Οι εξελίξεις με την διαπραγμάτευση για την δεύτερη αξιολόγηση δείχνουν ότι είμαστε μπροστά στο επόμενο πιο αποφασιστικό βήμα της ιδιωτικοποίησης του κλάδου της ηλεκτρικής ενέργειας. Τα δημοσιεύματα που διαρρέουν και οι δημόσιες τοποθετήσεις παραγόντων οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν αποφεύγεται η πώληση του 40% λιγνιτικών και υδρoηλεκτρικών μονάδων σε ιδιώτη. Η παραπέρα ιδιωτικοποίηση του κλάδου προωθείται για να εξασφαλίσει νέα πεδία κερδοφορίας για μονοπωλιακούς ομίλους που δραστηριοποιούνται στον κλάδο. Η όποια διαπραγμάτευση γίνεται, αφορά το ποιος θα πάρει μεγαλύτερο κομμάτι από την πίτα. Εξάλλου οι πολεμικές συγκρούσεις στην περιοχή μας αίτιο έχουν, το ποιος θα ελέγξει ενεργειακά κοιτάσματα και ενεργειακούς διαδρόμους.
Στα πλαίσια αυτά και η ΔΕΗ Α.Ε προσπαθεί μέσα σε συνθήκες όξυνσης του ανταγωνισμού να εξασφαλίσει τα κέρδη των μετόχων της. Μετά από τις μεγάλες μειώσεις μισθών (50% για το σύνολο του προσωπικού ανεξαρτήτου εργασιακής σχέσης) προσπαθεί με την τρομοκρατία (διώξεις εργαζομένων, κάρτες και κάμερες σε ΑΗΣ και ορυχεία), με την στάση της απέναντι στους οικισμούς για μετεγκατάσταση ( δεν παραβρέθηκε σε συνάντηση με Σταθάκη για μετεγκατάσταση της Ακρινής και αγίων Αναργύρων) να στείλει μήνυμα ότι δεν θα ανεχτεί τίποτα που να βάζει σε κίνδυνο την κερδοφορία της. Προωθεί την αξιολόγηση του προσωπικού με στόχο νέες μειώσεις μισθών, προωθεί απολύσεις που τις παρουσιάζει σαν “εθελούσιες” που θα έχουν συνέχεια και σε αλλά τμήματα του προσωπικού κ.α. Όλα αυτά την στιγμή που ξεδιπλώνει τα επιχειρηματικά της σχέδια για επενδύσεις σε Αλβανία, Τουρκία, ηλεκτρικά αυτοκίνητα κ.α
Οι δηλώσεις του προέδρου της ΓΕΝΟΠ από το βήμα του Συνεδρίου του Εργατικού Κέντρου Πτολεμαΐδας, για ενδεχόμενη αδυναμία πληρωμής των δεδουλευμένων των εργαζομένων τον Ιούνιο στόχο έχει να τρομοκρατήσει τους εργαζόμενους στη λογική που καλλιεργεί η εργοδοσία να βάλουν πλάτη, να δεχθούν νέες περικοπές στα δικαιώματα τους για να σωθεί η επιχείρηση.
Οι εξελίξεις αυτές παράλληλα με τον περιορισμό της αξιοποίησης του λιγνίτη στο ενεργειακό μίγμα θα επιφέρει καταστροφικές συνέπειες στην περιοχή, επιδείνωση της θέσης και των δικαιωμάτων των εργαζομένων, αύξηση της ανεργίας, μεγαλύτερη ενεργειακή φτώχια για τα εργατικά -λαικά νοικοκυριά.
Σήμερα έχουμε εμπειρία από την προηγούμενη προσπάθεια προώθησης της “μικρής ΔΕΗ”. Τότε ΣΥΡΙΖΑ -ΑΝΕΛ, εργοδοτικοί- κυβερνητικοί συνδικαλιστές, τοπική διοίκηση, στις πύλες Ορυχείων και ΑΗΣ καλλιεργούσαν αυταπάτες ότι με την αλλαγή κυβέρνησης θα είχαμε θετικές εξελίξείς για τους εργαζόμενους και το λαό. Ενώ συμφωνούσαν με την Ε.Ε , την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας, την ανταγωνιστικότητα καλλιεργούσαν αυταπάτες ότι μπορεί σε αυτά τα πλαίσια να υπάρξει φιλολαϊκή λύση. Οποία λύση και να επιλεγεί (ΝΟΜΕ, στρατηγικός επενδυτής, ΣΔΙΤ κ.α) έχει γνώμονα τα κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων όπως θα έχει και αυτή που θα επιλεγεί μετά το τέλος της διαπραγμάτευσης.
Πλέον οι εργαζόμενοι στο κλάδο, το σύνολο της εργατική τάξης, τα λαϊκά στρώματα έχουν εμπειρία. Δεν πρέπει για μια ακόμα αφορά να επιτρέψουν οι αγώνες τους να αξιοποιηθούν για την κυβερνητική εναλλαγή, για να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα ενός μονοπωλιακού ομίλου κόντρα στον άλλο. Να μην σηκώσουν ξένη σημαία.
Μπροστά στις εξελίξεις να πάρουμε την οργάνωση του αγώνα στα χέρια μας. Να μην υπάρξει κανένας εφησυχασμός ότι η διαπραγμάτευση μπορεί να φέρει οφέλη για τους εργαζόμενους του κλάδου και τον λαό. Με Γενικές Συνελεύσεις, συσκέψεις με την δημιουργία επιτροπών αγώνα κ.α προετοιμάζουμε την αγωνιστική απάντηση ενάντια στην κόλαση που μας ετοιμάζουν. Να παλέψουμε όχι μόνο να μπει ένα φρένο στα νέα μέτρα αλλά να ανοίξουμε τον δρόμο, να αποτελέσει η ενέργεια κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα. Στη χώρα μας υπάρχει το απαραίτητο προσωπικό (τεχνικό, επιστημονικό κ.α), πλούσιος ορυκτός πλούτος (π.χ λιγνίτης), αξιοποίηση των ΑΠΕ, που μπορούν να εξασφαλίσουν την επάρκεια της χώρας μας σε φθηνή ηλεκτρική ενέργεια, με εξάλειψη της ανεργίας. Προϋπόθεση όλος αυτός ο πλούτος να μην αποτελεί ιδιοκτησία των μονοπωλιακών ομίλων που έχουν στόχο το κέρδος αλλά λαϊκή περιουσία.