Όσοι κρατούσαν μικρό καλάθι για τη σύσκεψη που είχε προγραμματιστεί να γίνει την περασμένη Τετάρτη στην Αθήνα και στο Υπουργείο Ενέργειας για το θέμα της τηλεθέρμανσης φαίνεται πως δικαιώθηκαν.
Τα όποια δημοσιεύματα υπήρξαν μετά απ’ τη συνάντηση φαίνεται πως αποτύπωσαν αυτό που συνέβη κατά τη διάρκεια της.
Πως δεν παρήγαγε κάποιο ουσιαστικό, ή συγκεκριμένο αποτέλεσμα, το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει και τον οδηγό για τις μελλοντικές κινήσεις που θα πρέπει να γίνουν για το πολύ σημαντικό αυτό θέμα.
***
Στη συνάντηση τέθηκε εκ μέρους της ΔΕΗ και πάλι, πως θα πρέπει να προχωρήσει η σύσταση της διαδημοτικής επιχείρησης των τριών τηλεθερμάνσεων.
Ωστόσο, φαίνεται πως υπάρχει ένα κομβικό και καθοριστικό ζήτημα που προβληματίζει τα εμπλεκόμενα μέρη.
Το μελλοντικό κόστος της παραγόμενης θερμικής ενέργειας, εάν προχωρήσει, όπως προβλέπεται, και κατασκευαστεί στον ΑΗΣ Καρδιάς η ΣΗΘΥΑ, η οποία θα τροφοδοτεί τις τρεις τηλεθερμάνσεις, Αμυνταίου, Κοζάνης και Πτολεμαΐδας.
Η οποία ΣΗΘΥΑ θα έχει ως βασικό της καύσιμοτο φυσικό αέριο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την τιμή της θερμικής ενέργειας που θα παράγει.
***
Τι σημαίνει πρακτικά αυτό;
Αν η τιμή τηςMWHτης θερμικής ενέργειας που θα προσφέρεται στις τρεις τηλεθερμάνσεις δεν είναι σταθερή αλλά κυμαινόμενη, θα εξαρτάται άμεσα από τις διακυμάνσεις της τιμής του εισαγόμενου φυσικού αερίου.
Έτσι, κανείς δεν θα μπορεί να εγγυηθεί πως θα παραμείνει σε λογικά επίπεδα, διατηρώντας παράλληλα χαμηλά και την τιμή χρέωσης της θερμικής ενέργειας που θα μπορούν να προσφέρουν οι τρεις τηλεθερμάνσεις προς τους καταναλωτές.
Δηλαδή, αν κάποια στιγμή η τιμή του φυσικού αερίου ξεφύγει συμπαρασύροντας και την τιμή της θερμικής ενέργειας που θα παράγει η ΣΗΘΥΑ, θα πιεστεί πάρα πολύ και η διαδημοτική επιχείρηση τηλεθέρμανσης που θα την πληρώνει ακριβότερη.
Πόσο; Αυτό μόνο όποιος έχει προφητικές ικανότητες μπορεί να το πει.
Σ’ αυτή την περίπτωση όμως, η διαδημοτική επιχείρηση θα βρεθεί, και όχι μόνο μια φορά εικάζουμε, στο δύσκολο δίλημμα ή να απορροφήσει τις όποιες αυξήσεις ή να τις μετακυλίσει στους καταναλωτές.
***
Στην προχθεσινή σύσκεψη, εξ όσων μαθαίνουμε μπήκε το θέμα αυτό και βολιδοσκοπήθηκαν οι εκπρόσωποι της Κυβέρνησης για το κατά πόσο θα μπορούσαν να δεχτούν να υπάρξει κάποια κρατική ενίσχυση προκειμένου να δημιουργηθεί ένα πλαφόνγια την τιμή της θερμικής ενέργειας για να μην υπάρξουν υπέρογκες αυξήσεις.
Δυστυχώς όμως δεν φάνηκε να υπάρχει θετική διάθεση για κάτι τέτοιο, τουλάχιστον για την ώρα.
Θα αλλάξει κάτι στο μέλλον, θα βρεθεί κάποια φόρμουλα για να στηριχθούν οικονομικά οι τηλεθερμάνσεις και να μην επιβαρυνθούν με επιπλέον κόστος οι καταναλωτές;
Θα φανεί…
Σε κάθε περίπτωση πάντως είναι ένα θέμα που μόνο πολιτικά μπορεί να λυθεί.
***
Αυτά σε ό,τι αφορά το μελλοντικό κόστος της θερμικής ενέργειας.
Υπάρχουν όμως και οι οφειλές που έχουν δημιουργήσει ήδη προς τη ΔΕΗ οι σημερινές τηλεθερμάνσεις, είτε λόγω του μεγάλου κόστους της λειτουργίας των ηλεκτρολεβήτων είτε λόγω της χρέωσης τους με κάποια εκατομμύρια για τις εκπομπές ρύπων, οφειλές που είναι, αντικειμενικά, πάρα πολύ δύσκολο να τις αποπληρώσουν.
Οι πληροφορίες μας λένε πως σ’ αυτό το θέμα η ΔΕΗ εμφανίζεται διατεθειμένη να ζητήσει την αποπληρωμή των οφειλών αυτών.
Οπότε, προκύπτει εκ των πραγμάτων και ένα ακόμα σοβαρότατο ζήτημα που θα πρέπει να λυθεί, για το οποίο εικάζουμε πως ίσως χρειαστεί, και γι’ αυτό, πολιτική παρέμβαση.
***
Και ξαναγυρνάμε πάλι στην αρχή, με την έννοια ότι η προχθεσινή συνάντηση φάνηκε σαν να είναι απλώς μια ευκαιρία για να διερευνηθούν οι προθέσεις όλων των πλευρών.
Η επόμενη συνάντηση θα γίνει μέσα σε δέκα μέρες, όπως έγραψε χθες ο ΠΤΟΛΕΜΑΙΟΣ.
Αλλά το ερώτημα δεν είναι πότε θα γίνει, αλλά αν μέχρι τότε θα έχει βρεθεί τρόπος για να ξεπεραστούν οι διαφωνίες που υπάρχουν και ποιες προτάσεις θα καταθέσουν όλοι οι πλευρές για να το πετύχουν αυτό.
***
Πάντως για την περιοχή μας το θέμα της τηλεθέρμανσης, απ’ όποια σκοπιά κι αν το δει κανείς, είναι πάρα πολύ σημαντικό και γι’ αυτό πρέπει να βρεθεί η βέλτιστη λύση.
Κι αυτό γιατί όταν μιλάμε για τηλεθέρμανση θα πρέπει να έχουμε κατά νου το πόσο βοήθησε η λειτουργία της τα τελευταία τριάντα χρόνια στην προστασία του περιβάλλοντος, αλλά και το ότι πρόσφερε σε χιλιάδες κατοίκους θέρμανση σε λογική τιμή, για να μπορούν να αντιμετωπίσουν καλύτερα τους πολλούς μήνες χειμώνα που έχει κάθε χρόνο η περιοχή μας.