Η διασύνδεση των Κυκλάδων με το Ηπειρωτικό Σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας αποτελεί επιδίωξη της χώρας για πολλές δεκαετίες, που μέχρι τώρα δεν είχε γίνει δυνατόν να υλοποιηθεί. Όσοι έχουν ταξιδέψει στις Κυκλάδες, γνωρίζουν ότι το ρεύμα που καταναλώνουν εκεί παράγεται επιτόπου σε παλιά εργοστάσια ηλεκτρικής ενέργειας που «καίνε» μαζούτ – πετρέλαιο. Οι γνωστές άσπρες-κόκκινες καμινάδες των σταθμών ηλεκτροπαραγωγής αποτελούν μνημείο μιας άλλης εποχής στις Κυκλάδες, που τώρα σιγά – σιγά περνούν σε μια νέα εποχή, με λιγότερη ρύπανση, αλλά και σε ένα πιο πράσινο μέλλον, αφού θα έχουν τη δυνατότητα όχι μόνο να παίρνουν πιο καθαρή ενέργεια, μέσω των καλωδίων της διασύνδεσης, αλλά και να στέλνουν καθαρό ρεύμα σε όλη τη χώρα, μέσα από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
Πρόκειται για ένα έργο στρατηγικής εθνικής σημασίας με μεγάλη προστιθέμενη αξία. Η Διασύνδεση των Κυκλάδων με το Ηπειρωτικό Διασυνδεδεμένο Σύστημα Υψηλής Τάσης έχει χαρακτηρισθεί με Υπουργική Απόφαση (Νοέμβριος 2006) ως έργο «γενικότερης σημασίας για την οικονομία της χώρας».
Αποτελεί όμως ταυτόχρονα και ένα εμβληματικό έργο της πολιτικής Συνοχής της ΕΕ στην Ελλάδα, μέσα από πόρους των τελευταίων δύο ΕΣΠΑ και μάλιστα έχει χαρακτηριστεί ως ένα από τα μεγάλα έργα της τρέχουσας προγραμματικής περιόδου. και τα καλά νέα είναι ότι ολοκληρώνεται και μάλιστα πιο γρήγορα από τον αρχικό προγραμματισμό του.
Με την υποβρύχια, κατά βάση, διασύνδεση, μειώνεται το κόστος παραγωγής (υποκατάσταση πετρελαίου με φυσικό αέριο) και συνεπώς το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας που απαιτείται για την κάλυψη της ζήτησης. Επιπλέον βελτιώνεται το περιβάλλον των νησιών με την ελαχιστοποίηση και μελλοντική παύση της λειτουργίας των πετρελαϊκών σταθμών παραγωγής και ελαχιστοποιείται η περιβαλλοντική όχληση επί των νησιών καθώς αποφεύγεται η κατασκευή εναέριων Γραμμών Μεταφοράς.
Σημαντικό στοιχείο είναι ότι δημιουργείται η αναγκαία υποδομή για την αξιοποίηση του δυναμικού των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στα νησιά.
Σταθμός στην υλοποίηση του έργου ήταν η απόφαση της ΕΕ ότι η επιδότηση για την κατασκευή του έργου δεν αποτελεί κρατική ενίσχυση στην (ιδιωτική εταιρεία του ΑΔΜΗΕ. Ο ΑΔΜΗΕ, προκειμένου να υλοποιήσει το έργο χωρίς την ενίσχυση, θα έπρεπε να αυξήσει τις χρεώσεις του συστήματος μεταφοράς. Σύμφωνα με τις ελληνικές αρχές, τούτο θα ήταν κοινωνικά απαράδεκτο και οικονομικά προβληματικό, ιδίως λόγω της μακρόχρονης οικονομικής κρίσης, η οποία έχει ήδη οδηγήσει σε μείωση της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας. Οι σημαντικές επενδύσεις στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας θα συνεπάγονταν μεγάλη οικονομική επιβάρυνση των τελικών καταναλωτών. Οι ελληνικές αρχές θεώρησαν ότι οι αυξήσεις που θα προέκυπταν ως αποτέλεσμα όλων των επενδύσεων συνολικά, θα αύξαναν τα τιμολόγια σε κοινωνικώς απαράδεκτα επίπεδα. Και αυτό θα ερχόταν επιπλέον του κόστους που ήδη καταβάλουν οι πολίτες μέσω των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος για την ηλεκτροδότηση των μη διασυνδεδεμένων νησιών μέχρι σήμερα. Η συνδρομή της ΕΕ ήταν λοιπόν αποφασιστική και για την υλοποίηση του έργου αλλά και για τη διασφάλιση του επιπέδου τιμών του ρεύματος, χωρίς μεγαλύτερες αυξήσεις, άρα και για την τσέπη των πολιτών
Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2010, ουδεμία σύνδεση υπήρχε μεταξύ του ηπειρωτικού διασυνδεδεμένου συστήματος μεταφοράς και των Κυκλάδων. Μοναδική εξαίρεση αποτελεί η νήσος Άνδρος, η οποία είναι η μόνη που συνδέεται με το ηπειρωτικό σύστημα μεταφοράς 150 kV και εξυπηρετείται από έναν υποσταθμό 150/20kV, που τροφοδοτεί επίσης την Τήνο με μέση τάση επιπέδου 20 kV. Όσον αφορά τα υπόλοιπα νησιά των Κυκλάδων, η ανάγκη τους για ηλεκτρική ενέργεια καλυπτόνταν από αυτόνομους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής (ΑΣΠ), που παράγουν ηλεκτρική ενέργεια από βαρύ μαζούτ και ντίζελ. Σύμφωνα με τις ελληνικές αρχές, οι υφιστάμενοι ΑΣΠ δεν μπορούν να εξασφαλίσουν σταθερό και αξιόπιστο εφοδιασμό των νησιών για τα επόμενα έτη, λαμβάνοντας υπόψη την αυξανόμενη ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια, που σχετίζεται με τα μεγάλα οικιστικά έργα και την ανάπτυξη του τουρισμού. Το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΣΠ είναι σημαντικά υψηλότερο από το κόστος παραγωγής στο διασυνδεδεμένο σύστημα. Επιπλέον, οι ΑΣΠ έχουν αρνητικές συνέπειες για το περιβάλλον, λόγω του ότι παράγουν ηλεκτρική ενέργεια από βαρύ μαζούτ και ντίζελ.
Οι τρεις φάσεις του έργου
Το έργο της διασύνδεσης των Κυκλάδων είναι ένα τεχνικά σύνθετο έργο, το οποίο ολοκληρώνεται σε τρεις φάσεις, και εξασφαλίζει την αξιόπιστη, οικονομική και επαρκή τροφοδότηση των νησιών Σύρου, Πάρου, Τήνου, Μυκόνου και Νάξου με ηλεκτρική ενέργεια για τα προσεχή 30-40 χρόνια.
Ο Νικόλαος Μαργούτας είναι ο υπεύθυνος έργου και μιλά για τη σημασία του στη ζωή των τοπικών κοινωνιών: «Το σταθερό, το στιβαρό όπως λέμε σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας της ηπειρωτικής Ελλάδας μεταφέρεται και στα νησιά. Αυτό καθιστά το σύστημα ισχυρό. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι δεν θα υπάρχουν πλέον τα φαινόμενα των συχνών διακοπών που παρουσιάζονται στα νησιά και πολλές φορές προέρχονται από καιρικά φαινόμενα».
Η Διασύνδεση των Κυκλάδων με το Ηπειρωτικό Διασυνδεδεμένο Σύστημα Υψηλής Τάσης εντάχθηκε το 2013 στο ΕΣΠΑ 2007-2013 για τις απαραίτητες μελέτες και προπαρασκευαστικές εργασίες και ξεκίνησε στην πράξη η κατασκευή του το 2017, με πόρους από το ΕΣΠΑ 2014-2020 και περιλαμβάνει τρεις κυρίως φάσεις, με τις πρώτες να έχουν ήδη ολοκληρωθεί.
Η πρώτη φάση περιλαμβάνει τη σύνδεση της Σύρου με το Λαύριο καθώς και με τα νησιά Πάρο, Μύκονο και Τήνο με αντίστοιχα καλώδια.
Η δεύτερη φάση περιλαμβάνει τη σύνδεση της Πάρου με τη Νάξο και της Νάξου με τη Μύκονο.
Η Τρίτη φάση περιλαμβάνει δεύτερη σύνδεση του Λαυρίου με τη Σύρο.
Το έργο έχει συνολικό προϋπολογισμό 782,4 εκατομμύρια ευρώ και χρηματοδοτείται από τον Ανεξάρτητο Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας της Ελλάδας (ΑΔΜΗΕ) με 338,7 εκατομμύρια ευρώ – μέσα από πόρους που έχει συγκεντρώσει – και από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) με 276 εκατομμύρια ευρώ, με τα υπόλοιπα να καλύπτονται από το Ελληνικό Δημόσιο. Όταν ολοκληρωθεί, 10 νησιά των Κυκλάδων θα συνδεθούν με το δίκτυο της ηπειρωτικής χώρας. Πρόκειται για την Σύρο, την Πάρο, τη Μύκονο, την Άνδρο, την Τήνο, τη Νάξο, τη Σαντορίνη, τη Μήλο, τη Φολέγανδρο και την Σέριφο. Η ολοκλήρωση του, συνολικά, αναμένεται να γίνει εντός του 2024. Ωστόσο, το έργο βρίσκεται μπροστά από το χρονοδιάγραμμα, η 1η και 2η φάση έχουν ολοκληρωθεί και αυτό το διάστημα ολοκληρώνεται και η τρίτη φάση.
