Βρύση μου, νυφοστόλιστη… του Παναγιώτη Μωυσιάδη
Σηκώθηκα κι αντίκρισα τη χιονισμένη βρύση,
τη βρύση, τη μονάκριβη, τη γλυκοθωριασμένη…
Με μονοκέφαλο αετό στο πέπλο σου από κάτω,
βασίλισσα των Κομνηνών, φλουρί Κωσταντινάτο.
Σαν μαγεμένη κοπελιά, ντυμένη, στολισμένη,
μου φάνηκε πεντάμορφη και νυφοστολισμένη..
Την κοίταξα αμίλητος σαν να ‘ταν οπτασία
ντυμένη μέσα στα λευκά στης φύσης τη μαγεία..
-Βρύση μου, την ερώτησα, ποιος σου ‘πλεξε το τούλι,
το πέπλο, το πεντάμορφο, σαν γείσο με το σκούλι..
Κι η βρύση, η καμαρώχτιστη, με θηλυκές καμπύλες
μ’ αντίκρισε ασάλευτη μες του χιονιά τις νύμφες…
Και τότε σιγομίλησε με το γαργαρισμά της
και μού ‘πε πόσο χαίρεται μέσα στο φόρεμά της…
Πως είναι η βρύση του χιονιά ,του ήλιου και τ’ αγέρα,
πως ξέρει να γλυκοφιλά τα χείλη και τα χέρια…
Βρύση μου, πόσο σ’ αγαπώ και σε γλυκοκοιτάζω..
μ’ όλες τις όμορφες θεές του κόσμου δε σ’ αλλάζω….
Μην κινηθείς, μην αρνηθείς να σε φωτογραφίσω ,
όλος ο κόσμος να σε δει , να σ’ αποθανατίσω……
Μωυσιάδης Π..