Γράφει o Δημ. Χατζηδάκης (*)
δρ Χημικός Μηχανικός
Θέμα της επικαιρότητας, που απασχολεί ιδιαίτερα την τοπική κοινωνία, αποτελεί το αν, και κατά πόσο, θα παραταθεί, μετά από το τρέχον έτος, η λειτουργία λιγνιτικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της ΔΕΗ ΑΕ (εφεξής, ΔΕΗ) στη Δυτική Μακεδονία.
Πρόκειται για πρόβλημα εφαρμογής της κοινοτικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας και έγκειται όχι στη μακροχρόνια λειτουργία μονάδων εκτός του κοινοτικού νομοθετικού πλαισίου, αλλά στη βραχυχρόνια παράταση λειτουργία τους.
Ενόψει της ολοκλήρωσης της κατασκευής της 5ης μονάδας ηλεκτροπαραγωγής στην Πτολεμαϊδα (με τις πατροπαράδοτες καθυστερήσεις και σε αντίθεση με την εγχώρια υπεραισιοδοξία), μια τυπική κοινοτική απάντηση θα ήταν ότι τυχόν έλλειμμα στην προσφορά ενέργειας στην ηπειρωτική χώρα μπορεί να καλυφθεί από άλλους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας, του εσωτερικού ή του εξωτερικού.
Το ιστορικό
Ο λόγος, κατ’ αρχήν, για τις λιγνιτικές μονάδες του Ατμοηλεκτρικού Σταθμού (εφεξής, ΑΗΣ) Καρδιάς (4 μονάδες ισχύος 762, 762, 812 και 812 MW, όλες με ατομικές καπνοδόχους), του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου (4 μονάδες, 2 συνολικής ισχύος 1.524 MW με κοινή καπνοδόχο και 2 συνολικής ισχύος 1.574 MW με κοινή καπνοδόχο) και του ΑΗΣ Αμυνταίου (2 μονάδες συνολικής ισχύος 1.525 MW, μία καπνοδόχος).
Με βάση διαδοχικές κοινοτικές Οδηγίες για τις εκπομπές από τις λεγόμενες μεγάλες εγκαταστάσεις καύσης (εφεξής, ΜΕΚ), μεταξύ άλλων και μονάδων της ΔΕΗ, οι προαναφερόμενες 10 μονάδες χαρακτηρίσθηκαν ως υφιστάμενες (προϋπάρχουσες της 1ης.07.1987, Οδηγία 88/609/ΕΟΚ) και με την υποχρέωση, σε πρώτο στάδιο, τήρησης χαλαρότερων οριακών τιμών εκπομπής ορισμένων ατμοσφαιρικών ρύπων (σε σχέση με αυτές για τις νέες (μεταγενέστερες της 1ης.07.1987) και στα πλαίσια ενός σχεδίου ελέγχου των συνολικών εκπομπών από όλες τις υφιστάμενες ΜΕΚ της χώρας μας που ενέπιπταν στις διατάξεις της Οδηγίας 2001/80/ΕΚ. Σε δεύτερο στάδιο (από 1.01.2016 έως 31.12.2023) οι μονάδες υποχρεούνται στην τήρηση αυστηρότερων οριακών τιμών εκπομπής ή, εναλλακτικά, οριστικής παύσης και απόσυρσης, μετά από 17.500 ώρες λειτουργίας. Οι ώρες λειτουργίας ανέρχονται στις 32.000 στην περίπτωση μονάδων συνολικής ισχύος άνω των 1.500 MW με έναρξη λειτουργίας πριν από τις 31.12.1986 και χρησιμοποιούμενο στερεό καύσιμο με 4 χαρακτηριστικά που «φωτογραφίζουν» τους ελληνικούς λιγνίτες (Οδηγία 2010/75/ΕΕ, άρθρο 33). Οι όποιες εναλλακτικές επιλογές έπρεπε να έχουν γνωστοποιηθεί από τη ΔΕΗ στην αρμόδια Αρχή το αργότερο έως την 1η.01.2014.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Εκθεση προς Eionet, 17.05.2018), οι μονάδες του ΑΗΣ Καρδιάς ξεκίνησαν τη λειτουργία τους την περίοδο 12.1975- 04.1981, αυτές του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου την περίοδο 05.1984- 11.1985 και αυτές του ΑΗΣ Αμυνταίου στις 28.11.1986.
