Διαβάζω, όπως όλες και όλοι εσείς άλλωστε, φίλες και φίλοι, τα κείμενα και τα σχόλια, αναφορικά με την απόφαση του Μητροπολίτη μας να παραιτηθεί , από τον Μητροπολιτικό θώκο. Ακόμα αναγιγνώσκω και εκκλήσεις του τύπου να μη προβεί στην παραίτησή του, με αναφορές σε «μυθιστορηματικής εμβέλειας συνωμοσίες αυλικού τύπου», που στρέφονται εναντίον του, από επίδοξους διαδόχους οι οποίοι επιδίδονται σε ένα ατέρμονο κυνήγι εξουσίας και φιλοδοξιών.
Υιοθετούνται επίσης λογικές για αποχή του πατρός Θεοκλήτου από «κατευθυνόμενες πιέσεις» και επιστρατεύονται εκκλήσεις για συστράτευση όλων εκείνων, που θα έπρεπε να τον στηρίζουν και δεν το πράττουν…(sic?) . Ακόμα και δημοσιεύματα σε έντυπα πανελλήνιας κυκλοφορίας επιστρατεύονται, στο πλαίσιο των κειμένων αυτών, τα οποία περιγράφουν διεκδικητές του Μητροπολιτικού θρόνου και απαριθμούν τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα τους, εν είδει κατάθεσης βιογραφικού, για ανάληψη θέσης σε επίμαχο οργανισμό πολιτικού χαρακτήρα.
Εκείνο που όλα τα σχόλια που δημοσιεύονται παραβλέπουν, είναι πως όλα αυτά αφορούν έναν άνθρωπο που είναι πολύ πιο δυνατός από όλους μας στο φρόνημα, με αδάμαστη θέληση για κοινωνική προσφορά, ο οποίος αποφασίζει με «θεϊκή φώτιση», προσμετρώντας τις δυνάμεις του, αλλά και τις δυνατότητες επίτευξης των στόχων που απορρέουν από την άσκηση του λειτουργήματός του. Για έναν ιερωμένο, ο οποίος, σε όλη τη διάρκεια της ποιμαντορίας του, επέδειξε σωφροσύνη, μετριοπάθεια, απέφυγε την αμετροέπεια , την ένταση και τη μισαλλοδοξία και δίδαξε με το παράδειγμά του αγάπη και κατανόηση . Έναν τέτοιο άνθρωπο, δεν μπορούμε και δεν πρέπει να τον κρίνουμε με μέτρο τον δικό μας εαυτό, μια και όλοι μας διατελούμε θιασώτες της έριδας, των συγκρουσιακών προσεγγίσεων και των αδόκητων αντιπαραθέσεων.
Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, είναι να σεβαστούμε την απόφασή του, αυτήν που να είστε σίγουροι ότι την πήρε με εξαιρετική ωριμότητα και σκέψη, αφού προηγουμένως ένιωσε πως ο Θεός του έδινε πλέον τη δυνατότητα να ησυχάσει, ακριβώς γιατί εκπλήρωσε τον προορισμό του απέναντί μας, αφού μας χάρισε απλόχερα ευπραξία, γαλήνη και πνευματικότητα, για να πορευθούμε στο μέλλον, χωρίς τη δική του στήριξη.
Γιατί κανένας και καμία από εμάς δεν αμφιβάλλει ότι στάθηκε δίπλα σε όλους εμάς ως πνευματικός μας πατέρας, ο οποίος δεν εμπλεκόταν σε αντιπαραθέσεις και καυγάδες μαζί μας και δε μας αποκήρυττε ε ποτέ, όταν ξεφεύγαμε από τα δικά του «πρέπει».
Αντίθετα, κάθε φορά που τον χρειαζόμασταν, επιστράτευε το σπάνιο χάρισμά του να βλέπει στον καθένα από μας, αποκλειστικά ό,τι καλύτερο είχαμε μέσα μας. Και να μας κάνει με τον τρόπο του αυτό, πραγματικά καλύτερους ή καλύτερες.
Τον ευγνωμονούμε λοιπόν, γιατί άγγιξε τόσο γόνιμα τις ζωές μας και του ζητάμε να μεσιτεύει πάντα υπέρ ημών.
Όλα τα άλλα, είναι κατά τη γνώμη μου παραφωνία, σε σχέση με το μεγαλείο της ψυχής του
Σοφία Ηλιάδου, ευγνωμονούσα.
Σοφίας Ηλιάδου-Τάχου, Καθηγήτριας Νέας Ελληνικής Ιστορίας, Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας