Ξεκινάω με μια πεποίθηση που είναι ενδεχομένως μαχητή για τον αναγνώστη, αλλά που είναι πολύ έντονη και δογματική για τον γράφοντα: εάν όλοι οι νέοι όλου του κόσμου έκαναν, για την διάρκεια ενός μηνός, ακριβώς αυτό που κάνουν οι μαθητές του Μουσικού Σχολείου Πτολεμαΐδας, όλοι οι πόλεμοι, όλες οι ανθρωπιστικές κρίσεις και κάθε δυσάρεστη ανθρώπινη δραστηριότητα θα έπαυαν για γενεές επτά. Πρόκειται για μια θεωρητική υπόθεση που δεν θα τύχει δοκιμής και απόδειξης, ή και για αστεία υπερβολή θα πει κάποιος. Πρόκειται όμως, το ξαναγράφω, για συνειδητά διατυπωμένη πεποίθηση, που δυστυχώς απαγορεύεται από ένα «εάν» για το οποίο μόνο οι εν λόγω, προς μίμηση μαθητές δεν ευθύνονται, αφού ξεπέρασαν τις υποθέσεις και πήραν θέσεις.
Δεν είναι ούτε τα ταλέντα τους, ούτε η ακαριαία ανταπόκρισή τους στην τεχνική κατάρτιση, ούτε καν η συνεπής στάση απέναντι σε προθεσμίες, ζητούμενα, αποτελέσματα – αυτά όλα είναι αξιέπαινα ως ατομικές αρετές αλλά συναντώνται ενίοτε και στον πόλεμο, στο έγκλημα, στους μαχαιροβγάλτες, μαχαιροπώλες και πλανημένους μοχθηρούς του κόσμου. Είναι όμως η συνειδητοποιημένη πρόθεση να συνδράμουν με γενναιοδωρία στο κοινό όφελος χωρίς αστερίσκους που τους καθιστά μια συμπαγή και ευεργετική κοινωνική δύναμη. Έχω την τύχη να είμαι εκεί και να διδάσκω και μπορώ να το επιβεβαιώσω. Σήμερα αξιώνουν, αύριο θα αξιωθούν, όταν ενηλικιωθούν θα είναι άξιοι – έχουν όλες τις ανεξίτηλες αξίες καλά στερεωμένες στις σύγχρονες πυξίδες ακριβείας τους. Αυτούς να μην τους φοβάστε, δεν ξέρουν οι ίδιοι από φόβους και διλήμματα, δεν θέλουν να ξέρουν από τεθλασμένες της ζωής, είναι πεντακάθαροι και φωτεινοί. Ασφαλώς, μηδένα προ του τέλους μακάριζε. Αλλά κι εμείς οι βοηθοί των ενάρξεων, οι εκπαιδευτικοί, βάζουμε κάποτε στοίχημα την εργασία μας και βλέπουμε μπροστά στα μάτια μας πού είναι το ταβάνι: εδώ λοιπόν η υπόθεση είναι υπαίθρια και ο κλωβός λυμένος.
Ευχές για την εκπλήρωση της προφητείας, λήξη συμπερασμάτων και περιγραφή αφορμής – βουστροφηδόν.
Τους τελευταίους 5 μήνες τα σύνολα ευρωπαϊκής μουσικής του Λυκείου διδάχτηκαν 10 νέα μελοποιημένα κείμενα Ελλήνων ποιητών. Εν μέσω μάλιστα αφύσικα αγχώδους εξεταστικής περιόδου – κάποτε θα πρέπει να δούμε την βαθμολόγηση αυτού του εθιμικού δεκαετούς εξεταστικού αμπατουάρ από το αθώο Λύκειο έως το μεταδιδακτορικό-λεκτοροτροφικό διάζωμα και να το παραπέμψουμε ως φάμπρικα σε αόριστη μετεξέταση – έγιναν 5 δοκιμές και παρουσιάστηκαν δύο συναυλίες στην Κοζάνη και την Πτολεμαΐδα. Υπό φυσιολογικές μαθησιακές συνθήκες, το πρόγραμμα θα τύγχανε ευρύτερης παρουσίασης και μεγαλύτερης ευκαιρίας διδακτικών εμπειριών, όμως ένας κυκεώνας πιεστικών εξετάσεων πάσης φύσεως, θλίψεως, οργής, κινδύνου και ανάγκης περιόρισε στα δύο αυτά δημόσια μαθήματα. Έστω, ήρκεσαν για τους εκπαιδευτικούς σκοπούς.