Επισημαίνεται ότι κατά την περίοδο διαμόρφωσης του σχεδίου της Οδηγίας 2001/80/ΕΚ σε (τεχνοκρατικό) κοινοτικό επίπεδο, αλλά και από τη χώρα μας (σε συνεννόηση και με τη ΔΕΗ), είχε γίνει αποδεκτό ότι, γενικά για τις υφιστάμενες ΜΕΚ, στην περίπτωση ορισμένων ρύπων, οι οριακές τιμές εκπομπής θα είναι χαλαρότερες (υψηλότερες), όταν η συνολική ισχύς των μονάδων που εκβάλλουν τα καυσαέρια τους σε μια καπνοδόχο είναι μικρότερη από 500 MW. Ο υπολογισμός των οριακών τιμών εκπομπής βασίζεται στην ισχύ κάθε μεμονωμένης καπνοδόχου και όχι στην, αθροιστικά, συνολική ισχύ των καπνοδόχων μιας εγκατάστασης.
Συμπεράσματα
Και οι 10 προαναφερόμενες μονάδες καλύπτουν τα κριτήρια για την επιλογή των 17.500 ωρών λειτουργίας. Οι μονάδες του ΑΗΣ Καρδιάς δεν καλύπτουν το κριτήριο των 1.500 MW ανά καπνοδόχο. Οι μονάδες του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου καλύπτουν τα κριτήρια για την επιλογή των 32.000 ωρών. Οι μονάδες του ΑΗΣ Αμυνταίου οριακά, για ένα μήνα, καλύπτουν ή δεν καλύπτουν το κριτήριο της έναρξης λειτουργίας (πριν από τις 31.12.1986) για την επιλογή των 32.000 ωρών.
Οπως προκύπτει και από δημοσιεύματα του Τύπου και το σχετικό Δελτίο Τύπου του ΥΠΕΝ (20.11.2018), το πρόβλημα έγκειται στο κατά πόσο η έναρξη λειτουργίας μιας μονάδας καύσης περιλαμβάνει και την, ενίοτε πολυετή, περίοδο δοκιμαστικής λειτουργίας (περίπτωση της μονάδας αποθείωσης του ΑΗΣ Μεγαλόπολης Β). Επιπλέον, τίθεται και το ερώτημα αν η Απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων μιας εγκατάστασης προβλέπει οριακές τιμές εκπομπής και άλλους όρους ελέγχου κατά την περίοδο της δοκιμαστικής λειτουργίας, αν και η αυτή συνδέεται ακριβώς με δυσλειτουργίες και προβλήματα προς επίλυση.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εφεξής, Ε.Ε.), ιδιαίτερα στην περίπτωση μονάδων που βαίνουν προς το τέλος του βίου τους και οι όποιες επενδύσεις σε αυτές είναι τεχνικοοικονομικά ασύμφορες, έχει αντιμετωπίσει με καλή διάθεση αιτήματα παρεκκλίσεων, αν αυτά είναι καλώς τεκμηριωμένα και ουσιαστικά «φωτογραφικού» χαρακτήρα. Απαιτείται η όσο το δυνατό πιο περιοριστική περιγραφή των όποιων παρεκκλίσεων και, ουσιαστικά, από το κείμενο του νομοθετήματος να λείπει μόνο το όνομα της όποιας εγκατάστασης θα επωφεληθεί. Σε κάθε περίπτωση, οι χρονοβόρες διαπραγματεύσεις σε κοινοτικό επίπεδο συνήθως καταλήγουν σε κάποια αποτελέσματα, τα οποία, ως «συμφωνηθέντα», τουλάχιστον κατά τους κοινοτικούς, πρέπει να τηρούνται.
