Παρατηρώ σχεδόν απλανώς πια, καιρό τώρα τον δεύτερο πλάτανο στο ιστορικό κέντρο της Λευκοπηγής τον οποίο φυτέψαμε φοιτητες όντες τις μέρες της μεταπολίτευσης (20-24 Ιουλίου 1974) ήδη θεόρατος, γνήσιος απόγονος του υπεραιωνόβιου κι ευρωστότερου των Βαλκανίων, μνημείο της φύσης ήδη, γείτονά του, Μεγαπλάτανο. Οι ρίζες του σαν φίδια αρχίζουν να τυλίγουν στην εδραία του περιοχή τον κορμό. Το δέντρο ασφυκτιά από την καφενειοανάπτυξη και πλακοτσιμεντόστρωση που δεν αφήνουν να απλωθούν οι ρίζες στην επιφάνεια αλλά και σε βάθος και έτσι στο αδιέξοδο που βρίσκονται τυλίγονται στο μητρικό κορμί σώμα. Οι ρίζες «φίδια» που βγήκαν στην επιφάνεια απειλητικά, εν τούτοις με οδηγούν σε αδόκιμα ίσως, φιλολογικά παρεπόμενα.
Στον Ερωτικό λόγο ο Γ. Σεφέρης γράφει:
«Δυο φίδια ωραία κι αλαργινά, του χωρισμού πλοκάμια
σέρνουνται και γυρεύουνται στη νύχτα των δεντρών,
για μιαν αγάπη μυστική σ’ ανεύρετα θολάμια
ακοίμητα γυρεύουνται δεν πίνουν και δεν τρων…»
Ο Βιργίλιος στην Αινειάδα (2, 48 μτφρ. έξοχη του Θεοδ. Παπαγγελή ) αναφέρεται στο περιστατικό με τα φίδια χοντρά σαν τις ρίζες του πλατάνου που βγήκαν από τη θάλασσα κατ’ εντολή της Αθηνάς (;) και έπνιξαν τον Λαοκόοντα και τους δύο γιούς
«Και ιδού την ώρα κείνη απ’ τη μεριά της Τένεδος, στο κάλμα του πελάγους
Συστρέφοντας με κύκλους τα κορμιά, δυό φίδια θηριώδη (ανατριχιάζω)
ορμάνε στα νερά, τα δυό μαζί και σταθερά στοχεύουν τ’ ακρογιάλι…»
‘Ελαβαν τέλος φρικτόν φιδοφαγωμένοι εκεί στην πεδιάδα του Ιλιου γιατί με το «φοβού τους Δαναούς…» ο ιερέας αμφισβήτησε το «δώρο» του Ιππου, το ακόντισε κιόλας. Κι αυτό επειδή χαλνούσε τα σχέδια των θεών για την άλωση της Τροίας.
Επιστροφή στα χωρικά χώματα.
Οι ρίζες φίδια που τυλίγουν τον κορμό διαδηλώνουν πως κάτι ανορθόδοξο και κρίσιμο συμβαίνει στο ωραίο και συμβολικό δέντρο. Κάποιοι ειδικοί πρέπει να το δουν και ν’ αποφανθούν δενδρολογικά πριν συμβεί κάτι δυσάρεστο. Οι μικρές αλλά ανήμπορες εξουσίες του χωριού, οι μεγαλύτερες του Δήμου, οι ειδικές του Δασαρχείου ή οι Περιφερειακές που κήρυξαν τον γύρω χώρο διατηρητέο και προστατευόμενο θα συγκινηθούν άραγε;
Μήπως κι εκείνοι της γενιάς του Πολυτεχνείου που τον φύτεψαν, τον ένιωσαν, μαζί στη σκιά του μεγάλωσαν και τώρα είναι μια ζώσα παρακαταθήκη της μνήμης τους, πρέπει να οδηγηθούν σε μια μορφής σωστικού ακτιβισμού…