Πολλοί έχουν προσπαθήσει να αποκρυπτογραφήσουν τις σκέψεις του Αλέξη Τσίπρα, προκειμένου να προβλέψουν τα επόμενα βήματα. Σε αυτή την προσπάθεια έχει μεγάλη σημασία να διακρίνουμε πως βλέπει ο ίδιος τον εαυτό του και πως νομίζει ότι τον βλέπουν οι άλλοι.
Αν το εικονογραφούσαμε κατά το δημοφιλές πρότυπο που κάνει θραύση στο facebook “τι νομίζουν οι άλλοι ότι κάνω”, η μητέρα του για παράδειγμα θεωρεί ότι εργάζεται σκληρά και κουράζεται. Οι ψηφοφόροι της φιλοευρωπαϊκής αντιπολίτευσης θεωρούν ότι μαζί με Φλαμπουράρη – Καρανίκα ξαπλώνουν στους καναπέδες του Μαξίμου, τρώνε φιστίκια και πίνουν καφέδες με τα πόδια πάνω στο τραπεζάκι, οι παλιοί του σύντροφοι από τη ΛΑΕ θεωρούν ότι καθημερινά ξεπουλά με κυνισμό τους κοινούς τους αγώνες και οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, ότι κάνει κάποια μαγικά και κρατάει τους Έλληνες να μην ξεσηκωθούν.
Ο ίδιος όμως; Πως βλέπει τον εαυτό του ο ίδιος; Αν κρίνουμε από συγκεκριμένους σταθμούς της πορείας του, ο ίδιος θεωρεί τον εαυτό του έναν αριστερό ηγέτη εν καιρώ πολέμου που προχωρά μέσα από συγκρούσεις. Όταν πήρε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης το 2012 θυμήθηκε τον Χαρίλαο Φλωράκη. Μετά την πρωθυπουργική ορκωμοσία το 2015 επισκέφθηκε το Σκοπευτήριο στην Καισαριανή σε μια κίνηση έντονου συμβολισμού. Αργότερα, φέρεται να είπε ότι αν συμβιβαστεί με τους δανειστές θα τον χωρίσει η σύντροφός του, ενώ η περίοδος, που νοσταλγεί από την Πρωθυπουργία του ήταν πιθανότατα το καλοκαίρι του 15, όταν μιλούσε για αυτόν όλη η Ευρώπη. Και πιο πρόσφατα χρησιμοποίησε τη μαοϊκή φράση “μεγάλη αναταραχή, υπέροχη κατάσταση” για να περιγράψει την ψήφιση της απλής αναλογικής.
Είναι όλα αυτά επικοινωνιακά τεχνάσματα που απευθύνονται σε συγκεκριμένο εκλογικό κοινό ή μήπως η ανάγκη του Αλέξη Τσίπρα να εκφράσει αυτή τη συνέχεια της συγκρουσιακής Αριστεράς; Και μήπως ο ίδιος, που γράφτηκε στην ΚΝΕ λίγο μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού βλέπει τον εαυτό του ως τον ηγέτη εκείνο που θα επαναφέρει την Αριστερά στο ευρωπαϊκό προσκήνιο; Άλλωστε από τη στιγμή που εξελέγη Πρόεδρος του Συνασπισμού προχωρά πάντα μέσα από συγκρούσεις.
Ήταν η ταραγμένη περίοδος της δεύτερης θητείας Καραμανλή που εκτόξευσε τα δημοκοπικά ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ. Στη συνέχεια όμως η παροχολογία του ΓΑΠ δυνάμωσε το ΠΑΣΟΚ και ξαναπροσγείωσε τον ΣΥΡΙΖΑ στο 4,6 %. Έπρεπε αρχίσει να εφαρμόζεται το μνημόνιο για να καβαλήσει ο ΣΥΡΙΖΑ το κύμα της οργής και να βρεθεί στη δεύτερη θέση, μετά από πολλές εσωτερικές συγκρούσεις. Χρειάστηκαν άλλα δυόμιση μνημονικά χρόνια για να βρεθεί στην εξουσία. Και είναι αλήθεια ότι το μνημόνιο είναι βολικό για μεγάλο μέρος της εκλογικής βάσης του, που προέρχεται από τον δημόσιο τομέα, για ένα άλλο μέρος της είναι πολύ βασική η “σύγκρουση”. Ίσως και για τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα.
Ενώ λοιπόν οι εκτιμήσεις λένε, ότι από εδώ και πέρα η Κυβέρνηση, πρέπει να εφαρμόσει τη συμφωνία, που μετά από κωλυσιεργία 15 μηνών έκανε, να επιτύχει ρυθμούς ανάπτυξης και να σπρώξει τις εκλογές για όσο το δυνατόν αργότερα, υπάρχει και άλλη εκδοχή που βασίζεται στην ως τώρα πολιτεία του Αλέξη Τσίπρα, αυτή μιας νέας σύγκρουσης. Ιδιαίτερα αν ευνοήσει και το διεθνές περιβάλλον.
Ευκαιρίες σύγκρουσης θα υπάρξουν: η επόμενη αξιολόγηση που πρέπει να κλείσει μέσα στο 2017, και η οποία θα περιλαμβάνει επιπλέον μέτρα, ενώ οι μεθεπόμενες του 2018, που θα συνεπάγονται δύσκολες για την Αριστερά απελευθερώσεις αγορών. Για να μην πιάσουμε την πώληση των μονάδων της ΔΕΗ και του ΑΔΜΗΕ.
Μπορεί το συμφέρον του Πρωθυπουργού να είναι να εφαρμόσει το πρόγραμμα, μπορεί το συμφέρον του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ που εξελίσσεται σε κόμμα της Ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας να είναι να η αναζήτηση μιας βολικής συγκυρίας για να πάει σε εκλογές το 2018 ή το 2019. Ποιο είναι όμως το συμφέρον ενός Αριστερού ηγέτη; Ίσως αυτό να συζητούσε ο Αλέξης Τσίπρας με τον Ραούλ Κάστρο και τον Νικολάς Μαδούρο κατά το ταξίδι του στην Αβάνα.
* Ο κ. Δημήτρης Σ. Παπαγγελόπουλος είναι Σύμβουλος Στρατηγικής & Επικοινωνίας, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας