Παρακολουθώντας τις δημόσιες δηλώσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων, αντιλαμβάνομαι πως αυτές ποικίλουν από πλήρως εχθρικές έως συγκρατημένα μετριοπαθείς. Ωστόσο η κυβέρνηση δεν φαίνεται να «πτοείται». Τουλάχιστον φανερά. Φαίνεται πως έχει ορισμένες κόκκινες γραμμές και αυτές οι γραμμές είναι (ίσως για πρώτη φορά) πραγματικά… κόκκινες. Βλέπω πως έχει αποφασίσει να μην αποδεχτεί κάποια πράγματα, με κάθε κόστος. Και αυτό είναι που με τρομάζει, περισσότερο από όλα.
Πριν αναλύσω τι μπορεί να γίνει, να αναφέρω ότι φαίνεται πως η πλειοψηφία του λαού αυτήν την στιγμή, είναι σύμφωνη με τους κυβερνητικούς χειρισμούς. Ομολογώ πως αυτό μου κάνει εντύπωση. Όταν ένας λαός κατά πλειοψηφία φτάνει στο σημείο να αδιαφορεί για την πιθανότητα μιας ολοκληρωτικής οικονομικής καταστροφής – όπως δεδομένα θα είναι η έξοδος από το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα – τότε δύο πράγματα συμβαίνουν: Ή έχει φτάσει στο κατώτατο σημείο εξαθλίωσης ή έχει φτάσει στο ανώτατο σημείο αγανάκτησης (ή και τα δύο μαζί…). Και επειδή το οικονομικό επίπεδο αυτού του λαού έχει μεν πέσει κατακόρυφα κατά την διάρκεια της κρίσης, ο κόσμος όντως έχει δεινοπαθήσει από τα χαράτσια, όμως ακόμα η πλειοψηφία του δεν έχει γίνει ούτε Αργεντινή ούτε Βουλγαρία, τότε συμβαίνει μάλλον το δεύτερο. Ο λαός είναι αγανακτισμένος και απηυδισμένος από την κατάσταση που βίωνε μέχρι σήμερα. Και σε αυτό έχει τεράστια ευθύνη η συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου, για τρεις κυρίως λόγους:
Ο πρώτος λόγος είναι ότι το βασικό “πολιτικό επιχείρημα” της πρώην κυβέρνησης υπέρ της πολιτικής της, υπήρξε η συστηματική τρομολαγνεία του ελληνικού λαού. Αυτό γινόταν καθόλη την διάρκεια των 2,5 ετών και κορυφώθηκε κατά την προεκλογική περίοδο. Οι Έλληνες δεινοπαθούσαν και το μόνο που άκουγαν από κυβερνητικά χείλη από το πρωί μέχρι το βράδυ, είναι πόσο χειρότερος και επικίνδυνος θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Έπαψαν πια οι κυβερνητικοί να ασχολούνται και να απολογούνται, ακόμα και για τα βασικά πεπραγμένα τους. Όταν λοιπόν κάποιος άνθρωπος είναι υπό συνεχή τρομερή πίεση και το μόνο που ακούει μονότονα είναι πόσο χειρότερη μπορεί να γίνει η πίεση, τότε κάποια στιγμή θα αποκριθεί αντανακλαστικά…. «ας δεχτώ ότι είναι να δεχτώ και να τελειώνουμε επιτέλους».
Ο δεύτερος λόγος είναι πως ο κ. Σαμαράς κυριολεκτικά δεν άγγιξε το μαύρο χρήμα και τους πλούσιους αυτού του τόπου για 2,5 χρόνια. Ούτε τρίχα τους! Η ελληνική μεσαία τάξη δέχτηκε σιωπηλά και αγόγγυστα να πληρώνει από το υστέρημά της για 5 χρόνια, προκειμένου να διασωθεί η χώρα. Δεν είδε όμως απολύτως σε καμιά φάση, οι πλούσιοι αυτής της χώρας και όσοι απέκτησαν μαύρο χρήμα να πληρώνουν ούτε ευρώ. Προς το εξωτερικό «διέφυγαν» 115 δις ευρώ από το 2010, ενώ υπολογίζεται ότι στα «σεντούκια» υπάρχουν αυτήν την στιγμή ακόμα 30 δις ευρώ περίπου. Σχεδόν κανένας από αυτούς δεν πλήρωσε ούτε δεκάρα τσακιστή! Και για να μιλήσω με πιο συγκεκριμένα στοιχεία, από τις 23 χιλιάδες εταιρείες offshore που υπάρχουν σήμερα σε ελληνικά χέρια (διαμέσου των οποίων γίνεται η διακίνηση μαύρου χρήματος), ελέχθησαν μέχρι και το τέλος του 2014… μόλις 117! Τα συγκεκριμένα στοιχεία δεν τα ανέφερε κάποιος φανατικός αντιμνημονιακός αντίπαλος της πρώην συγκυβέρνησης, αλλά η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων (ΓΓΔΕ). Κανένα κορόιδο λοιπόν δεν δέχεται να πληρώνει και να ξαναπληρώνει, ενώ η πρώην κυβέρνηση πρακτικά αρνιόταν να ελέγξει και να επιβαρύνει επιτέλους το μεγάλο κεφάλαιο και αυτούς που πραγματικά πλούτισαν εις βάρος της Ελλάδας και του λαού.
Και ο τρίτος λόγος είναι πως καθόλη την διάρκεια της συγκυβέρνησης, ο ελληνικός λαός δεν είδε απολύτως καμιά προοπτική να βελτιωθούν τα πράγματα. Ενώ η συγκυβέρνηση κόμπαζε για το «πρωτόγεννες πλεόνασμα», συνέχιζε να στέλνει τα χαράτσια αμείωτα, και να συνέχισε μην κάνει απολύτως καμιά δραστική κίνηση για να ρίξει την ανεργία. Ούτε η υπερφορολόγηση μειώθηκε, ούτε προσλήψεις έγιναν, ούτε δουλειές άνοιξαν και ούτε επενδύσεις ήρθαν. Ο λαός λοιπόν κάποια στιγμή κουράζεται να κάνει υπομονή και ταυτόχρονα να μην βλέπει προοπτική.
Οι παραπάνω τρεις λόγοι λοιπόν έφτασαν έναν λαό στα όριά του. Και ενώ αυτήν την στιγμή μπορεί να καταστραφεί κυριολεκτικά (όσο και αν αδιαφορεί για αυτό η πλειοψηφία), πλέον δεν νοιάζεται ούτε για «ευρώ», ούτε για «ευρωπαϊκή προοπτική», ούτε για «σταθερότητα». Είναι στα «κάγκελα» και σε αυτό οφείλεται η απόλυτη ανεπάρκεια της πρώην συγκυβέρνησης. Είμαι πολύ προβληματισμένος και ανήσυχος για το μέλλον που έρχεται άμεσα. Εύχομαι ολόψυχα οι φόβοι μου να διαψευστούν παταγωδώς.