Θα αναφέρω εδώ, για λόγους αρχείου και τάξεως τις προσπάθειες όλων των διδασκόμενων συντελεστών στην πραγματική τους κλίμακα με προσοχή στην διατύπωση των επιθετικών προσδιορισμών – η υπερβολή των φιλοφρονήσεων απαιτείται από την υπερβολή της φιλοκαλίας τους. Πρώτοι οι μονωδοί: το προοίμιο από την Φλογέρα του Βασιλιά του Κωστή Παλαμά αποδόθηκε από την Κωνσταντίνα Πέμα, η οποία δημιουργεί σε πολύ πρόωρη ηλικία την σπάνια εκείνη αίσθηση ότι το κείμενο υπολείπεται της ερμηνείας του. Επίσης δημιουργεί την ασφαλή εκτίμηση ότι ο Παλαμάς θα ήταν ικανοποιημένος μαζί της. Δημιουργεί δηλαδή τις δύο συνθήκες που την καθιστούν ήδη μία πολύ καλή μουσικό. Ακολούθησε ο Πέτρος Στογιάννης σε μια πολύ σκαληνή γραμμή πάνω στον Σταυραητό του Κώστα Κρυστάλλη με αξιέπαινη πιστότητα στο κείμενο αλλά και στους υπαινιγμούς του, οδηγώντας ένα εύθραυστο κουϊντέτο σαν έμπειρος από καιρό. Η Αγγελική Ίτσκου ερμήνευσε το Νανούρισμα του Ζαχαρία Παπαντωνίου με αξιοσημείωτη τρυφερότητα και δωρικό λυρισμό. Οι τρεις αυτοί νεαροί κατάρτισαν και την άψογη, Βρετανικού τύπου, γραμμή χάλκινων οργάνων στην τρομπέτα το κόρνο και το τρομπόνι αντίστοιχα, μαζί με την νεοφερμένη, ευγενέστατη και μουσικότατη Ευθαλία Ιωαννίδου στην δεύτερη τρομπέτα. Τέταρτος μονωδός ο Παναγιώτης Χατζηαυγουστίδης σε λέξεις του Κλέωνα Καρθαίου, μετενσάρκωσε την προσευχή του ποιητή απέριττα και στο ακριβές μέτρο του πνεύματος και του γράμματός της. Και η μονωδός του φινάλε, Σοφία Μπούρμπουλα, αφοσιωμένη στον πεπρωμένο μικροφωνικό ρόλο της, κόσμησε σπαραξικάρδια το κείμενο του διευθυντή και εμπνευστή του γενικού προτάγματος του Σχολείου, με οστά, σάρκα αλλά και ανόθευτο πνεύμα, μαρμάρινη μνήμη από την Μικρασιατική καταστροφή.
Δεύτερη η ορχήστρα. Δίπλα στα χάλκινα πνευστά, στάθηκε πρώτος ο Βασίλης Ζυμάρας. Είναι το μέλος της ορχήστρας που όταν γίνονται οι γνωστές αναφορές σε λιθαράκια, μετερίζια και λοιπούς κοινούς τετρασύλλαβους, μπορεί με κάθε δικαίωμα να διατυπώσει εξασύλλαβα και με δικαιωματική αυθάδεια ότι τελεί ακρογωνιαίος – περιμένουμε να τον ακούσουμε σε κάθε ευκαιρία μετά την ολοκλήρωση των εγκύκλιων σπουδών του στο κλαρινέτο. Το νέο μέλος Βαλεντίνη Κρυτσάνη έδεσε την πνευστή γραμμή στο άλτο σαξόφωνο με διακριτικότητα και μεγάλη υπόσχεση για το μέλλον επιδεικνύοντας την απολύτως τέλεια διαγωγή. Και οι τέσσερις φλαουτίστες, Γιώργος Ιωακείμ Λιάκος, Ειρήνη Πασπάλη, Χρήστος Καραβόλτσος και Κωνσταντίνα Φραγκουλίδου, αφανείς ελαιογράφοι της λεπτομέρειας και πιστές μετόπες της αρμονικής στήλης, διακρίθηκαν για τον πολύ υψηλό βαθμό βελτίωσής τους.
