Μεγάλωσα τώρα καὶ ἀρχίζω νὰ μὴ θυμᾶμαι πολλὰ πράγματα, ἀλλ’ ὡστόσο κάποια πράγματα δὲν μπορῶ νὰ βγάλω ἀπὸ τὸ κεφάλι μου ἐπειδὴ δὲν μπορῶ νὰ τὰ χωνέψω.
Ἀπὸ τὴν πρόσφατη ἐθνικὴ μνήμη δὲν ξεχνάω τὴν Ἀνατολικὴ Ρωμυλία. Ποιὸς τὴν θυμᾶται τώρα, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς κατοίκους ἑνὸς χωριοῦ ποὺ μεταφυτεύθηκε στὸν νομό μας ἀπὸ τὰ μέρη ἐκεῖνα;
Καλὰ τὴν Ἰωνία, Πόντο, Μικρὰ Ἀσία, Σμύρνη, ξέρετε ὅτι, ὅλα τὰ ἐπὶ αἰῶνες ἑλληνικατοίκητα μέρη, θὰ τὴν ξεχνούσαμε, διότι τὰ λέγαμε «Ξεχασμένες ἢ χαμένες Πατρίδες», ἀλλ’ εὐτυχῶς τώρα τὶς λέμε «Ἀλησμόνητες Πατρίδες».
Γιὰ τὴν Κύπρο, δὲν ξέρω τί ἀκόμα σκέφτεται ἢ τί κάνει ὁλόκληρος ΟΗΕ καὶ λοιπὴ «πολιτισμένη» κοινωνία, εἶμαι βέβαιος ὅτι μᾶλλον τὴν ἔχουνε ξεχάσει ἂν ὑπάρχει καὶ σὲ ποιὸν ἀνήκει.
Τὴν τρὶς ἐλευθερωμένη ἀπὸ τὸν Ἑλληνικὸ στρατὸ Βόρειο Ἤπειρο, ἕλληνες πολιτικοὶ τὴν θέλουν Νότια Ἀλβανία, καὶ εἶναι ἀπαγορευμένο τὸ τραγούδι γιὰ τὴν «κουκλίτσα ἀληθινὴ».
Κατὰ τὸ Σύνταγμα ὡς ἕλλην πολίτης εἶμαι ἐλεύθερος νὰ κινοῦμαι σὲ ὅλη τὴν ἑλληνικὴ ἐπικράτεια. Στὰ Ἴμια ὅμως δὲν μπορῶ νὰ πάω, διότι χάσαμε τὴν κυριαρχία μὲ ἑλληνικὴ ἀπόφαση.
Καὶ βεβαίως γιὰ τὸ Αἰγαῖο, ὕπατοι πολιτικοὶ μας λένε ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ εἴμαστε μοναχοφάηδες. Καὶ ἀπὸ κάποιους χάρτες ποὺ ζωγραφίζουν σύμμαχοί μας, καὶ ἐπειδὴ στὴν θάλασσα δὲν ὑπάρχουν σύνορα, θὰ διαλέξουν ἕναν ὠφέλιμο μεσημβρινό, γιὰ νὰ μὴ θυμώνει κανένας.
Τὴν Μακεδονία δὲν τὴν χάσαμε, ἀλλὰ τὴν θυσιάσαμε.
Ὁ Ἑλληνικὸς λαὸς μὲ τὰ πρωτοφανὴ συλλαλητήρια ἔδειξε τὶ θέλει καὶ τὶ περιμένει ἀπὸ τὴν πολιτικὴ ἐξουσία. Ἀλλὰ φαίνεται ὅτι τὰ γεωπολιτικὰ συμφέροντα τῶν μεγάλων, καλύτερα τῶν κυρίαρχων μας, δὲν συμφωνοῦν μὲ τὶς ἐθνικές μας προσδοκίες. Ἐ, καὶ δὲν γινόμαστε ἐμεῖς ἄτακτα παιδιά, εἴμαστε ὑποτακτικά.
