Θα ήταν προς όφελος της Τουρκίας και της Ε.Ε. να επικυρώσει η Άγκυρα τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS) και θα διευκόλυνε πολύ την κατάσταση, δήλωσε σήμερα η επίτροπος Θαλάσσιας Πολιτικής και Αλιείας Μαρία Δαμανάκη, υπογραμμίζοντας ότι η ανακήρυξη και θέσπιση ΑΟΖ παραμένει κυριαρχικό δικαίωμα κάθε κράτους μέλους.
Απαντώντας σε ερώτηση για τις διαφορές μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στο θέμα της ΑΟΖ η κ. Δαμανάκη τόνισε ότι η Ε.Ε. διεξάγει διμερή διάλογο με την Τουρκία και στο πλαίσιο αυτό εξετάζονται τα διάφορα ζητήματα.
Οπως είπε, στις συζητήσεις με τις ελληνικές αρχές θα πρέπει να διευκρινιστεί ποιες είναι οι προθέσεις της Ελλάδας καθώς είναι προς όφελος της ίδιας, των κρατών μελών της Ε.Ε. και όλων των μεσογειακών χωρών να προχωρήσουμε σε διαδικασίες καθιέρωσης ΑΟΖ.
Η επίτροπος ανέφερε επίσης ότι έχει γνώση των ανησυχιών και των θέσεων ορισμένων μεσογειακών χωρών που θα πρέπει όμως, όπως επέμεινε, να συζητηθούν με βάση τις ισχύουσες αρχές.
Η κ. Δαμανάκη δήλωσε, τέλος, ότι η Επιτροπή προσπαθεί να διευκολύνει την επίτευξη συμφωνίας με ένα κοινό πλαίσιο διαλόγου και με τα κράτη μέλη, ώστε να αποφεύγονται πιθανές αντιπαραθέσεις και να εξευρεθούν οι καλύτερες δυνατές λύσεις.
«Η θέσπιση ΑΟΖ θα ωφελήσει την ανάπτυξη»
Οι δηλώσεις έγιναν κατά τη διάρκεια παρουσίασης των αποτελεσμάτων μίας μελέτης σε σχέση με τη βελτίωση της οικονομικής διακυβέρνησης στην περιοχή της Μεσογείου, που εκπονήθηκε μετά από πρωτοβουλία της επιτρόπου Θαλάσσιας Πολιτικής.
Συγκεκριμένα, η Κομισιόν αποφάνθηκε πως η θέσπιση θαλάσσιων ζωνών στη Μεσόγειο, συμπεριλαμβανομένων των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών (ΑΟΖ), θα μπορούσε να ωφελήσει τη λεγόμενη «Γαλάζια Ανάπτυξη» και τις γενικότερες πρωτοβουλίες βιωσιμότητας.
Πρέπει να σημειωθεί πάντως πως στη μελέτη δεν περιλαμβάνεται το Αιγαίο και η νοτιοανατολική Μεσόγειος.
Η μελέτη εξετάζει το κόστος και τα οφέλη της θέσπισης θαλάσσιων ζωνών στη Μεσόγειο και αναλύει τις συνέπειες της καθιέρωσης ΑΟΖ για διάφορες θαλάσσιες δραστηριότητες. Καταλήγει, δε, στο συμπέρασμα ότι οι ΑΟΖ θα μπορούσαν να συμβάλουν σε μία αποτελεσματικότερη πολιτική χωροταξικού σχεδιασμού, η οποία θα προσέλκυε επενδύσεις και περαιτέρω οικονομικές δραστηριότητες.
Επίσης, εστιάζει στις ευκαιρίες που μπορούν να προσφέρουν οι ΑΟΖ και άλλες παρόμοιες ζώνες από πλευράς οικονομικού κόστους και οφέλους, βιωσιμότητας και διακυβέρνησης του θαλάσσιου χώρου, και τονίζει ότι αυτές θα πρέπει να εξεταστούν στο πλαίσιο της ατζέντας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη «Γαλάζια Ανάπτυξη».
Η ευρωπαϊκή στρατηγική για τη «Γαλάζια Ανάπτυξη» αποσκοπεί στη δημιουργία βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης και απασχόλησης στον θαλάσσιο και ναυτιλιακό κλάδο, η οποία θα συμβάλει στην οικονομική ανάκαμψη της Ευρώπης. Αυτοί οι οικονομικοί κλάδοι παρέχουν απασχόληση σε 5,4 εκατομμύρια άτομα και εξασφαλίζουν συνολική ακαθάριστη προστιθέμενη αξία περίπου 500 δισ. ευρώ. Έως το 2020, οι τιμές αυτές αναμένεται να αυξηθούν σε 7 εκατομμύρια και περίπου 600 δισ. ευρώ αντίστοιχα.
Η στρατηγική υπογραμμίζει τους πέντε τομείς με το μεγαλύτερο αναπτυξιακό δυναμικό: γαλάζια ενέργεια, υδατοκαλλιέργειες, θαλάσσιος, παράκτιος τουρισμός και κρουαζιέρες, θαλάσσιοι ορυκτοί πόροι και γαλάζια βιοτεχνολογία.
Στη σχετική ανακοίνωση που εξέδωσε σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφέρεται πως στη Μεσόγειο, όπως και σε άλλες θαλάσσιες λεκάνες, τα παράκτια κράτη έχουν την ευθύνη ρύθμισης των ανθρώπινων δραστηριοτήτων και της περαιτέρω ανάπτυξης της γαλάζιας οικονομίας τους με βιώσιμο τρόπο.
Ακόμη, επισημαίνεται ότι μεγάλο τμήμα της θαλάσσιας επιφάνειας της Μεσογείου βρίσκεται σήμερα εκτός της δικαιοδοσίας ή της κυριαρχίας των παράκτιων κρατών. Συνεπώς, παραμένει σε μεγάλο βαθμό απροστάτευτο όσον αφορά τους έμβιους υδρόβιους πόρους και το θαλάσσιο περιβάλλον τους. Παράλληλα, τονίζεται πως η ορθή οικονομική ανάπτυξη είναι δύσκολη μέσα σε ένα αβέβαιο κανονιστικό πλαίσιο.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, το 2002, στην Παγκόσμια Διάσκεψη Κορυφής για την Αειφόρο Ανάπτυξη στο Γιοχάνεσμπουργκ, η παγκόσμια κοινότητα δεσμεύτηκε να διατηρήσει την παραγωγικότητα και τη βιοποικιλότητα σημαντικών και ευάλωτων θαλάσσιων και παράκτιων περιοχών, τόσο εντός, όσο και εκτός εθνικής δικαιοδοσίας.
Ωστόσο, όπως αναφέρεται, δεν υπάρχει κανένα συγκεκριμένο νομικό καθεστώς για την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), ιδίως όσον αφορά την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος στις περιοχές που βρίσκονται εκτός εθνικής δικαιοδοσίας. Το ζήτημα εξετάζεται στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών από το 2006, σημειώνει η Επιτροπή, η οποία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «η υπαγωγή μεγαλύτερου τμήματος της Μεσογείου Θαλάσσης στη δικαιοδοσία των κρατών μελών της ΕΕ θα διασφαλίσει ότι στις περιοχές αυτές θα εφαρμόζονται οι κανονισμοί της ΕΕ για την αλιεία, το περιβάλλον και τις μεταφορές και θα υπάρξει ως εκ τούτου υψηλότερο επίπεδο προστασίας».