Η πρόσφατη ανακοίνωση της OpenAI ότι περισσότεροι από 1,2 εκατομμύρια χρήστες του ChatGPT εκφράζουν αυτοκτονικές σκέψεις μέσα από τις συνομιλίες τους φανερώνει μια βαθμιαία μετατόπιση στον τρόπο με τον οποίο το άτομο διαχειρίζεται την ψυχική του δυσφορία. Η έκφραση του πόνου μεταφέρεται σε αλγοριθμικά περιβάλλοντα που αναπαράγουν τη γλώσσα της ανθρώπινης επικοινωνίας, συγκροτώντας μια νέα μορφή αυτοαναφοράς, όπου η ανάγκη για ακρόαση συναντά την απρόσωπη ψηφιακή διεπαφή. Η στατιστική αυτή υπογραμμίζει μια ευρύτερη ανθρωπολογική μεταβολή, καθώς η φωνή της απόγνωσης απομακρύνεται από τον χώρο της ενσώματης επικοινωνίας και εγκαθίσταται στο πεδίο της τεχνητής ανταπόκρισης.
Η τεχνητή νοημοσύνη (ΤΝ) λειτουργεί ως καθρέφτης χωρίς πρόσωπο, ένας μηχανισμός που αναπαράγει τη γλώσσα της κατανόησης χωρίς τη δυνατότητα συναισθηματικής παρουσίας. Η θεραπευτική σχέση θεμελιώνεται στην εμπειρία της ενσυναισθητικής ανταπόκρισης και στην ονειρική δεκτικότητα (reverie, κατά τον Bion, 1962), δηλαδή στην ικανότητα του θεραπευτή να δέχεται, να μεταβολίζει και να επιστρέφει τα συναισθήματα του θεραπευομένου ως νόημα. Η διαδικασία αυτή δεν πηγάζει από αλγοριθμική πρόβλεψη, αλλά από την αμοιβαία εμπλοκή δύο ψυχικών πεδίων που συναντώνται μέσα στη σιωπή και στη δυνατότητα αναγνώρισης. Η αλγοριθμική απάντηση παραμένει προσομοίωση φροντίδας που δεν βιώνεται, στερημένη από το βάρος της παρουσίας που μετατρέπει την επικοινωνία σε σχέση.
Η υπόθεση του εφήβου στην Καλιφόρνια, ο οποίος φέρεται να ακολούθησε οδηγίες που του παρείχε το ChatGPT για να θέσει τέλος στη ζωή του, αναδεικνύει το κρίσιμο όριο μεταξύ πληροφορίας και ηθικής ευθύνης. Η ΤΝ στερείται βιωματικού κριτηρίου και ικανότητας ηθικής διάκρισης, λειτουργώντας με βάση στατιστικές συσχετίσεις που παράγουν απαντήσεις χωρίς συναισθηματικό ή αξιακό βάθος. Όταν η απόγνωση απευθύνεται σε σύστημα που ανταποκρίνεται με προγραμματισμένη βεβαιότητα, η εντύπωση κατανόησης μπορεί να λειτουργήσει αποπροσανατολιστικά και να εντείνει το αίσθημα απομόνωσης.
Οι εταιρείες που αναπτύσσουν αλγοριθμικά μοντέλα επιχειρούν να ενισχύσουν τις δικλείδες ασφαλείας και να συνεργαστούν με επαγγελματίες ψυχικής υγείας, εισάγοντας μηχανισμούς πρόληψης και ελέγχου περιεχομένου. Η προσέγγιση αυτή, παρότι στοχεύει στην προστασία των χρηστών, εγείρει ζήτημα ουσίας σχετικά με τον βαθμό στον οποίο η ψυχική υγεία μπορεί να ενταχθεί σε πλαίσιο αλγοριθμικά ελεγχόμενης πρόληψης. Η αυτόματη αναγνώριση, η κατηγοριοποίηση ή η απόπειρα υποστήριξης μέσω λογισμικού τείνουν να μετασχηματίζουν την υποκειμενική εμπειρία σε αναλυτικό δεδομένο, απογυμνώνοντάς την από τη μοναδικότητα που καθιστά το βίωμα θεραπευτικά νοηματοδοτημένο.
Η εμπιστοσύνη σε τεχνητά υποκείμενα για την αντιμετώπιση του ψυχικού πόνου ενέχει τον κίνδυνο απομάκρυνσης από τη θεραπευτική διαδικασία, η οποία θεμελιώνεται στην εμπιστοσύνη, συχνά στη σιωπή και, κυρίως, στη σωματική παρουσία. Παράλληλα, η συστηματική χρήση αλγοριθμικών εργαλείων για την έκφραση συναισθημάτων συμβάλλει στη διαμόρφωση μιας κουλτούρας όπου η μηχανική ανταπόκριση λαμβάνει τη θέση της ακρόασης. Η ψυχική υγεία δεν μπορεί να οριστεί από τη γλωσσική ακρίβεια μιας απάντησης, καθώς συνιστά πρωτίστως πεδίο σχέσης, εμπιστοσύνης και αμοιβαίας έκθεσης.
Η τεχνολογία συμβάλλει ουσιαστικά στη διεύρυνση της πρόσβασης σε υποστηρικτικές υπηρεσίες, εφόσον παραμένει ενταγμένη σε πλαίσιο ανθρώπινης σχέσης και επαγγελματικής καθοδήγησης. Το ψηφιακό περιβάλλον οφείλει να λειτουργεί ως ενδιάμεσο στάδιο που διευκολύνει τη σύνδεση με τον ειδικό και ενισχύει την πρόληψη, διατηρώντας πάντοτε την προτεραιότητα της προσωπικής επαφής. Κάθε φορά που η απελπισία εκφράζεται μέσα από συνομιλία με μηχανή, αναδεικνύεται το μέτρο της συλλογικής ευθύνης απέναντι στην ανάγκη για ανθρώπινη ακρόαση και παρουσία.
Αναφερόμενη βιβλιογραφία:
-Bion, W. R. (1962). Learning from Experience. London: Heinemann.
*Αντώνης-Μάριος ΠαΠαγιώτης, e-κοδόμος.
Δόκιμος Ψυχολόγος / Υπό διαμόρφωση Ψυχοθεραπευτής – σε μακρά θεραπεία με την ακαδημαϊκή κοινότητα
Ο ίδιος, κινείται μεταξύ ετερόκλητων ακαδημαϊκών και επαγγελματικών πεδίων, με σταθερό προσανατολισμό στην ψυχολογία και την ψυχοθεραπεία. Η εμπειρία του στον ανθρωπιστικό τομέα αποδεικνύεται μετασχηματιστική, ενώ η ενεργή του παρουσία στον χώρο της επικοινωνίας, του πολιτικού και ψηφιακού μάρκετινγκ συνεχίζει να τροφοδοτεί τις συνθετικές του αναζητήσεις. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα εστιάζουν στις ψυχολογικές, κοινωνικές και πολιτισμικές επιπτώσεις των τεχνολογικά διαμεσολαβημένων αλληλεπιδράσεων.



