Ἀπὸ τότε ποὺ ὁ Τίτο μετωνόμασε τὴν Μπαρτάσκα Μπανοβίνα σὲ Μακεδονία, μπορεῖ οἱ πολιτικοί μας νὰ διαμαρτύρονταν στοὺς συμμάχους, ἀλλὰ δὲν εἰσακούονταν καὶ δὲν μᾶς στήριζαν, γιὰ νὰ μὴ θυμώσει ὁ Τίτο καὶ πάει μὲ τὸ ἀνατολικὸ μπλὸκ. Μᾶς ἔλεγαν οἱ σύμμαχοι νὰ μὴν ἀνησυχοῦμε, καὶ οἱ πολιτικοὶ μᾶς ἔλεγαν, ὅτι δὲν ὑπάρχει πρόβλημα. Ἁλλὰ ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ τῶν συνόρων οἱ Σκοπιανοὶ ἔκτιζαν κράτος, γλῶσσα, γραπτὴ γλῶσσα μὲ λεξικὰ καὶ γραμματική, (Ρωτῆστε τὴν βουλγαρικὴ κυβέρνηση) ξαναγράψανε πολλάκις τὴν ἱστορία στὰ μέτρα τους. Κάποτε έμεῖς μᾶλλον ξαφνιασθήκαμε μπροστὰ στὰ τετελεσμένα.
Δὲν θέλω νὰ μπῶ σὲ λεπτομέρειες, ἀλλὰ θὰ προβληματισθῶ. Ἐκεῖνος ὁ Νίμιτς γιὰ πάνω ἀπὸ εἰκοσαετία ἔφερνε προτάσεις μονίμως σύμφωνες μὲ τὶς ἐπιθυμίες τῶν σκοπιανῶν, καὶ ἡ Ἑλλάδα τὶς ἀπέρριπτε. Ἀλήθεια δὲν θὰ μποροῦσε ἡ Ἑλλάδα νὰ ἄρει τὴν διαπίστευση τοῦ φιλοσκοπιανοῦ Νίμιτς; Τέλος πάντων φτάσαμε σὲ σημεῖο μὲ μία ἀδύναμη ἀντίσταση καὶ ὑπογράψαμε μία συμφωνία.
Ἐδῶ ἔχω μία ἀπορία, καὶ διορθῶστε με ἂν κάνω λάθος.
Ἐνῶ ὅλες οἱ πολυχρόνιες συνομιλίες ἀντικείμενο εἴχανε τὴν ὀνομασία τοῦ νέου κράτους, στὴν ἀπρόσμενη καὶ ἀπορριπτέα συμφωνία, πέρα ἀπὸ τὴν όνομασία προστέθηκε ἐθνικότητα καὶ γλῶσσα. Δὲν ἐνθυμοῦμαι νὰ ἔγινε ποτὲ λόγος γιὰ τὴν ἐθνικότητα καὶ τὴν γλῶσσα. Ξαφνικὰ οἱ σλαῦοι γίνανε Μακεδόνες καὶ τὰ βουλγάρικα γίνανε μακεδονικὴ γλῶσσα. Οἱ Μακεδόνες ὡς ἑλληνικὴ φυλὴ μιλοῦσανε, τί ἄλλο; Ἑλληνικά. Ὁ Μακεδόνας στρατηλάτης διέδωσε τὴν ἑλληνικὴ στὴν ἀνατολὴ καὶ ἀκολούθησαν οἱ λεγόμενοι Ἑλληνιστικοὶ χρόνοι.
Στὴν Αἴγυπτο οἱ Ἰουδαῖοι δὲν καταλάβαιναν τὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ χρειάσθηκε νὰ γίνει ἡ μετάφραση ἀπὸ τὰ ἕβραϊκὰ στὰ ἑλληνικά, στὰ μακεδονικά. Ὁ «ἀνὴρ Μακεδών» ποὺ κάλεσε τὸν ἀπόστολο Παῦλο τοῦ εἶπε· «Διαβὰς εἰς Μακεδονίαν βοήθησον ἡμῖν». Τὸ εἶπε ὅπως τὸ διαβάζετε, διότι ἂν εἶχε ἄλλη προφορά, ὄχι στὰ ἑλληνικά, ὁ Παῦλος θὰ τὸ διευκρίνιζε.
