Η Κυβέρνηση Τσίπρα διατείνεται ότι η 16μηνη διαπραγμάτευση ήταν απαραίτητη για να επιτευχθεί το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για τη χώρα, ενώ η κοινή γνώμη αντιμετώπισε το κλείσιμο της αξιολόγησης με ανακούφιση καθώς δεν επαναλήφθηκε το ψυχοφθόρο και καταστροφικό καλοκαίρι του 2015 και πλέον αναμένει την επιστροφή στην κανονικότητα.
Πόσο πιθανή είναι όμως μια τέτοια επιστροφή; Ακόμη και αν υποθέσουμε ότι το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης ήταν καλό, κάτι που δεν ισχύει αφού δεν επετεύχθη κανένας στόχος, μάλλον ουδείς αντιλαμβάνεται στην Κυβέρνηση το κόστος αυτών των χαμένων 16 μηνών διαπραγμάτευσης.
Το κόστος αυτό ήλθε να προστεθεί στους 6 καταστροφικούς μήνες διαπραγμάτευσης του Γιάνη Βαρουφάκη και στην προεκλογική περίοδο των δεύτερων εκλογών του 2015. Η στρατηγική της πρώτης περιόδου ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ επέφερε τα capital controls που συμπληρώνουν πλέον δύο χρόνια.
Οι συνέπειες ήταν να βυθιστεί η οικονομία στην ύφεση. Επίσης, μεταξύ άλλων, να κλείσουν χιλιάδες επιχειρήσεις και οι εργαζόμενοι τους να οδηγηθούν στην ανεργία, οι φορολογούμενοι να επιβαρυνθούν με το κόστος της ζημιάς που υπέστη το Δημόσιο από την απώλεια μετοχικής αξίας των τραπεζών, που υπολογίζεται στα 40 δισ. , να απαξιωθεί το Χρηματιστήριο Αθηνών και τόσα άλλα. Πολλοί περίμεναν ότι και τότε, μετά από την εμπειρία της ατυχούς και “βραβευμένης” διαπραγμάτευσης, μετά την ανανέωση της λαϊκής εντολής στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, ο Αλέξης Τσίπρας θα άλλαζε ρότα. Είχε πλέον μια ελεγχόμενη κοινοβουλευτική ομάδα, εκλεγμένη με λίστα και τη δυνατότητα να επιλέξει κυβερνητικό εταίρο.
Ο Πρωθυπουργός επέλεξε να πορευτεί ξανά με τους Ανεξάρτητους Έλληνες. Ακολούθησε μια παρεμφερή τακτική της καθυστέρησης, είτε περιμένοντας τις συνθήκες να αλλάξουν υπέρ του στο διεθνές στερέωμα, είτε προσπαθώντας να επιβραδύνει τη φθορά που θα προέκυπτε από την εφαρμογή των συμφωνηθέντων, είτε να καταστήσει πιο δύσκολη τη δουλειά του επόμενου Πρωθυπουργού. Λησμονεί όμως ο κ. Τσίπρας ότι η ιστορία δεν ξεκίνησε την ημέρα που βρέθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου.
Για όλους, αλλά ειδικά για τους νέους και τις νέες, αυτοί οι 16 μήνες έρχονται να προστεθούν στα προηγούμενα μνημονιακά χρόνια, κατά τα οποία δεν είχαν τη δυνατότητα, να βρουν μια σταθερή δουλειά στο αντικείμενο τους, να δημιουργήσουν, να αισθανθούν χρήσιμοι, να κάνουν οικογένεια. Μόνο η επένδυση στο Ελληνικό, που καθυστερεί κάθε φορά με διαφορετική αιτιολογία (εκκένωση χώρου, διαγωνισμοί, δασική έκταση, αρχαιλογία) στερεί τη χώρα από 75.000 θέσεις εργασίας.
Η μέχρι σήμερα κυβερνητική θητεία αποτελεί μια διαρκή καθυστέρηση. Ο χρόνος που κερδίζεται για την ηγετική ομάδα, αλλά χάνεται για τη χώρα. Ίσως γιατί οι συνεργάτες του ή ο ίδιος ο Πρωθυπουργός δεν μπορούν να πολιτευτούν διαφορετικά. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εκτοξεύτηκε εκλογικά την περίοδο των μνημονίων και η επιστροφή στην κανονικότητα μπορεί να σημαίνει επιστροφή στα προμνημονιακά ποσοστά του. Λένε ότι το ακριβότερο δώρο που μπορείς να κάνεις σε κάποιον είναι ο χρόνος, γιατί δεν μπορείς να το πάρεις πίσω.
Και αυτό το δώρο γίνεται ολοένα και ακριβότερο, όσο ο κ. Τσίπρας επιμένει στην ίδια τακτική. Αρκεί να δει κανείς το πρόγραμμα των συναντήσεών του που δημοσιοποιείται από το Γραφείο του Πρωθυπουργού. Πολλοί αναρωτήθηκαν γιατί απήυθυνε πρόσκληση στο ΠΑΣΟΚ για να πάρει αρνητική απάντηση ή πως έπεσε στην παγίδα ο Πρωθυπουργός να συναντήσει την αντιπροσωπεία της ΠΟΕ-ΟΤΑ, χωρίς να έχει διασφαλίσει από πριν μια συμφωνία για λήξη της απεργίας. Μάλλον δεν έπεσε σε καμία παγίδα.
Απλά δεν είχε τι άλλο να κάνει, με ποιον να διαπραγματευτεί εκείνες τις ημέρες. Μόνο που ο χρόνος, που μέχρι πρότινος λειτουργούσε υπέρ του καθώς τα χρόνια του στην εξουσία αντιδιαστέλονταν με τα 40 χρόνια ΝΔ- ΠΑΣΟΚ, πλέον έχουν αρχίσει και προστίθενται στα προηγούμενα 5 μνημονιακά και η κανονικότητα συνεχίζει να περιμένει…
* Ο κ. Δημήτρης Σ. Παπαγγελόπουλος είναι Σύμβουλος Στρατηγικής & Επικοινωνίας και μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας.
Μπορείτε να τον ακολουθήσετε στο twitter: @dpapangel