Πλήρης ημερών και πολιτικών συγκινήσεων, έφυγε χθες από τη ζωή στα 91 του χρόνια ο τελευταίος ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, ρίχνοντας οριστικά αυλαία στην ιστορική φάση του υπαρκτού σοσιαλισμού για τη Ρωσία. Αν και ο ίδιος διετέλεσε Γενικός Γραμματέας του Κ.Κ.Σ.Ε μόλις έξι χρόνια, (δηλαδή από το 1985-1991), η καθοριστική συμβολή του, ωστόσο, στον πυρηνικό αφοπλισμό, στην εξομάλυνση των αμερικανοσοβιετικών σχέσεων, αλλά και στην εξωστρέφεια και τη χαλάρωση του καταπιεστικού σοβιετικού καθεστώτος, τον κατέστησαν ιδιαίτερα δημοφιλή στις τάξεις εκατομμυρίων πολιτών ανά τον πλανήτη.
Παιδί αγροτικής οικογένειας από το Πριβόλνογιε της Σταυρούπολης με μικτή (ρωσική και ουκρανική) καταγωγή, ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ διάνυσε με μεθοδικότητα και στοχοπροσήλωση την απόσταση που χώριζε την αχανή σοβιετική κομματική βάση από τη γραφειοκρατική κορυφή του Πολιτικού Γραφείου του Κ.Κ.Σ.Ε, αποκτώντας για πρώτη φορά κομματική ιδιότητα στην τοπική Κομσομόλ, πάντα σταθερά προσανατολισμένος στη γραμμή της «αποσταλινοποίησης». Στις υπόλοιπες σταθερές της ζωής μετρά κανείς τη σχέση ζωής με τη σύζυγό του, Ραίσα Τιταρένκο, με την οποία παντρεύτηκαν το 1953 όντας αμφότεροι φοιτητές, με τον θάνατό της να καταβάλει ψυχικά τον πρώην ισχυρό ηγέτη τα τελευταία χρόνια. Πρωτίστως, όμως, η ανάγκη του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ να εκσυγχρονίσει το σοβιετικό καθεστώς αποτέλεσε σημείο καμπής για όλο το διεθνές σύστημα, σε βαθμό που τα μηνύματα ξένων ηγετών και προσωπικοτήτων για την απώλειά του να κατακλύζουν από χθες το διαδίκτυο.
Παρότι η αδιαμφισβήτητη πολιτική του ισχύς τον συνέδεε με την εικόνα του κραταιού και στιβαρού ηγέτη, απόμακρου ως υπεύθυνου για τις τύχες εκατομμυρίων ανθρώπων, εντούτοις ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ δεν έχασε ποτέ το χαμόγελό του. Επέμεινε, αντίθετα, να εκπέμπει πραότητα, ευγένεια και αισιοδοξία, ακόμη και όταν η συζήτηση με τους υπόλοιπους ηγέτες του πλανήτη περιστρεφόταν είτε γύρω από την αποτροπή μιας πυρηνικής σύρραξης, είτε γύρω από την έκβαση του Ψυχρού Πολέμου, που ο ίδιος «θέρμανε» ανέλπιστα πολύ για τους Δυτικούς, ανοίγοντας δρόμους συνεργασίας και αλληλοκατανόησης με τις ΗΠΑ. Ακόμη, ανάμεσα στις προσωπικές του αδυναμίες του πρώην σοβιετικού ηγέτη προέβαλε η συγκέντρωση δεκάδων βιβλίων από κοινού με τη σύζυγό του Ράισα, τη στιγμή που η «Περεστρόικα», το ομώνυμο με τις μεταρρυθμίσεις βιβλίο του, σημείωσε εκδοτικό ρεκόρ σε δεκάδες χώρες παγκοσμίως, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Οι ρίζες της πτώσης
Τα επίπεδα δημοτικότητας του Γ.Γραμματέα του Κ.Κ.Σ.Ε., ωστόσο, εκτοξεύονται στο δυτικό κόσμο, όταν ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ εμφανίζεται δεκτικός στο να καθίσει στο τραπέζι των συνομιλιών με τις ΗΠΑ για την αποκλιμάκωση των διμερών τους σχέσεων, σε μια περίοδο που η υπαρξιακή προοπτική της χώρας του υπήρξε εξαιρετικά δυσοίωνη.
Η παραπάνω επιλογή υπέκρυπτε, στην πραγματικότητα, την αδυναμία της Σοβιετικής Ένωσης να παρακολουθήσει το ράλι εξοπλισμών, το οποίο είχε ξεκινήσει από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 με πρωτεργάτη τον τότε Πρόεδρο των ΗΠΑ, Ρόναλντ Ρέιγκαν, ασκώντας αφόρητες οικονομικές πιέσεις στη ρωσική οικονομία. Παράλληλα, οι υψηλές αμυντικές δαπάνες επέφεραν δραστικές κοινωνικές περικοπές για την εξυπηρέτησή τους, γεγονός που έκανε την κοινωνική βάση να δυσφορεί, ενώ η περαιτέρω ενίσχυση της στρατιωτικής ισχύος μέσω των πανάκριβων εξοπλισμών είχε ως αποτέλεσμα να ενταθεί η αντισοβιετική συσπείρωση. Επιπλέον, το σοβιετικό ολοκληρωτικό καθεστώς αδυνατούσε να καλύψει τις βασικές ανάγκες του πληθυσμού του, ενώ το σχεδιασμένο κεντρικά σύστημα παραγωγής έμοιαζε παρωχημένο, καθώς στερείτο παραγωγικότητας και εφευρετικότητας.