Φάση Α: Διπλή διασύνδεση της Σύρου με την ηπειρωτική χώρα και ακτινική διασύνδεση της Πάρου και της Μυκόνου με τη Σύρο.
Η φάση Α περιλαμβάνει την αρχική διασύνδεση της Σύρου με το Λαύριο, στην ηπειρωτική χώρα, μέσω ενός υποβρύχιου τριπολικού καλωδίου 150 kV, ονομαστικής ικανότητας 200 MVA και μήκους 108 χιλιομέτρων. Περαιτέρω περιλαμβάνει μια δεύτερη διασύνδεση της Σύρου με το βόρειο άκρο της Τήνου, μέσω ενός υποβρύχιου τριπολικού καλωδίου 150 kV, ονομαστικής ικανότητας 200 MVA και μήκους 33 χιλιομέτρων. Κατά τη διάρκεια της φάσης Α θα υπάρξει ακτινική σύνδεση της Πάρου με τη Σύρο μέσω ενός υποβρύχιου τριπολικού καλωδίου 150 kV, ονομαστικής ικανότητας 140 MVA και μήκους 46 χιλιομέτρων και ακτινική σύνδεση της Μυκόνου με τη Σύρο μέσω ενός υποβρύχιου τριπολικού καλωδίου 150 kV, ονομαστικής ικανότητας 140 MVA και μήκους 35 χιλιομέτρων. Επιπλέον θα κατασκευαστούν τρεις υποσταθμοί 150/20 kV επί της Σύρου, Πάρου και Μυκόνου (περιλαμβανομένης της εγκατάστασης SVC) και ένας τερματικός σταθμός επί της Τήνου. Τέλος, η φάση Α περιλαμβάνει πρόσθετα κατασκευαστικά έργα στο Λαύριο (αυτομετασχηματιστή 400/150/30 kV και σταθμό μεταγωγής 150 kV) και SVC επί της Σύρου, δίπλα από τον χώρο του υποσταθμού. Προκειμένου να διευκολυνθεί η διαδικασία προμήθειας, η φάση Α, έχει χωριστεί σε τέσσερα υποέργα.
(i) Το πρώτο υποέργο περιλαμβάνει τα υποβρύχια / επίγεια καλώδια για τη διασύνδεση του καλωδίου 150 kV του Λαυρίου με τη Σύρο.
(ii) Το δεύτερο υποέργο περιλαμβάνει τα υποβρύχια / επίγεια καλώδια για τις διασυνδέσεις 150 kV της Τήνου με τη Σύρο, της Σύρου με την Μύκονο και της Σύρου με την Πάρο.
(iii) Το τρίτο υποέργο περιλαμβάνει την κατασκευή σταθμού μεταγωγής 150 kV και εξωτερικού εξοπλισμού υψηλής τάσης (αυτομετασχηματιστής 400/150/30kV) για τη σύνδεση με το σταθμό υπερυψηλής τάσης 400 kV της ηπειρωτικής χώρας (Λαύριο). Ο σταθμός μεταγωγής 150 kV θα συνδεθεί επίσης με τα επίγεια / υποβρύχια καλώδια που θα συνδέουν το Λαύριο με τη Σύρο. Ο σταθμός μεταγωγής 150 kV θα συνδεθεί επίσης με τον υφιστάμενο σταθμό μεταγωγής υπερυψηλής τάσης 400kV του Λαυρίου με αυτομετασχηματιστή 400/150/30 kV.
(iv) Το τέταρτο υποέργο είναι ένας SVC -100 MVAr /+ 100 MVAr επί της Σύρου. Η φάση Α του έργου (δηλ. τα τέσσερα υποέργα)
Στη Α’ φάση για τη διασύνδεση Κυκλάδων, ολοκληρώθηκε επιτυχώς, στα τέλη Ιανουαρίου 2018, η ηλέκτριση του υποθαλάσσιου καλωδίου Υψηλής Τάσης που συνδέει τη Σύρο στο διασυνδεδεμένο Εθνικό Σύστημα Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΜΗΕ) μέσω του νεότευκτου Υποσταθμού του Λαυρίου. Ακολούθησε η ηλέκτριση των καλωδίων Υψηλής Τάσης που συνδέουν τη Σύρο με την Πάρο, με την Τήνο και με τη Μύκονο.