Ὅπως στὴν ἀπολογία ποὺ ἔκανε στὸν ἔπαρχο εἶπε ὅτι ὁ Θεὸς τοὺ μίλησε «τῇ ἑβραΐδι διαλέκτῳ». Καὶ στὰ Λύστρα διευκρινίζει ὅτι «ἐπῆραν τὴν φωνὴν αὐτῶν Λυκαονιστί». Ἀλήθεια στοὺς Φιλιππησίους καὶ στοὺς Θεσσαλονικεῖς σὲ ποιὰ γλῶσσα ἔγραψε καὶ ἔστειλε τὶς ἐπιστολές; Ἀλλὰ τότε οὔτε ὑπῆρχαν ἐδῶ οἱ σλαῦοι στοὺς ὁποίους ξεπουλήσαμε ὄνομα γλῶσσα καὶ ἐθνικότητα.
Καὶ ἕνα ἐρώτημα:
Ποῖοι καὶ γιατὶ ἱδρύουν «Κέντρο Μακεδονικῆς Γλώσσας»; Ἡ Δικαιοσύνη ἔκανε τὴν δουλειά της, ἀναγνώρισε ἕνα σωματεῖο, ἕνα κέντρο. Οἱ ἐνδιαφερόμενοι θὰ μποροῦσαν ἄνετα νὰ ἱδρύσουν σχολεῖο ἢ ἰσντιτοῦτο ξένων γλωσσῶν καὶ νὰ διδάσκουν γαλλικά, γερμανικά, σερβικά, βουλγαρικά, μακεδονικά’. Μία τέτοια πλατφόρμα ἐλέγχεται ἀπὸ τὴν Δ/βάθμια Ἐκπαίδευσι.
Πιστεύω ὅτι δὲν ἐνδιαφέρονται γιὰ τὴν γλώσσα. Μὲ τὴν ἀναγνώριση κέντρου ἀναγνωρίζεται de fakto κοινότητα, γιὰ νὰ μὴ πῶ μειονότητα.
Καὶ τὸ σωματεῖο, τὸ κέντρο θὰ παίρνει ὁδηγίες καὶ θὰ κατευθύνεται ἀπὸ διπλωματικὲς ἀποστολές. Ὅ,τι συμβαίνει (ἢ τραβᾶμε) στὴν Θράκη θὰ γίνεται καὶ ἐδῶ.
Θέλω νὰ διαψευστῶ!
Πρῶτες μου σκέψεις μετὰ τὴν εἴδηση ποὺ πῆρα, ὅτι ἀναγνωρίσθηκε ἕνα κέντρο.
Δημ.Π. Ρίζος
*Ο Δημήτριος Π. Ρίζος, είναι Δρ Θεολογίας – Φιλόλογος, μόνιμος κάτοικος της Ακριτικής Φλώρινας, με πλούσιο Εθνικοθρησκευτικό συγγραφικό έργο, με έντονη και πολυποίκιλη πνευματική, Εθνική και κοινωνική παρουσία, προσφορά και δραστηριότητα στην πόλη του, όπως και Εκδότης, Ιδιοκτήτης και Διευθυντής του περιοδικού «Μεγαλομάρτυρες», Πανοσοπούλου 6, ΤΚ 53100, Φλώρινα, τηλ 2385028940,mail rizospdim@gmail.com
** Το άρθρο αυτό γράφτηκε μετά την είδηση ότι το Πρωτοδικείο Φλώρινας απέρριψε τις ενστάσεις για τη δημιουργία Κέντρου «μακεδονικής» γλώσσας