Οι δύο πιανίστες του συνόλου, Γιώργος Τσαλιάνης και Βάγια Τουρτούρη είναι στην κοινή ελληνική ο «ένας καλύτερος απ’ τον άλλον» και στο άθροισμά τους προκύπτουν υπερπολλαπλάσιοι των απαιτούμενων. Θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο της δια βίου ενασχόλησης με το πιάνο, ανεξαρτήτως κατεύθυνσης σπουδών. Και ο Γιώργος Καρακώστας, με τα πενιχρά μέσα των λίγων κρουστών οργάνων φτωχής ποιότητας ενός σχολείου, μας έδωσε ήχους από συμφωνικά κρουστά, καμπάνες, νταούλια, αμόνια και κάθε λογής μεμβρανόφωνες παλέτες, ορίζοντας πάντα τον αεικίνητο μετρονόμο του συνόλου.
Οι τρεις κιθαριστές του συνόλου, Κώστας Διρχαλίδης και Άνυ Κεβρεκίδου στην κλασική κιθάρα και Αλέξανδρος Κωτίδης στην ηλεκτρική κιθάρα, εμπλούτισαν το ηχόχρωμα του συνόλου από το ρέτζιστρο της άρπας και του λαουτιέρη μέχρι τα αγριεμένα ντεσιμπέλ της παραμόρφωσης και πάντα με καλή αναγνωστική αρτιότητα. Ο δε Δημοσθένης Εφραιμίδης δεν έχασε ούτε μία σχετική αρμονική συχνότητα με το ηλεκτρικό μπάσο του, κάτι σχεδόν ανήκουστο για αυτό το όργανο.
Τέλος, οι τέσσερις μόλις τοξωτοί έγχορδοι, Σοφία Μπαλαπανίδου, Άννα Γκόσις, Ιωάννης Μυλωνάς στο βιολί και Κωνσταντίνα Πετρίδου στο βιολοντσέλλο εξέτισαν θητεία σε ναρκοθετημένα, μονήρη αναλόγια με ηρωϊκές επιδόσεις. Πέραν του ότι ανταπεξήλθαν περίφημα σε εχθρικές σχεδόν μουσικές συνθήκες, υπερασπίστηκαν την υπόλοιπη ορχήστρα σαν σε έγχορδες Θερμοπύλες, χωρίς καλά-καλά να έχουν προχωρήσει σε ανώτερες Ωδειακές σπουδές. Τους λες και μπράβο, λέξη που καλό είναι να μην καταχράται κανείς.
Όλοι αυτοί μαζί – να μην το ξεχνάμε – εκτέλεσαν τις καλύτερες και πιο ενεργείς παύσεις που μπορεί να αποδώσει ένα νεανικό σύνολο.
Μένει η χορωδία. Παρουσιάστηκε βελτιωμένη από μέρα σε μέρα και γλυπτά στημένη από την εξ ημισείας επιβλέπουσα συνάδελφο Ειρήνη Ντελέζου, χωρίς την συνεργασία της οποίας το εκπαιδευτικό αποτέλεσμα του προγράμματος θα ήταν σαφώς μηδενικό. Τα μέλη της υπέστησαν τα χίλια μύρια πάνδεινα τύπου Σοβιετικού σολφέζ από τον γράφοντα και υπέμειναν γιατί επέμειναν, ώστε ήλθε τελικά η στιγμή που αν και η βασική πρόθεση ήταν η συνέχιση καυστικής κριτικής του διδάσκοντος, εκείνος αποστομωμένος δέχθηκε πως το αποτέλεσμα ήταν πλέον άριστο και δεν υπήρχε λόγος για περαιτέρω παρατηρήσεις. Ο ηττημένος τους χαιρετίζει. Πρόκειται για τους:
Δήμητρα Βαρταλάμη, Αγγελική Ίτσκου, Βασιλική Ιωαννίδου, Ευθαλία Ιωαννίδου, Σοφία Μπούρμπουλα, Μαρία Μαυροματίδου, Ευανθία Νάκου, Ζωή Νιτσιοπούλου, Γεωργία-Ρέα Σβώλη, Αναστασία Τατσίδη, Βασιλική Τσετσέκου, Μαριάννα Χαριτωνίδου, Καλλιόπη Χατζάρη, Θεόδωρο Αλευρίδη, Λήδα-Λουντμίλα Βαλιάκα, Ευαγγελία Γκουτζιαμάνη, Γρηγόρη Κουϊμτζίδη, Παρασκευή Κουλιούφα, Θωμά Κουντουρά, Χρυσοβαλάντη Μπεσπάρα, Ειρήνη Πασπάλη, Γλυκερία Πλεξίδα, Βάγια Τουρτούρη, Κυπαρισσία Τσαμπούρη, Αλέξανδρο Τσιώγκα, Κωνσταντίνα Φραγκουλίδου, Ειρήνη Χατζάρη, Μαρία Χατζάρη και Παναγώτη Χατζηαυγουστίδη.
