Λέμε ἐθιμικὰ στὴ ροὴ τοῦ χρόνου, ὅτι εἶναι ἡ ἑβδομάδα του. Μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ ὁλόκληρος ὁ χρόνος ἀσωτεία. Καὶ πόσων ἀνθρώπων νὰ εἶναι ἄσωτη ὁλόκληρη ἡ ζωή. Ἢ νὰ εἶναι καὶ ἡ μετάνοια πολλῶν ψυχῶν ὑπέροχη σὰν τοῦ Ἀσώτου! Πόσο μεγαλεῖο! Τὶ εὐφορία πανάκριβη ζοῦν οἱ ψυχὲς ἐπιστρέφοντας στὸν ἀναμένοντα ἐπὶ χρόνια Πατέρα τους; Καὶ πάλι μεγαλεῖο. Εἴθε νὰ κερδίζη ὁ Παράδεισος! Χάσιμο νὰ ἔχη μονάχα ἕνας κι αὐτὸς Μαῦρος. Μονάχα μία κι αὐτὴ Μαύρη.
Αὐτὴν τὴν πολύτιμη ἀτμόσφαιρα τῆς ἐπιστροφῆς τοῦ Ἀσώτου θὰ παρακολουθήσουμε μὲ τὴν περιγραφὴ τῆς ἀξεπέραστης γραφίδος τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου στὴν παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου Λουκᾶ 15,11-22.
«Τέτοιο ἦταν ἐκεῖνο τὸ παιδί. Αὐτὸς ποὺ κατέφαγε ὅλα τὰ δικά του. Αὐτὸς ποὺ ἔφθασε στὸ ἔσχατο σκαλὶ τοῦ κακοῦ. Αὐτὸς ποὺ ἀρρώστησε βαρύτερα κι ἀπ’ αὐτὸν ποὺ παραμιλάει. Ὅμως ἐπειδὴ μόνο θέλησε νὰ ἀλλάξη, γιαὐτὸ κι ἀμέσως ἔγινε νέος. Μόνο ἀπὸ τὴν γνώμη καὶ τὸν πόθο τῆς ἀλλαγῆς του. Εἶπε, «θὰ ἐπιστρέψω στὸν πατέρα μου». Αὐτὸς ὁ λόγος μόνο τοῦ χάρισε ὅλα τὰ ἀγαθά. Ἢ μᾶλλον ὄχι ἁπλᾶ αὐτὸς ὁ λόγος, ἀλλὰ προσθέτοντας τὸ ἔργο στὰ λόγια. Διότι δὲν εἶπε, «θὰ ἐπιστρέψω» καὶ ξέμεινε πάλι ἐκεῖ, ἀλλὰ εἶπε «θὰ ἐπανέλθω» καὶ ἐπανῆλθε. Ἐπέστρεψε πίσω ὁλόκληρο τὸν δρόμο.
Τὸ ἴδιο ἂς πράξουμε κι ἐμεῖς. Ἀκόμα κι ἂν καταντήσουμε ἐκτὸς συνόρων, ἂς ἐπανέλθουμε στὸ πατρικὸ σπίτι. Ἂς μὴ βαρεθοῦμε ἐξ αἰτίας τοῦ μήκους τῆς ἀποστάσεως. Διότι ἂν θελήσουμε, ἡ ἐπιστροφὴ γίνεται εὔκολη καὶ τάχιστη. Μόνο νὰ ἀφήσουμε τὸν ξένο καὶ ἀταίριαστο τρόπο ζωῆς. Διότι αὐτὸ εἶναι ἡ ἁμαρτία. Αὐτὴ μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὴν πατρικὴ οἰκία. Ἂς τὴν παρατήσουμε. Ὥστε νὰ ἐπιστρέψουμε γρήγορα στὸ πατρικὸ σπίτι. Διότι ὁ Πατέρας μας εἶναι φιλόστοργος. Αὐτός, ἐμᾶς τοὺς ἀσώτους ὅταν ἀλλάξουμε, θὰ μᾶς τιμήση τὸ ἴδιο καὶ περισσότερο ἀπὸ τὰ φρόνιμα παιδιά του. Διότι καὶ ἐκεῖνον τὸν Ἄσωτο Υἱὸ τοῦ εὐαγγελίου τὸν τίμησε περισσότερο. Ἐκεῖνος ὁ Πατέρας εὐχαριστήθηκε πολύ, ἐπειδὴ ξαναπῆρε τὸ παιδί του» (εἰς Ρωμαίους ὁμ.ΙΑ’ ΕΠΕ 17,34).