Με απίστευτη προχειρότητα, δρομολογείται από την Κυβέρνηση ένας κύκλος συγχωνεύσεων Πανεπιστημίων και ΤΕΙ σε περιφερειακό επίπεδο ανά την Ελλάδα. Ανεξάρτητα από το αν έπρεπε ή όχι να γίνουν συγχωνεύσεις, η λάθος διαχείριση τους, οι φυσικές και τεχνητές καθυστερήσεις, και ο διορισμός “ημέτερων” σε θέσεις κλειδιά των εκκολαπτόμενων ιδρυμάτων-μαμούθ που προκύπτουν, έφερε ήδη αρρυθμίες και θα φέρει κι άλλες το επόμενο διάστημα.
Στην περίπτωση της Δυτικής Μακεδονίας η συζήτηση περί συγχώνευσης έχει ξεφύγει από κάθε θεσμικό πλαίσιο. Έχουμε το θλιβερό προνόμιο να έχουμε διαρροές πορισμάτων των επιτροπών των υφιστάμενων Ιδρυμάτων, έχουμε διαψεύσεις των πορισμάτων, έχουμε διπλά πορίσματα, έχουμε τα Ιδρύματα να συμφωνούν μεν, και να διαφωνούν μεταξύ τους στα επί μέρους. Έχουμε μια ατέρμονη συζήτηση στα τηλε-παράθυρα για το πόσα τμήματα θα πάνε που, για το πόσα καινούρια τμήματα θα φέρει ο κάθε «σωτήρας», με τα πολιτικά πρόσωπα να τοποθετούνται για ζητήματα που δεν γνωρίζουν καν. Λες και μας ρώτησε κανείς αν θέλουμε αύξηση των Τμημάτων. Λες και αν μας ρωτούσε κάποιος αν θέλουμε 100 Τμήματα, θα απαντούσε κανείς «όχι».
Κυβερνητικοί Βουλευτές σπεύδουν να υπερασπιστούν τη “μεταρρύθμιση” χωρίς να γνωρίζουν τι ορίζει, ο Περιφερειάρχης υπόσχεται Τμήματα στην Πτολεμαΐδα, ο Πρύτανης του ΤΕΙ την “πέφτει” στον Περιφερειάρχη, καθώς δεν επιθυμεί την ενίσχυση του ρόλου της Πτολεμαΐδας, και γενικώς άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε. Την ατζέντα της συζήτησης την ορίζει ο καθένας, πλην αυτού που αποφασίζει, δηλαδή του Υπουργού. Η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου, αφήνει το θέμα να σέρνεται, λέγοντας μέσω κύκλων ότι «πρέπει να βιαστούμε», και από τον Ιούνιο που κατατέθηκαν τα πορίσματα, δεν έχουν ληφθεί πρωτοβουλίες. Αντίθετα, η Πολιτεία ανέχεται να διασπείρονται φήμες στο δημόσιο διάλογο περί διπλών πορισμάτων, περί συντεχνιακών αποφάσεων, περί τοποθετήσεων με μόνο γνώμονα να πάρει ο Χ τη Διοίκηση του νέου Ιδρύματος και περί παρεμβάσεων Βουλευτών σε πρυτάνεις. Τέλος ακούμε πως το θέμα με την εν λόγω σοβαρότατη καταγγελία φτάνει στη Βουλή των Ελλήνων. Τελικά ασχολούμαστε με την παραπολιτική και όχι με την ουσία.
Καμία σοβαρή συζήτηση με τεχνοκρατικά και ακαδημαϊκά επιχειρήματα δεν έγινε. Καμία τοποθέτηση για το ύφος, τον χαρακτήρα, και τη χωροθέτηση του νέου ιδρύματος δεν έγινε από το Υπουργείο. Καμία συζήτηση σχετικά με τους αποφοίτους των Ιδρυμάτων και των πτυχίων τους. Καμία συζήτηση για τον αριθμό και τα αντικείμενα πτυχιούχων που μπορεί η αγορά να απορροφήσει. Καμία συζήτηση αν στο νέο Ίδρυμα θα επιτραπεί εισαγωγή φοιτητών με βαθμό κάτω του 10 ή και του 5. Ούτε καν, αν θα πρέπει να είναι στόχος του νέου Ιδρύματος να έχει βάσεις εισαγωγής άνω του 10. Καμία συζήτηση για το αν το νέο Ίδρυμα θα διασυνδεθεί ουσιαστικά με την κοινωνία, την αγορά, την τοπική ανάπτυξη, την τοπική βιοτεχνία και βιομηχανία.