Ένα χρόνο μετά, αποφασίζουν περιορισμό ενδιάμεσων πυρηνικών πυραύλων στην Ευρώπη, ενώ με ώθηση από τη θετική ανταπόκριση του Προέδρου των ΗΠΑ, ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ αποφασίζει να απαντήσει δυναμικά στο εσωτερικό πρόβλημα της χώρας του. Επικεντρώνεται έκτοτε στην γκλάσνοστ (διαφάνεια) και στην περεστρόικα (ανασυγκρότηση) περιθωριοποιώντας τις ακραίες αντιαμερικανικές φωνές. Από πλευράς του, ο Ρόναλντ Ρέιγκαν μεταβαίνει τον επόμενο χρόνο στο Βερολίνο και προκαλεί δημόσια τον σοβιετικό ηγέτη, λέγοντάς του «Κύριε Γκορμπατσόφ, ρίξτε αυτό το τείχος!».
Οι μεταρρυθμίσεις του Γκορμπατσόφ, άλλωστε, είχαν αρχίσει να δημιουργούν μεγάλες ρωγμές στο ιδεολογικό τείχος μεταξύ Δύσης και Σοβιετικής Ένωσης, παρότι η χαλάρωση των καταπιεστικών μηχανισμών του σοβιετικού καθεστώτος ήταν η μόνη σανίδα σωτηρίας του από την οριστική παρακμή.
Έτσι, όταν ο Πρόεδρος των ΗΠΑ συμφώνησε να συναντήσει τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ στην Μάλτα τον Δεκέμβριο του 1989, με σκοπό να συνάψουν συμφωνία για την δραστική μείωση του διηπειρωτικού πυρηνικού τους οπλοστασίου, το παιχνίδι είχε ήδη κριθεί. Κεντρικός στόχος, άλλωστε, του Προέδρου Μπους ως προς τη συνεργασία τους, ήταν να μην επικρατήσουν οι «σκληροπυρηνικοί» σοβιετικοί στην Μόσχα, παρεμποδίζοντας τα νομοσχέδια προς ψήφιση.
Αλλά και όταν το τείχος του Βερολίνου έπεσε, σκόρπισε ευφορία όλους τους Αμερικανούς, πλην ενός, δηλαδή του Προέδρου Μπους. «Είμαι πολύ ευχαριστημένος. Και είμαι πολύ ευχαριστημένος για πολλές άλλες εξελίξεις», σχολίασε χαρακτηριστικά ο κ. Μπους, καθώς δεχόταν τα πυρά των συντηρητικών στις ΗΠΑ για τη χλιαρή του δήλωση, η οποία όμως απέβλεπε στο να μην αποδυναμώσει τον Γκορμπατσόφ, ώστε εκείνος με τη σειρά του να καταστεί όμηρος των «σκληροπυρηνικών» της Μόσχας. Οι τελευταίοι κατηγορούσαν τον σοβιετικό ηγέτη ότι έφερε την ιστορική ευθύνη της υποχώρησης της σοβιετικής σφαίρας επιρροής, θέτοντας σε κίνδυνο τη σοβιετική ασφάλεια και παρομοιάζοντάς τον με «νεκροθάφτη».
Στην τελευταία, μεγάλη και δημόσια παρέμβασή του, ωστόσο, ο Σοβιετικός ηγέτης ζήτησε τον Φεβρουάριο του 1990 ως όρο για την επανασύνδεση, η ενιαία Γερμανία να βγει από το ΝΑΤΟ και να παραμείνει ουδέτερη, αλλά συνάντησε την άρνηση των ΗΠΑ και της Γερμανίας. Στην πραγματικότητα, ο ίδιος δεν μπορούσε να επιβάλει όρους, ούτε και να εμποδίσει την επανένωση με στρατιωτικά μέσα. Στον αντίποδα, μαζί με τους ηγέτες της Ουκρανίας και της Λευκορωσίας αποφάσισαν τον Οκτώβριο του 1991 τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης.
Στα χρόνια μετά την ΕΣΣΔ, ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ προτίμησε την φιλανθρωπική από την πολιτική δράση, δίνοντας διαλέξεις για τη συντήρηση του ιδρύματος του. Εκτός από τις εμπειρίες του για τις ημέρες του υπαρκτού σοσιαλισμού, ο Ρώσος πρώην πολιτικός έγινε πριν λίγα χρόνια το πρόσωπο της διαφημιστικής καμπάνιας του γαλλικού οίκου μόδας Louis Vuitton, όπως και της αλυσίδας Pizza Hut, έχοντας μάλλον πεισθεί για τον καπιταλισμό.