Φτάνει πια! Όπως τότε που ο Τουργκένιεφ αναφώνησε μπροστά στην λαιμητόμο και τον επικείμενο θάνατο του εγκληματία εκείνο το αγωνιώδες και σπαρακτικό «φτάνει πια», έτσι και σήμερα υψώνεται ως κραυγή μια ισοβαρής απαίτηση για τελειωμό. Φτάνει πια με τους γελοίους, τους μέτριους και τους γραφικούς που μας φόρτωσε στον σβέρκο εκείνο το αλησμόνητο αντιμνημονιακό παλιρροικό κύμα, που στην πλημμυρίδα του έχτιζε με του Μανολιού τα λόγια ανώγια και κατώγια και χόρευε ηρωικά χασαποσέρβικα στους δρόμους και τις πλατείες και στην άμπωτή του άφηνε ξοπίσω Μνημόνια, διόδια, φοροεπιδρομές, μειώσεις μισθών και συντάξεων, πλειστηριασμούς και χαράτσια ακίνητης περιουσίας.
Διανύουμε εποχές επέλασης των δημαγωγών, των λαοπλάνων και των αρπακτικών. Όχι ότι πριν ζούσαμε σε πολιτεία ισονομίας και ισηγορίας. Οχι ότι πριν η παρρησία των εκλεκτών αρκούσε για να καλύψει τον βόρβορο των πολλών. Όχι ότι πριν πετούσαν πάνω από τα κεφάλια του Δήμου τίποτα αθώες περιστέρες και ξαφνικά ήρθαν τα θλιβερά κοράκια. Αλλά τουλάχιστον υπήρχε τότε και μια επίφαση αξιοκρατίας. Μια αστική ευπρέπεια. Μια ορθογραφία βρε αδερφέ. Ένα στοιχειώδες συντακτικό σε αυτά που ξεστομίζανε. Και στον σωρό υπήρχαν και πολιτικοί με ανάστημα που κάτι έλεγαν και ας μην θέλαμε να τους ακούσουμε.
Είχαμε κρίση θεσμική. Όχι τόσο στο επίπεδο της συνταγματικής κατοχύρωσης και της μεμονωμένης οργάνωσης των θεσμών, όσο σε εκείνο της μεταξύ τους συνάρθρωσης και της δυνατότητάς τους να επιδρούν και να μεταβάλλουν τις κυρίαρχες κοινωνικές πρακτικές. Koινώς είχαμε θεσμούς βιτρίνες με το μπάχαλο να αποτελεί το μόνιμο εμπόρευμα στα μέσα ράφια. Και ήρθε σε αυτήν να προστεθεί ο πολιτικός βολονταρισμός των σαλταδόρων της εξουσίας ως πρακτική διακυβέρνησης μιας χώρας. Στα φτωχά τους τα μυαλά αρκούσε ένα γκοου μπακ μανταμ Μερκελ για να αλλάξει ρότα το ευρωπαικό οικοδόμημα, ένα νταούλι να βαράει για να τα κάνουνε πάνω τους οι αγορές, ένας νόμος και ένα άρθρο για να απαλλαγεί η χώρα από την επιτροπεία, ένα κακάρισμα του μεσιέ Πολάκη στο φου μπου για να αρχίσει να λειτουργεί σωστά το διαλυμένο σύστημα υγείας. Είναι αυτή η πολιτική μαγεία του Taguieff που πείθει τον ηγέτη ότι μπορεί να αλλάξει τον κόσμο με μόνη την ισχύ της ομιλίας του. Αλλά οι καημένοι ούτε ηγέτες είναι, ούτε να μιλάνε ξέρουν. Ως και στον λαικισμό απέτυχε το κόπυ πάστε τους!
Είχαμε κρίση πολιτικής ηγεσίας. Μέτριους διαχειριστές ενός διεφθαρμένου δημόσιου βίου, μιας διαλυμένης δημόσιας διοίκησης, ενός πελατειακού κράτους, μιας κοινοβουλευτικής ομάδας, που στην καλύτερη των περιπτώσεων είχε και καμιά δεκαριά βουλευτών που κάτι μισοξέρανε από πολιτική και διοίκηση. Για τους άλλους καλύτερα να μην ανοίξουμε το στόμα μας. Μικροί «ηγέτες» που βολεύονταν με την καθημερινή μικροδιαχείριση της ελλαδίτικης μιζέριας και που το μόνο τους μέλημα ήταν απλά η αναπαραγωγή του μικροσυστήματος γύρω από αυτούς. Εμμονή με το μικρό και τα παράγωγα του! Κανένα όραμα για την χώρα, καμία προσπάθεια πραγματικού εκσυγχρονισμού, καμία θάρρητα για αντεπίθεση και μάχη. Και ήρθαν σε αυτήν να προστεθούν ο Αλέξης, ο Πάκης, ο Βούτσης, ο Καρυπίδης και ο Μπέος. Δεν θέλω να αξιολογήσω περαιτέρω αυτό που μας έλαχε ως ηγεσία. Θέλω απλά να κλάψω για την εθνική μας γκαντεμιά!