Το κρίσιμο σημείο για την υπόθεση εντοπίζεται, χρονικά, στην περίοδο διαμόρφωσης της Οδηγίας 2010/75/ΕΕ, όταν η χώρα μας (και η ΔΕΗ) διαπραγματευόταν τα «φωτογραφικά» κριτήρια για την παράταση λειτουργίας κατά 32.000 ώρες. Με το, φαινομενικά μόνο, περίεργο κριτήριο-όριο των, κατ’ ελάχιστον 1.500 MW (συνήθως οι παρεκκλίσεις αφορούν μέγιστο όριο) αποκλείονται οι μονάδες του ΑΗΣ Καρδιάς και το κριτήριο της άδειας λειτουργίας, οριακά, αποκλείει ή δεν αποκλείει τις μονάδες του ΑΗΣ Αμυνταίου «φωτογραφίζοντας», τελικά, τις μονάδες του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου. Κατά τα φαινόμενα, εκ των υστέρων αποφασίστηκε η συνέχιση της λειτουργίας του συγκεκριμένου σταθμού, ύστερα από εκσυγχρονισμό για να ανταποκρίνεται σε αυστηρότερες περιβαλλοντικές απαιτήσεις, και ακολούθησε η προσπάθεια για «φωτοσόπ» για τον ΑΗΣ Αμυνταίου. Αν εξ αρχής η «φωτογραφία» αφορούσε και τον ΑΗΣ Αμυνταίου, το χρονικό όριο για την έναρξη λειτουργίας θα μπορούσε κάλλιστα να ήταν η 30η.06.1987.
Το αύριο
Η πρόσφατη κοινή υπουργική απόφαση (ΦΕΚ 5301Β/2018) προσφέρει κάλυψη στη Διοίκηση της ΔΕΗ, αλλά είναι σαφές ότι πρέπει να τύχει της αποδοχής των κοινοτικών υπηρεσιών. Αν, τελικά, η Ε.Ε. δεν συναινέσει για τις 14.500 επιπλέον ώρες λειτουργίας του ΑΗΣ Αμυνταίου και αποκλεισθεί η εναλλακτική του εκσυγχρονισμού του σταθμού, όπως στην περίπτωση του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου, προσφέρεται για αξιοποίηση η εμπειρία από την υπόθεση του πετρελαϊκού ΑΗΣ της ΔΕΗ στα Λινοπεράματα Ηρακλείου.
Προ δεκαπενταετίας και ύστερα από διαδικασίες περίπου 2,5 ετών, η χώρα μας καταδικάστηκε σε πρώτο βαθμό από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης για ρύπανση του περιβάλλοντος από τον συγκεκριμένο σταθμό. Η επιβολή προστίμου απεφεύχθη, αφού, τελικά, ελήφθησαν μέτρα περιορισμού της ρύπανσης. «Αγορά χρόνου» από τη χώρα μας και τη ΔΕΗ ενόψει συμμόρφωσης με την αξιοσημείωτη «σιωπηρή» ανοχή της Ε.Ε., όσον αφορά την τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονταν στα επί μέρους στάδια της όλης διαδικασίας της παραπομπής.
Σημ.: Ως «ισχύς» μονάδας νοείται η «ονομαστική θερμική ισχύς» μονάδας.
=================================================================
(*) Ο Δημ. Χατζηδάκης (dhadjidakis@yahoo.com) κατά την περίοδο 1994-2011, ως υπάλληλος του υπουργείου Περιβάλλοντος, χειρίσθηκε θέματα περιβαλλοντικής αδειοδότησης μονάδων ηλεκτροπαραγωγής από ορυκτά καύσιμα.