Υπάρχει χρονοδιάγραμμα; Θα ληφθούν υπ’ όψιν από το κέντρο τον αποφάσεων οι απόψεις των τοπικών φορέων όταν το Υπουργείο πάρει τις πολιτικές αποφάσεις; Το Υπουργείο Παιδείας θα λάβει αποφάσεις ορθολογικά βάσει ακαδημαϊκών κριτηρίων ή βάσει του αν ο Πρύτανης ή ο Περιφερειάρχης είναι αριστερός ή δεξιός; Θα ληφθούν υπ’ όψιν οι σημαντικότατες υποδομές του Μποδοσάκειου για τη Σχολή Επιστημών Υγείας, ή της νέας Πανεπιστημιούπολης στην Κοζάνη;
Όταν ρωτάς τους Πρυτάνεις, σου λένε πως η συγχώνευση λύνει τοπικά προβλήματα ελλείμματος ανάπτυξης της Δυτικής Μακεδονίας, παρόλο που οι συνενώσεις είναι (και καλώς είναι) κεντρικό στοίχημα αναδιαμόρφωσης του ακαδημαϊκού χάρτη. Προφανώς θέλουν να εξασφαλίσουν τη συναίνεση της τοπικής κοινωνίας, αλλά και των – μη εμπλεκόμενων – φορέων των οποίων την έγγραφη συναίνεση ζητούν ανεπίσημα. Αλήθεια τι είναι τελικά η συγχώνευση; Τοπική ή κεντρική παρέμβαση;
Αυτά είναι τα κρίσιμα ερωτήματα. Όλα τα άλλα είναι συζήτηση άνευ λόγου και αιτίας. Όλα όσα βλέπουμε γύρω μας είναι κουβέντα καφενείου που δεν αρμόζει σε μια περιοχή με μεγάλη ακαδημαϊκή και τεχνολογική παράδοση όπως η Δυτική Μακεδονία. Οι εμπλεκόμενοι αρκούνται να υπερασπιστούν την εφαρμογή της κυβερνητικής βούλησης. Δεν έχουν πείσει την κοινωνία για την ουσία της παρέμβασης, και για το ότι η παρέμβαση θα ωφελήσει την κοινωνία.
Ένα τελευταίο: Ο Υπουργός Παιδείας κ. Γαβρόγλου στα κατά τόπους νεοσυσταθέντα ιδρύματα διορίζει δικούς του ανθρώπους στις διοικούσες επιτροπές. Στην περίπτωση τη δική μας τι θα γίνει; Θα φέρει δικούς του; Ήδη έχουμε το μέγα πρόβλημα της στελέχωσης του Πανεπιστημίου από Καθηγητές που δεν είναι από την περιοχή, και σε πολλές περιπτώσεις κάνουν ότι μπορούν να εγκαταλείψουν το Ίδρυμα. Την ίδια στιγμή σημαντικότατοι επιστήμονες από την περιοχή, διαπρέπουν στα Πανεπιστήμια του Εξωτερικού και μας κάνουν περήφανους, αρνούμενοι να εμπλακούν στην τοπική πολιτικολογία, τις κομματικές και συντεχνιακές εξαρτήσεις, και τα τηλε-παράθυρα.
Ακούω συνεχώς την κλισέ έκφραση πως το νέο ίδρυμα θα είναι πιο «ισχυρό», χωρίς να μας λένε τι εννοούν αυτοί που την εκφέρουν. Ένα ίδρυμα δεν γίνεται ισχυρό από τις δομές και τις υποδομές του, ούτε από τις πρόσκαιρες πολιτικές συγκυρίες. Ένα ίδρυμα το κάνουν ισχυρό οι άνθρωποι του, στον άξονα του χρόνου. Είναι αλήθεια ότι χρειαζόμαστε συμμάζεμα στις δημόσιες δομές, αλλά όλοι αυτοί που τοποθετούνται δημόσια υπέρ της συγχώνευσης, που ήταν εδώ και δεκαπέντε χρόνια, που δίνονται μάχες για να αυτονομηθεί το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας; Υπήρχε τελικά μακροπρόθεσμος σχεδιασμός σε πολιτικό και ακαδημαϊκό επίπεδο; Σήμερα υπάρχει;