Στις πρώτες, πιο πάνω, 13 καλλίφωνες δεσποινίδες ανήκει και το μείζον «γυναγάθημα» του προγράμματος. Ελλείψει γυναίκας ποιήτριας στο πρόγραμμα – ποιος ξέρει, ίσως να έγινε «πατριαρχικά» η εκλογή; α, μπα – το πιο δύσκολο μουσικό κείμενο αφορούσε μονόλογο της Αρετούσας και το τραγούδησαν μονο νεαρές γυναικείες φωνές. Όμως εδώ η μουσική ήταν εξάφωνη με πολλά κλειστά και διάφωνα διαστήματα και ανήκει σε μια σφαίρα ανώτερης τεχνικής δυσκολίας. Έπαινος λοιπόν ιδιαίτερος σε αυτές τις μαθήτριες υπό Ντελέζου που δεν έκαναν απλά βήματα μπροστά αλλά προ-Ολυμπιακό άλμα εις εξαπλούν.
Άλλοι συντελεστές: όλοι οι υπόλοιποι που βρίσκονται κοντά σε αυτό το σχολείο προεξάρχοντος βεβαίως του ηγούμενού του, Παύλου Ταγτεβερενίδη, που επιτρέπει, τρέπει και προτρέπει σε όλα τα παραπάνω και όλα τα παρακάτω που έρχονται. Και μια ευχαριστία στον πρόεδρο του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων Ξενοφώντα Σίσκο. Πέραν των της προεδρίας του, επιτέλεσε καθήκοντα ηχολήπτη αδιαμαρτύρητα επί τριημέρου και ηχογράφησε επαγγελματικά επί εξαώρου το πρόγραμμα στο Σχολείο.
Σύνοψη και επίλογος στον 1ο ενικό της μικροπρεπείας.
Δεν ήταν και δεν είναι καθόλου σκοπός ζωής να είμαι καθηγητής μέσης εκπαίδευσης, υπηρετώ εξ ανάγκης και δέσμιος όρκου. Πείθομαι όμως σιγά-σιγά ότι είναι μια καλή τύχη. Γιατί είναι μόνο καλή τύχη να εργάζεται κανείς κάπου και δίνοντας το ελάχιστο μιας βασικής προσπάθειας να απολαμβάνει ένα υπερμεγέθες αποτέλεσμα από μια ομάδα εφήβων του στατιστικού απίθανου, δημογραφικά, τεχνικά, μουσικά. Μυστήρια πράγματα από παιδιά 16 και 17 ετών. Κάτι σαλεύει στο Μουσικό Σχολείο Πτολεμαΐδας – μπορεί και να είναι η μουσική, μπορεί κάτι πολύ μεγαλύτερο, μια ειρήνη και μια ευδοκία της κοινής προσπάθειας. Μπορεί ακριβώς εκείνη η ανέσπερη φλόγα που καλεί ο Παλαμάς, όταν γράφει τα λόγια που τραγούδησαν οι μαθητές:
Σβησμένες όλες οι φωτιές οι πλάστρες μες στη Χώρα…
απάνου από τ’ απόσταχτα, άναψε, ω φλόγα, λάμψε…
και πλάσε τους και ζήσε τους κάποιους καημούς πατέρες
και κάποιες γνώμες πλάσε τις και ζήσε τις μητέρες,
και κάμε αδέρφια τα όνειρα και τα έργα! Εμπρός, τραγούδι!