Με τα νοικοκυριά να μην μπορούν να καλύψουν τις ενεργειακές τους ανάγκες και με τις βιομηχανίες να μειώνουν πλέον την παραγωγή τους ή ακόμη και να την αναστέλλουν προσωρινά, αφού όλοι έχουν μείνει απροστάτευτοι στην ακραία ακρίβεια στην ενέργεια, ο κ. Μητσοτάκης παραδέχεται, έστω και έμμεσα, ότι έχει ανεχτεί υπερκέρδη στην αγορά ενέργειας, όπως καταγγέλλει και ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, εδώ και οκτώ μήνες.
Αν και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μιλάει ξεκάθαρα πλέον για υπερκέρδη παραγωγών ενέργειας και προτείνει μάλιστα τη φορολόγησή τους, στο σχέδιο Repower EU για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της ουκρανικής κρίσης, ο κ. Μητσοτάκης στην επιστολή του, μετά από αυτές τις ανακοινώσεις, προς την Πρόεδρο της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ψελλίζει κάτι για πλαφόν στο μικτό περιθώριο κέρδους στη χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.
Αυτά, ενώ η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει βάλει ουσιαστικά πλάτη στο καρτέλ που αισχροκερδεί και χειραγωγεί τις τιμές στη χονδρική αγορά ηλεκτρισμού και ενώ, με δική της ευθύνη, δεν λειτουργεί η προθεσμιακή αγορά και τα διμερή συμβόλαια, με αποτέλεσμα οι καταναλωτές να είναι απόλυτα εκτεθειμένοι στις διακυμάνσεις της τιμής και σε κρίσεις, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Η ελληνική αγορά ενέργειας λειτουργεί χωρίς έλεγχο και ρύθμιση από τον Νοέμβριο του 2020, γιατί ο κ. Χατζηδάκης περίμενε ότι ο ανταγωνισμός θα λύσει τα προβλήματα και θα μειώσει τις τιμές.
Η κυβέρνηση επέλεξε οι εταιρείες ενέργειας να συσσωρεύουν ουρανοκατέβατα κέρδη από τον Αύγουστο, με συμμετοχή της ΔΕΗ, εφόσον η πολιτεία και οι ρυθμιστικές αρχές δεν ελέγχουν την αγορά και η κυβέρνηση επιδοτεί το ράλι ακρίβειας με πόρους για το κλίμα.
Μέσα στην κρίση η κυβέρνηση Μητσοτάκη προχώρησε ακόμη σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου για να παραδώσει την πλειοψηφία της ΔΕΗ σε ιδιώτες ενώ, η κατά 88,3% κρατική, γαλλική EDF που έχει αντίστοιχα δεσπόζουσα θέση στην αγορά, εφάρμοσε 4% πλαφόν στην αύξηση του κόστους ρεύματος και προχώρησε σε ανακεφαλαιοποίηση ύψους 2,5 δισ ευρώ με τα 2,1 δισ να καλύπτονται από το γαλλικό δημόσιο.
Η προσήλωση της ΔΕΗ στα κέρδη που καταγράφει η μετοχή της στο Χρηματιστήριο είναι μία προκλητική επιλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη, σε πλήρη αντίθεση με την πρωτόγνωρη κρίση ακρίβειας στην ενέργεια που απειλεί τη βιωσιμότητα της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας.
Η Ελλάδα ενεργειακά είναι πιο ευάλωτη και πιο αδύναμη από ποτέ εξαιτίας της λανθασμένης ενεργειακής στρατηγικής της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Η βίαιη και χωρίς σχέδιο απολιγνιτοποίηση μεγιστοποίησε την εξάρτηση της ηλεκτροπαραγωγής από το εισαγόμενο φυσικό αέριο, επίσης ορυκτό καύσιμο. Ενώ πολλές χώρες της ΕΕ μείωσαν την εξάρτησή τους και ιδιαίτερα στην ηλεκτροπαραγωγή από το φυσικό αέριο, η χώρα μας σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΕ αύξησε και δεσμεύτηκε στη χρήση φυσικού αερίου.
Η Ελλάδα δεν είναι έτοιμη, ως όφειλε, να ακολουθήσει τις προτάσεις του σχεδίου REPower EU: ο επικαιροποιημένος χωροταξικός σχεδιασμός για τις ΑΠΕ και οι Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες για τις περιοχές Natura 2000 που είχαν ξεκινήσει στις αρχές του 2019 καθυστερούν. Παρά τις μεγαλόστομες εξαγγελίες, το θεσμικό πλαίσιο για την αποθήκευση ενέργειας από ΑΠΕ δεν έχει ολοκληρωθεί, με έργα να παραμένουν παγωμένα εδώ και μήνες. Η ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων του Δημοσίου και των επιχειρήσεων καθυστερεί εδώ και δυόμιση χρόνια, δεν υπάρχει ενεργό πρόγραμμα Εξοικονομώ για όλο το 2021, οι ενεργειακές κοινότητες έχουν ναρκοθετηθεί, η στήριξη στα φωτοβολταϊκά στέγης είναι ανεπαρκής και καθυστερημένη.
Αντί να περιορίζεται σε κινήσεις επικοινωνιακού χαρακτήρα, η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη οφείλει να λάβει τώρα, άμεσα ουσιαστικά μέτρα για τη στήριξη της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας καθώς το άνευ προηγουμένου κύμα ακρίβειας σαρώνει τα πάντα. Οφείλει, χωρίς άλλη καθυστέρηση, να εφαρμόσει τις νέες προτάσεις της Ευρ. Επιτροπής, ελέγχοντας τις τιμές και την αισχροκέρδεια στην ενέργεια ώστε να στηρίξει την επιβίωση των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Να αξιοποιήσει τον κοινωνικό και αναπτυξιακό ρόλο της ΔΕΗ και προφανώς να εφαρμόσει τα μέτρα που η Εργαλειοθήκη της ΕΕ έχει προτείνει από τον Οκτώβριο, μείωση του ΕΦΚ στα καύσιμα και ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης.
Η Ελλάδα χρειάζεται ένα αποτελεσματικό, σύγχρονο και προοδευτικό σχέδιο για την πράσινη μετάβαση που θα διασφαλίζει τόσο την ενεργειακή ασφάλεια όσο και την ίδια την πράσινη μετάβαση, με το βλέμμα στην κοινωνία και στις παραγωγικές δυνάμεις της Ελλάδας. Και αυτό μπορεί να το εξασφαλίσει μόνο μία πολιτική αλλαγή.