‘-Όπως σου έλεγα Χάμπο, μύγες χτυπάνε τα μαγαζιά.
-Ναι Κάκκο, δίκιο έχεις. Άδεια από πελάτες…Χωριό που φαίνεται κολαούζο δε θέλει!
-Η αγορά στενάζει αγαπητοί μου φίλοι. Η κρίση βλέπεις. Εδώ και χρόνια. Τι να σου κάνουν; Τα εμπορικά… όλο και κλείνουν.
-Ναι Γιάννε. Έτσι είναι. Στην οδό Δημοκρατίας μέτρησα 20 κλειστά, 28 ανοιχτά μαγαζιά.
-Ναι Χάμπο. Κι εγώ μέτρησα στο πίσω στενό έξη κλειστά και οκτώ ανοικτά. Ακόμα και η εστίαση και τα καφέ. Ένα – ένα…Το στενό…κατέρρευσε.
-Σωστά βρε Γιάννε. Και ξες κάτι; Κάποτε ψωνίζαμε με τις κάρτες. Έλεγες, δε βαριέσαι. Λεφτά είναι δεν είν’ ψυχή και έβαζες την κάρτα να πληρώνει.
-Έτσι έλεες Κάκκο, αλλά φράκαραν οι κάρτες και τώρα πας και σε λέει η ταμίας, συγνώμη κύριε αλλά δεν την παίρνει αυτή την κάρτα. Έχετε κάποια άλλη;
-Έτσι είναι Χάμπο. Και σε πιάνει μια ντροπή…
-Δε βαριέσαι Βε Κάκκο. Μισή ντροπή δική τους, μισή δική μας.
-Γω πάλε, όλη η ντροπή θκια μ’ είναι.
-Ά, βρε Κάκκο. Μη σκας όμως. Τώρα τελευταία έγινε μόδα ένα νέο κόλπο. Είδαν κι αποείδαν οι εμπόροι, σου λέει φράκαραν οι κάρτες. Και τώρα ψωνίζεις δίχως κάρτες.
-Σώπα βρε Γιάννε. Και με χωρίς κάρτα;
-Ναι Χάμπο!
-Και πως γίνεται αυτό Γιάννε;
-Αυτό γίνεται με δόσεις, λέει…
-Ξανά – μανά δόσεις;
-Ναι Κάκκο, ξαν δόσεις.
-Δεν πάμε καλά!
-Αμ δεν πάμε καλά Χάμπο. Και ξες τι άλλο; Βγήκαν πάλι και τα γραμμάτια στη φόρα.
-Τι λες βρε Γιάννε…και γραμμάτια!
-Ναι για. Ψες βγήκε στα ηλεκτρικά η ξαδέρφη μου η Παναΐλα να πάρει ένα ατμοσίδερο που χάλασε το παλιό της. Διαλέγει ένα και δίνει την κάρτα.
-Ά, είχε κάρτα!
-Είχε και δεν είχε. Δίνει την κάρτα, χτυπάει ο μαγαζάτορας και τη λέει: “Κυρία Παναΐλα, αυτή η κάρτα δεν περνάει…”
-Αμάν. Σώπα βρε. Και τι έγινε τελικά;
-Τελικά Κάκκο, τη βλέπει ο μαγαζάτορας την Παναΐλα κόκκινη από ντροπή, τη λέει: “Μη σκας βρε Παναΐλα, θα σε βάλω γραμμάτια”.
-Γραμμάτια ε;
-Γραμμάτια Χάμπο. Τη βάζει οκτώ γραμμάτια από δέκα ευρώ το καθένα. Πάλι σεναχώρια η Παναΐλα. Του λέει η Παναΐλα του μαγαζάτορα: “Να ‘σαι καλά, αλλά εγώ αν δεν μπορώ να τα πληρώνω αυτά τακτικά, θα βρω κανά μπελιά ε;
-Έ ναι για!
-Μπα. Καθόλου Κάκκο. Τι λέει ο μαγαζάτορας: “Κοίτα Παναΐλα κάθε πότε σ’ έγραψα να τα πληρώνεις;
-Έ, τι;
-Κοιτάει η Παναίλα εκεί που γράφει την ημερομηνία “πληρωτέο…”Τι να δει;
-Τι να δει Γιάννε;
-Της είχε γράψει ο μαγαζάτορας: “πληρωτέο… όποτε μπορείς”!