Είχαμε κρίση πολιτικής υποαντιπροσώπευσης. Πολιτικούς που εκπροσωπούσαν επάξια το καφενείο με έναν ατροφικό δημόσιο λόγο, χωρίς καμία ευρηματικότητα, χωρίς κανέναν οραματικό υπαινιγμό, ανίκανοι να εκφράσουν και να κινητοποιήσουν τα δημιουργικα κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας. Και ήρθε σε αυτήν να προστεθεί, ως ειρωνεία της ιστορίας και ως πραγματικό φτύσιμο της εθνικής μας ειμαρμένης, ο Πολάκης, ο Καμμένοςκαι οι συν αυτοίς. Το καφενείο αδιαμεσολάβητο! Η παρόλα στα καλύτερα της! Ο Ιονέσκοστα φόρτε του. Πλοκές δίχως καμία σημασία, ακατάσχετη λογοδιάρροια δίχως κανένα αντικείμενο, αυτοματισμοί του άγλωσσου και του ανούσιου, κοινώς «το να μιλάμε για να μη λέμε τίποτα». Ό,τι πιο απεχθές και γελοίο είχε να επιδείξει ο φερόμενος ως αφρός της ελληνικής κοινωνίας ήρθε και κατσικώθηκε στις «ξυνές» καρέκλες μας. Και από κάτω να παραληρούν οι κεκράχτες και οι παλαμακιστές με μαντινάδες, λιβανίσματα και σαλιαρίσματα. Και εσύ να απορείς, σαν τον Καβάφη, πως είναι δυνατόν να απαρνιούνται όλοι αυτοί το ενήδονο και το καλαίσθητο της Αντιοχείας για τις αερολογίες και τα γελοία γένεια του Ιουλιανού Πολάκη!
Είχαμε κρίση διαχειριστικής ικανότητας. Πολιτικούς των οποίων η σχέση με το πολιτικο και διοικητικό μάνατζμεντ παρέπεμπε στην σχέση του Μαρκήσιου ντε Σαντ με την μονογαμία. Κοινώς καμία σχέση. Ρουσφέτια, διορισμοί από το παράθυρο, μεταθέσεις σε γόνιμα ή άγονα, πολεοδομικές και φορολογικές διευθετήσεις, χορηγήσεις δανείων στους κολλητούς και άλλα πολλά και φαιδρα. Και σε αυτήν ήρθε να προστεθεί ένας συρφετός διορισμένων βουλευτών δίχως κρίση,δίχως εχέγγυα στοιχειώδους πολιτικής επάρκειας, δίχως επίγνωση του ρόλου που τους ανατέθηκε απο το εκλογικό τους σώμα. Ναι σε όλα, πάμε όλοι μαζί σε μια παραλία, Θωμά είσαι σπίτι; Γιατί σε παίρνω και μιλάς!
Αλλά είχαν αυτό το περιλάλητο ηθικό πλεονέκτημα που αρκούσε στην αρχή για να ντύσει ευπρεπώς την γύμνια τους. Το περιέφεραν με δόξα και καμάρι στα τηλεοπτικά πάνελ, το είχαν ως άσσο στο μανίκι τους όταν η συζήτηση σοβάρευε και έπρεπε να ρίξουν και κανα επιχείρημα της προκοπής στο τραπέζι του δημόσιου Λόγου. «Δεν ξέρω την τύφλα μου από πολιτική και διοίκηση, δεν καταλαβαίνω από αριθμούς και διαγράμματα, δεν αντιλαμβάνομαι το τι μου λέτε, αλλά ξέρετε κάτι; Εγώ είμαι κύκνος»! Ένας κύκνος άσπιλος,παρθένος και αμόλυντος. Μια επαναλαμβανόμενη ηθικολογία, μια μόνιμη επίκληση της αρετής για να καλυφθεί το οφθαλμοφανές του «εική και ως έτυχε», για να αποκτησει κάποιο νόημα το κουτουρού του Βαρουφάκη, του Αλέξη και της παιδικής χαράς τους. Αλλά δεν χρειάστηκε να περιμένουμε και πολύ για να καταλάβουμε την φενάκη του αριστερού κύκνου. Εξάλλου για κάποιον που έχει διαβάσει Μαρξ και δεν τον περιφέρει απλά ως αποκριάτικη στολή στο τηλεοπτικό Τριώδιο η αριστερή ηθική σε αυτά τα ζητήματα έχει μια πολύ ξεκάθαρη αφετηρία. Τον ίδιο τον Μαρξ. Όχι σε αυτά που έγραφε αλλά σε αυτά που ζούσε. Όχι στον Μαρξ φιλόσοφο αλλά στον Μαρξ τζογαδόρο και παίκτη του Χρηματιστηρίου, ο οποίος κερδίζοντας περισσότερες από 400 λίρες, επενδύοντας σε αμερικανικά χρεόγραφα, δήλωνε όλο στόμφο πως όλο αυτό το έκανε προκειμένου να ξαλαφρώσει τον εχθρό από μερικά χρήματα! Αυτός ακριβώς είναι λοιπόν ο ηθικός αξιακος κώδικας του Αριστερού. Στην αφετηρία του βρίσκεται η αρπαγή, όχι φυσικά για τον ίδιο αλλά για την φουκαριάρα την μάνα του, στην πορεία εμφανίζεται ξανά η αρπαγή, όχι ως κανόνας αλλά ως ξεστράτισμα του κύκνου από την άσπιλη πορεία του, για να συνειδητοποιήσεις στο τέλος πως η αρπαγή ήταν ο μόνος στόχος για αυτόν. Μόνο που χρειαζόταν και έναν φερετζέ για να μην δίνει στόχο στους άλλους!