Ο κρόκος Κοζάνης ή αλλιώς η ελληνική ζαφορά (saffron), είναι τo φυτό από το οποίο, γίνεται η παραγωγή του πιο ακριβού μπαχαρικού (συγκριτικά με τα υπόλοιπα) και ανήκει στην καλύτερη ποιότητα σαφράν, στον κόσμο. Το χρυσάφι της ελληνικής γης, όπως συχνά αποκαλείται, έχει την ιδιαιτερότητα να μην αναπαράγεται όπως τα υπόλοιπα είδη, καθώς δεν έχει σπόρους. Η διαιώνιση του προκύπτει μέσω της διάσπασης των βολβών του. Με λίγα λόγια, ο βολβός παράγει καινούριο βολβό, ο οποίος δίνει νέα φυτά. Συγκαταλέγεται στα πολυτιμότερα μπαχαρικά των αρχαίων πολιτισμών αλλά και των συγχρόνων, για το χρώμα, το άρωμα, τις φαρμακευτικές και αφροδισιακές του ιδιότητες.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι ο Όμηρος, το αναφέρει στα κείμενά του, η Κλεοπάτρα το χρησιμοποιούσε στα καλλυντικά της, ενώ το συναντάμε ακόμη και στην Παλαιά Διαθήκη.
Καλλιέργεια
Για να αναπτυχθεί ο κρόκος Κοζάνης απαιτούνται ακραίες καιρικές συνθήκες. Ξηρό και ζεστό κλίμα το καλοκαίρι, κρύο το χειμώνα. Το έδαφος πρέπει να είναι επίπεδο, ξηρό και να απομακρύνει το νερό άμεσα, ώστε να μην σαπίζουν οι βολβοί. Η φύτευση του γίνεται τους καλοκαιρινούς μήνες, Ιούνιο και Ιούλιο. Οι βολβοί, τοποθετούνται σε αυλάκια βάθους 20 εκατοστών, με την απόσταση ανάμεσα τους να είναι δέκα εκατοστά. Η συλλογή του φυτού, γίνεται τέλος Οκτώβρη. Το λουλούδι πρέπει να μαζεύεται νωρίς το πρωί, καθώς μαραίνεται και χάνει το άρωμα και τις ιδιότητες του πολύ γρήγορα.
Για να διατηρηθούν τα στίγματα για μεγάλο χρονικό διάστημα θα πρέπει να αποξηρανθούν, κάτι που κάνει τον κρόκο να χάνει το 75% του βάρους του και το χρώμα του να μεταβάλλεται σε κόκκινο. Για να παραχθεί 1 κιλό κρόκου χρειάζονται 8.500 λουλούδια. Το τελικό προϊόν που προκύπτει είναι μόλις 200 γραμμάρια αποξηραμένων στιγμάτων και κοστίζει μέχρι και 2.000 ευρώ το κιλό. Για να διατηρηθούν και να μην χάσουν τα χαρακτηριστικά τους, χρειάζονται προστασία από το ηλιακό φως, τη ζέστη και την υγρασία. Η μοναδική περιοχή στην Ελλάδα που καλλιεργείται το συγκεκριμένο φυτό εδώ και δεκαετίες , είναι η Κοζάνη.
Ο κρόκος στην αρχαιότητα
Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο όρος «κρόκος», προκύπτει από τον θεό Ερμή, ο οποίος, καθώς εξασκούνταν στη δισκοβολία, τραυμάτισε θανάσιμα, χωρίς να το θέλει, τον θνητό φίλο του, Κρόκο. Ο Ερμής, μην μπορώντας να αντέξει την απώλεια του φίλου του, αποφάσισε να του χαρίσει την αθανασία, μεταμορφώνοντας το άψυχο κορμί του σ’ ένα πανέμορφο μοβ λουλούδι και το αίμα του κρόκου, σε τρία κόκκινα στίγματα στην καρδιά του λουλουδιού. Από εκείνη τη στιγμή απέκτησε την συγκεκριμένη ονομασία. Πρόκειται για λουλούδι με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και χρησιμοποιείται εκατοντάδες χρόνια ως φάρμακο, άρτυμα και βαφικό υλικό.