣΟΑΒ), που δεν υλοποιήθηκε ποτέ λόγω προβληματικών σχέσεων.
– Στην σιδηροδρομική σύνδεση μέσω Μοναστηρίου, με την Κεντρική Ευρώπη.
– Στην μη λειτουργία του συνοριακού σταθμού και ακύρωση κατασκευής δρόμου σύνδεσης στο συνοριακό πέρασμα του Λαιμού, κίνηση καθοριστική για την ενοποίηση του τουριστικού προϊόντος της περιοχής Πρεσπών.
– Στην υλοποίηση προγράμματος διασύνδεσης των παραλίμνιων περιοχών στην λίμνη Μ. Πρέσπα οδικά αλλά και με πλωτά μέσα.
– Στην αναστολή κάθε επιχειρηματικής δραστηριότητας που επιχειρήθηκε από τοπικούς επιχειρηματίες, αλλά και την αδυναμία αξιοποίησης της διασυνοριακής θέσης του Νομού.
– Στην συνεργασία σε θέματα παιδείας και ιδιαίτερα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση (Πανεπιστήμιο), και τον τουρισμό.
– Στην συνεργασία φορέων Αυτοδιοικητικών και άλλων, αλλά και την προβληματική αξιοποίηση Ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων, που προβλέπονται σε διασυνοριακές περιοχές.
Χρησιμοποιείται το πολιτικό επιχείρημα ότι μια συμφωνία δεν μπορεί να είναι κακή μονομερώς, όταν υπάρχουν φωνές- και στις δύο πλευρές- που διαμαρτύρονται ότι υπήρξε Εθνική μειοδοσία της πλευράς που ανήκουν.
Οι απαιτήσεις, της πλειοψηφούσας μάλιστα άποψης στην κοινή γνώμη σήμερα και στις δύο πλευρές, δεν οδηγούν σε συμφωνία αμοιβαίου οφέλους και συμβιβασμού αλλά σε προτάσεις επιβολής όρων.
Μια συμφωνία δεν είναι συμφωνία, όταν δεν υπάρχουν υποχωρήσεις εκατέρωθεν (οι αδιαπραγμάτευτοι όροι επιβάλλονται μόνο διά της βίας).
Εύκολος ο δρόμος της απόρριψης, της παραποίησης, της στιγμιαίας έπαρσης χωρίς να ενδιαφερόμαστε για το τι αρνητικό θα ακολουθήσει στο μέλλον. Είναι η εκ του ασφαλούς «πατριωτική» στάση, γιατί κανείς δεν θα θυμηθεί να απολογηθεί, να λογοδοτήσει γι αυτό, γιατί απλώς θα έχει ξεχαστεί.
Η βήμα – βήμα υποχώρηση, είναι ανεύθυνη στάση, χωρίς κόστος και τέτοια είχαμε και έχουμε:
- Όταν το «Μακεδονία» γι αυτούς, ήταν π.Γ.Δ.Μ. για μάς.
- Όταν ο όρος «Μακεδονία», χωρίς συνθετικά και παρενθέσεις έχει καθιερωθεί πλέον στην γειτονική χώρα και ιδιαίτερα στις νεότερες γενιές μέσω της παιδεία,της διαπαιδαγώγησης και των οργανωμένων παρεμβάσεων του Κράτους.
- Όταν από την μία πλευρά στήνονταν τα αγάλματα και γίνονταν ονοματοδοσίες, εμείς συνεχίζαμε να την επισκεπτόμαστε αμέριμνοι (αλλά ουσιαστικά στηρίζαμε οικονομικά την χώρα).
- Όταν αντί για σφραγίδα στα διαβατήρια σφραγιζόταν κάρτα εισόδου και τώρα δεν χρειάζεται πια.
- Όταν οι πινακίδες των αυτοκινήτων έγραφαν – ΜΚ -, αλλά εμείς συνεχίσαμε το ίδιο αμέριμνα την γραφειοκρατική και πάλι τακτοποίηση του θέματος.
- Όταν μας υποχρέωναν στην χρήση του denary και όχι του ευρώ στις συναλλαγές μας, με ποινικοποίηση της συναλλαγής σε διαφορετική περίπτωση, αλλά καθόλου εμάς δεν μας κλόνισε.
- Όταν οι αδέξιοι εθνικά χειρισμοί μας οδήγησαν κατηγορούμενους και χαμένους στη Χάγη για την κακή εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας .
Ναι, δεν είναι η συμφωνία που θα επιθυμούσα, σαφώς την ήθελα καλύτερη.
Αλλά είμαι σίγουρος πως μια συμφωνία του μέλλοντος θα είναι χειρότερη από την σημερινή, όπως η σημερινή είναι χειρότερη της πρότασης συμφωνίας του παρελθόντος.
Δεν θα υπερισχύσει το θυμικό, το συναίσθημά μου, αλλά θα πειθαρχήσω στον ρεαλισμό και θα ακολουθήσω τον δρόμο που βάζει τις βάσεις για λύσεις.
Ένας «έντιμος συμβιβασμός» (Ν.Μέρτζος), είναι προτιμότερος από την παρατεταμένη αβεβαιότητα και την τελική ήττα (όπως τουλάχιστον ιστορικά είμαι βέβαιος ότι θα συμβεί), γιατί αυτό τεκμαίρεται ιστορικά μέχρι σήμερα.
Γιάννης Στρατάκης
π. Νομάρχης Φλώρινας