Στο άρθρο της κας Α. Γούτα, ΑΠΕ-ΜΠΕ:
https://www.amna.gr/ μπορείτε να δείτε τις υψηλές επιδόσεις της Δυτικής Μακεδονίας, Ηπείρου, του Νομού Ιωαννίνων, Νομού Κοζάνης σε τοπικά καταγόμενους διδάκτορες ανά 1000 κατοίκους, όπως βλέπετε στο επισυναπτόμενο διάγραμμα.
Επίσης, η Κεντρική Μακεδονία και η Θεσσαλία τα πάνε πολύ καλά. Εντελώς τυχαία, σε αυτές ακριβώς τις περιοχές προγραμματίζονται data centers και AI factories, με τα καλά τους και τα κακά τους (τα Νέα, 19/11/2025).
Τα πλήρη στοιχεία (που είναι σε επιστημονικό άρθρο μου υπό διαμόρφωση) μπορούν να οδηγήσουν πολιτικές ανάπτυξης μιας ‘Εγνατίας των γραμμάτων και της επιστήμης’, με κατάλληλα κίνητρα και χρηματοδότηση και για επαναπατρισμό των εντόπιων επιστημόνων. Χωρίς αυτούς (και την εκπαίδευση νέων), δεν μπορεί να υποστηριχθεί ανάπτυξη π.χ., στην Τεχνητή Νοημοσύνη (για τις ανάγκες της οποίας ξεκίνησε και η παρουσιαζόμενη μελέτη).
Φαίνεται ότι, υπό ορισμένες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, η φτώχια οδηγεί στην μόρφωση υψηλού επιπέδου. Δεν ισχύει όμως παντού. Για παράδειγμα, οι Περιφέρειες Πελοποννήσου και Στερεάς Ελλάδας υστερούν και στην “γεννηση” διδακτόρων και σε κατά κεφαλήν διαθέσιμο εισόδημα.
Σημαντικό ρόλο στις πρωτιές φαίνεται να παίζουν νησίδες μόρφωσης, όπως το Γυμνάσιο Τσοτυλίου (29 καθηγητές Πανεπιστημίου, στοιχεία 2012) και η Εράτυρα Κοζάνης (20 καθηγητές Πανεπιστημίου, στοιχεία 2025), αλλά ίσως γενικότερα το Βόιο. Μόνον για Τσοτύλι/Εράτυρα υπήρχαν στοιχεία, μακάρι να συλλεγούν στοιχεία και για άλλα μέρη.
Υπάρχουν όμως και κακά νέα για την Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας. Η παλιότερη μονοκαλλιέργεια της γούνας δεν βοήθησε στην μόρφωση. Αυτό φαίνεται από τις μέτριες επιδόσεις του Νομού Καστοριάς. Ίσως να ισχύει και για την Σιάτιστα και το Βόιο (δεν υπάρχουν στοιχεία). Επίσης, η διαρροή διδακτόρων ήταν έντονη στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας.
Η ΔΕΗ δεν βοήθησε στην συγκράτησή τους, παρ’ όλες τις καλές αμοιβές. Ίσως η ΔΕΗ να μην χρειαζόταν τόσο εξειδικευμένους επιστήμονες, με ότι κακό αυτό συνεπάγεται για την περιφερειακή ανάπτυξη. Η έλλειψη επιστημόνων υψηλής ειδίκευσης είναι ιδιαίτερα επώδυνη κατά την μεταλιγνιτική εποχή, διότι χρειάζονται για έναν νέον τύπο ανάπτυξης της Περιφέρειας.
Τέλος, η μεγάλη πρόοδος της Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας στα γράμματα φαίνεται να έγινε μεταπολεμικά, ιδιαίτερα στις δεκαετίες 1960-80. Από τα ελάχιστα διαθέσιμα στοιχεία, φαίνεται έκτοτε να υπάρχει κάμψη στην “γέννηση” διδακτόρων και γήρανση του πληθυσμού τους στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας.
Αντίθετα, υπάρχει αρνητική συσχέτιση ανάμεσα στην “γέννηση” διδακτόρων και το ανά κεφαλήν τουριστικό εισόδημα στις διάφορες Περιφέρειες. Όλοι οι τουριστικοί νομοί και Περιφέρειες (με εξαίρεση το Β. Αιγαίο και την Κρήτη) είναι ουραγοί στα γράμματα.
Δυστυχώς, ο Νομός Χαλκιδικής έχει μακράν τις χειρότερες επιδόσεις (πάνω από 10 φορές χειρότερες από τον νομό Ιωαννίνων).
Αυτό είναι πολύ κακό νέο για την εξέλιξη του τουριστικού προϊόντος και την κοινωνική εξέλιξη των περιοχών αυτών, που πολλές τους ήδη σχεδόν έχουν φθάσει σε περιβαλλοντικό και χωροταξικό αδιέξοδο. Πρέπει να αντιμετωπιστεί με κατάλληλες κοινωνικές και μορφωτικές/πολιτιστικές πολιτικές, πριν είναι πολύ αργά.
Τέλος, όλως περιέργως, υπάρχει αρνητική συσχέτιση ανάμεσα στην “γέννηση” διδακτόρων και το ανά κεφαλήν διαθέσιμο εισόδημα στις διάφορες Περιφέρειες της χώρας. Δηλαδή, ο πλούτος δεν οδηγεί οπωσδήποτε στην μόρφωση υψηλού επιπέδου. Αν και ίσως είναι Ελληνική ιδιαιτερότητα, τέτοια δείγματα φαίνονται και σε άλλες χώρες. Παγκοσμίως, όμως, ‘ οι διδάκτορες παντρεύονται διδακτόρισσες και γεννούν διδακτοράκια’ και η φτώχια έχει θετική συσχέτιση με την χαμηλή μόρφωση.
Επειδή η ελπίδα ανάπτυξης της χώρας μας στηρίζεται κυρίως στο επιστημονικό και πολιτιστικό της δυναμικό, είναι σημαντικό να μελετήσουμε παραπέρα τις κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες που ενισχύουν την κλίση στα γράμματα και να τις χρησιμοποιήσουμε σαν πυλώνα της εκπαιδευτικής/μορφωτικής πολιτικής της χώρας.



































