Η κοζανίτικη αποκριά πολυήμερος εορτή κάτι μεταξύ λαϊκού παζαριού (νιάημερος) και πρόχειρου λαογραφικού πολιτισμού (χοροί, γλέντια, παρελάσεις, καρναβάλια, σάτιρα, φανοί κ.λπ) έρχεται από μακριά (ίσως τον 18ο αι.) -κυρίως οι φανοί-, και δεν πάει πουθενά. Στην πόλη διατηρείται το μόνον πανελληνίως, έθιμον του ανάματος στις γειτονιές των φανών και γύρωθεν αυτών να ορχούνται οι πάντες παραδοσιακά με κάποια εντελώς τοπικά (μπρε μπρε μπρε) και άλλα πανελλαδικής εμβέλειας («Παένω κι έρχομαι, μα δε σε βρίσκω…» εκ του «Μήλο μου κόκκινο», το οποίο συνεχώς παίζει η δημοτική μπάντα Πανδώρα).
Κάποιοι επιχώριοι α-μελετητές ατιμωρητί μπορεί να ισχυριστούν πως οι φωτιές αυτές έρχονται από την άπατη μυθολογία μας ότι με παρόμοιες φωτιές στις κορυφές βουνών και λόφων (φρυκτωρίες) έγινε γνωστή η πτώση της Τροίας στο μέγα μυθολογικόν πανελλήνιον. Είπα «φρυκτωρίες» και θυμήθηκα τον ποιητή ποταμό Σαράντο Παυλέα- με τις πολυσέλιδες 400 τόσες ποιητικές του «Φρυκτωρίες» που κάποτε με «γονάτισαν».
Οι 15 περίπου φανοί φέρουν τα ονόματα της γειτονιάς που έχει έδρα ο «θυσιαστήριος» (των δαδιών) βωμός, λ.χ. «Πηγάδι του Κεραμαριό», «Τ’ Αλώνια» («Ολ’ στ’ Αλώνια με τα κοντά τα πανταλόνια»), «Σκ’ρκα» (σλαβιστί βραχώδης προεξοχή), «Λάκκους τ’ Μάγγανι» (λέγε με Ματίνα Μ.) «Κασμιρτζίδις» κι εδώ ο μέγας Γ. Πλόσκας «τουπίκλην Γιαντς τσ’ Λένγκους» κ.ά. Ίσως και κάπως παρεξηγήσιμα αν τα δεις με μια γρήγορη ματιά. Έτσι ο λίαν τολμηρός φανός «Μπουντανάθκα σε πάει κατευθείαν στα παρεξηγήσιμα, ηχητικά κακόφημα μέρη. Κι όμως είναι παραφθορά του τοπωνυμίου «Μεγδανάθκα», αφού εκεί ήταν η περιοχή που ζούσε η οικογένεια Μεγδάνη που έφερε στις τάξεις της τον μέγα διανοούμενο ιερέα κι ιερομνήμονα Χαρίσιο Μεγδάνη (1768-1823). Εκείνου του ριζοσπάστη ιερέα που ελάχιστη σχέση είχε με τα ιερατικά καθήκοντα αλλά ασχολήθηκε φανατικά με τα γράμματα, τη διδασκαλία, τη λογιοσύνη μέχρι και με την ιατρική των… ρολογιών. Έγραψε σπουδαία συγγράμματα: Αρχαιολογία, Ποιητική, Φαρμακολογία, Χαρακτήρες κ.ά. Αρχηγέτης της σχολής της Κοζάνης την περίοδο του ύστερου Νεοελληνικού διαφωτισμού, δάσκαλος όλων των σημαντικών πνευμάτων της πόλεως.
Η γειτονιά Μεγδανάθκα μετά από τη χρόνια παραφθορά έφτασε στα Μπουντανάθκα.
Ο φανός Μπουντανάθκα, δηλαδή τα καληκέλαδα μέλη του, σε μια εκδήλωση του ΙΝΒΑ, την 27η Φεβρουαρίου 1998, τότε που την Κοζάνη θεωρούσαμε «Πόλη του Βιβλίου», με τον αμφίσημο τίτλο «Αποκριά από μακριά», «όρμηξαν» αλλά με τάξη, στην κατάμεστη από ώρα αίθουσα του Κοβενταρείου και πάνω στη σκηνή από την οποία μόλις είχαν αναχωρήσει οι «Γυαλιστεροί» οργανοπαίχτες Μηλοχωρίου (τους είχε ωθήσει εκεί ο ευγενής πολίτης κ. Γ. Δόδουρας) και μου επιδαψίλευσαν τιμήν, δόξαν (και λόξαν) με το αυτοσχέδιο χορευτικό τραγούδι τους, γραμμένο μάλιστα σε μια σακούλα χάρτινη απ’ αυτές που βάζαν οι ψαράδες τα ψάρια: «Το βιβλίο Καραγιάννη δεν ταιριάζει στην Κοζάνη/ η Κοζάνη θέλει γλέντια κ.λπ…»
Είχα πλέον περάσει στη λαϊκή μούσα! Τι άλλο ήθελα;
ΥΓ. Τώρα πολύ θα ήθελα να γνωρίσω εκείνον τον «ποιητή», σχεδιαστή του τραγουδιού.