Με τον τρόπο αυτό τροφοδοτούνται από το ηπειρωτικό σύστημα όχι μόνο τα νησιά αυτά, αλλά και τα νησιά Αντίπαρος, Νάξος, Κουφονήσι, Σχοινούσα, Ηρακλειά, Ίος, Σίκινος, Φολέγανδρος, Δήλος και Ρηνεία χάρη στις υποβρύχιες διασυνδέσεις Μέσης Τάσης που ήδη υπήρχαν μεταξύ των νησιών αυτών. Συνεπώς, ένα μεγάλο μέρος του νησιωτικού συμπλέγματος των Κυκλάδων τροφοδοτείται ήδη έχοντας πρόσβαση σε φθηνότερη και πιο αξιόπιστη ηλεκτροδότηση.
Φάση Β: Η φάση αυτή περιλαμβάνει τη σύνδεση της Νάξου με την Πάρο και της Πάρου με τη Μύκονο μέσω ενός υποβρύχιου τριπολικού καλωδίου 150 kV, ονομαστικής ικανότητας 140 MVA και μήκους 7,6 και 40 χιλιομέτρων αντίστοιχα και έναν υποσταθμό 150 kV/20 kV στη Νάξο. Η εν λόγω φάση ολοκληρώθηκε και τέθηκε σε λειτουργία νωρίτερα το 2020. Η ολοκλήρωση της Β φάσης είναι αυτή που επιτρέπει τον παροπλισμό των παλαιών μονάδων παραγωγής στα νησιά.
Φάση Γ: Αυτή η τελευταία φάση του έργου περιλαμβάνει τη δεύτερη διασύνδεση της Σύρου με την ηπειρωτική χώρα μέσω ενός δεύτερου υποβρύχιου τριπολικού καλωδίου 150 kV, ονομαστικής ικανότητας 200 MVA και μήκους 108 χιλιομέτρων. Η κατασκευή αυτής της φάσης εξαρτάται από την εξέλιξη των τοπικών φορτίων και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) στα νησιά που συμμετέχουν στη διασύνδεση. Ξεκίνησε ήδη.
Ο μέχρι πριν λίγο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κωστής Χατζηδάκης τόνισε, μιλώντας στα εγκαίνια της σύνδεσης με τη Νάξο, ότι το έργο ενισχύει την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού των Κυκλάδων, είναι χρήσιμο περιβαλλοντικά γιατί κλείνουν τα «φουγάρα» της ΔΕΗ και είναι επίσης χρήσιμο οικονομικά γιατί χάρη στις νησιωτικές διασυνδέσεις θα μειωθεί δραστικά το κονδύλι των 700 εκατ. χρόνια που πληρώνουμε κάθε χρόνο για τις λεγόμενες Υπηρεσίες Κοινής Ωφελείας (ΥΚΩ), με τις οποίες επιδοτούμε την ηλεκτροδότηση των μη διασυνδεδεμένων νησιών.
Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Διαχειριστή του ηλεκτρικού μας συστήματος, του ΑΔΜΗΕ δηλαδή, Μάνος Μανουσάκης τόνισε στην ίδια εκδήλωση πως «Οι νησιωτικές διασυνδέσεις δεν είναι απλή υπόθεση. Το Αιγαίο επιφυλάσσει σημαντικές προκλήσεις για το έργο μας. Η έντονη αλιευτική δραστηριότητα, καθώς και η ιδιαίτερη μορφολογία του βυθού, απαιτούν τεχνολογίες state-of-the-art και υψηλή τεχνογνωσία εκ μέρους του Διαχειριστή. Για τον λόγο αυτό, χρησιμοποιούμε στις υποβρύχιες διασυνδέσεις μας καινοτόμα, ελαφρύτερα υλικά, τα οποία φθείρονται λιγότερο και έχουν μικρότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα».
Σημείωσε ακόμη ότι από τις διασυνδέσεις των Κυκλάδων και της Κρήτης, δημιουργείται «χώρος» άνω των 1300 MW για Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας ενώ παράλληλα το Εθνικό Σύστημα Μεταφοράς έρχεται πιο κοντά στα υπεράκτια πάρκα που θα αναπτυχθούν στο Αιγαίο τα επόμενα χρόνια. «Η προοπτική αυτή δίνει λύση στη χωροθέτηση των μονάδων ΑΠΕ, με τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση των ενδιαφερομένων και τη μικρότερη δυνατή όχληση για τους νησιώτες», τόνισε ο κ. Μανουσάκης.
Πηγή Φωτογραφίας: admie.gr