Θα θέλαμε να σας περιγράψουμε την εμπειρία μας και, στο μέτρο του δυνατού, να σας μεταδώσουμε την έμπνευση, το θαυμασμό και το σεβασμό μας προς τη φύση, αισθήματα που βιώσαμε κατά την πρόσφατη πεζοπορική μας εξόρμηση στο πανέμομορφο, προστατευόμενο δάσος του καταφυγίου στο Φρακτό Δράμας.
Μαζευτήκαμε μια παρέα από οκτώ άτομα. Οι περισσότεροι από εμάς, ως ερασιτέχνες πεζοπόροι και δυνητικοί ορειβάτες, είχαμε προετοιμάσει τον εξοπλισμό μας, με σκοπό την ορεινή ανάβαση και την κατασκήνωση στο καταφύγιο. Για κάθε ενδεχόμενο καιρού, ο Δημήτρης φίλος και οδηγός μας σε αυτή την εξόρμηση, φρόντισε να κάνει τις απαραίτητες κρατήσεις στα δωμάτια του καταφυγίου που θα επισκεπτόμασταν.
Το πρωί της 7ης Αυγούστου ξεκινήσαμε όλοι μαζί με προορισμό τη Δράμα. Η πρώτη μας στάση ήταν στην πόλη αυτή για καφεδάκι και βόλτα στην καταπράσινη και γεμάτη τρεχούμενα νερά περιοχή της Αγίας Βαρβάρας, στο κέντρο της πόλης. Στη συνέχεια, η διαδρομή μέχρι το καταφύγιο ήταν περί τις δύο ώρες σε επαρχιακό δρόμο. Σε διάφορα σημεία της διαδρομής σταματούσαμε για να θαυμάσουμε το τοπίο και να βγάλουμε φωτογραφίες. Φτάσαμε στο καταφύγιο κατά το απογευματάκι όπου μας υποδέχτηκαν ο Στράτος -ο δασοφύλακας- και η ομάδα του. Ο καιρός στο μεταξύ ήταν βροχερός, με συνέπεια τελικά να τακτοποιηθούμε στα δωμάτια του καταφυγίου, διάσπαρτα ξύλινα σπιτάκια μέσα σε ένα ξέφωτο πρασίνου. Η διαμονή, άνετη με άφθονο δροσερό νερό, τραπεζαρία και κουζίνα για μαγείρεμα, τουαλέτες και, φυσικά, παροχή ρεύματος με τρόπο φιλικό προς το περιβάλλον (φωτοβολταϊκά τόξα).
Η πρώτη βραδιά περιλάμβανε ένα χορταστικό γεύμα -που ετοιμάστηκε επί τόπου, με υλικά που προμηθευτήκαμε από την πόλη της Δράμας για όλο το τριήμερο- και στη συνέχεια ξεκούραση και ύπνο . Ξυπνήσαμε νωρίς το πρωί της επόμενης ημέρας και αφού απολαύσαμε το πρωϊνό μας, ξεκινήσαμε την ανάβασή μας προς την περιοχή των καταρρακτών. Η διαδρομή ήταν πανέμορφη μέσα από δάση σημύδας, κρανιάς, ελάτων και πεύκων. Σε διάφορα σημεία μπορούσε κανείς να διακρίνει λασπόλακους σκαμένους από αγριογούρουνα για να δροσίζονται, καθώς και ίχνη από λύκους και αγριογούρουνα. Ο ελάχιστος δυνατός θόρυβος που κάναμε ήταν παρόλα αυτά αρκετός να αποτρέψει κάποια συνάντηση με την πανίδα της περιοχής. Μας έκανε εντύπωση η ποικιλομορφία της βλάστησης, καθώς και το ότι πάνω στους κορμούς υπήρχαν πινακίδες με πληροφορίες για το είδος, τα χαρακτηριστικά και τη χρησιμότητά του κάθε δέντρου, καθώς και σχετικές αναφορές στη μυθολογία. Μάθαμε για παράδειγμα, ότι η δρυς θεωρούνταν το κρησφύγετο των Αμαδρυάδων κατά την αρχαιότητα και ότι κάθε φορά που ένα τέτοιο δέντρο κοβόταν, μια από αυτές πέθαινε. Υπήρχαν σε άλλα σημεία φαρμακευτικά βότανα, όπως το σπαθόχορτο, φυτό το οποίο χρησιμοποιήθηκε τις προηγούμενες δεκαετίες ως αντισηπτικό για τον καθαρισμό τραυμάτων. Συγκεκριμένα, μετά τη συλλογή του τοποθετούνταν μέσα σε δοχείο γεμάτο με ελαιόλαδο και παρέμενε για μερικές ημέρες στον ήλιο προκειμένου να απελευθερώσει τις αντισηπτικές του ιδιότητες.
Βρισκόμασταν περί τα 1200 μέτρα υψόμετρο, όταν αντικρύσαμε τον πρώτο καταρράκτη. Τρεχούμενα νερά ακούγονταν σχεδόν καθόλη τη διάρκεια της πεζοπορίας, αλλά μόνο σε ορισμένα σημεία μπορούσε κανείς να δει τις φυσικές πηγές απ΄όπου προέρχονταν ή και να βουτήξει, αν ήθελε, στις βάθρες που σχημάτιζαν εκεί τα πετρώματα. Το τοπίο ήταν μαγευτικό. Υπήρχε ένα μυστικό περάσμα, από αυτά που μόνο ένας έμπειρος οδηγός σαν τον Δημήτρη μπορεί να αποκαλύψει, όπου η θέα προς τους καταρράκτες ήταν μοναδική. Συνεχίσαμε την πορεία μας διασχίζοντας ξύλινα γεφύρια και κατάφυτες πλαγιές μέχρι το ξύλινο κιόσκι, που έχει στηθεί σε ένα σημείο της διαδρομής απ΄ όπου μπορεί κανείς να απολαύσει τη θέα προς τις γύρω βουνοπλαγιές και την εναλλαγή των αποχρώσεων του πρασίνου που συνθέτουν τα διάφορα δάση τους.
Η επιστροφή μας ήταν πιο σύντομη αλλά και πιο δύσκολη διότι το καταφύγιο βρισκόταν σε μεγαλύτερο υψόμετρο κι εμείς στο μεταξύ είχαμε ήδη κατέβει αρκετά. Συνολικά περπατήσαμε περί τα 14 χιλιόμετρα με πολλές εναλλαγές τοπίου και κλίσης. Φτάσαμε στο καταφύγιο νωρίς το απόγευμα για φαγητό και ξεκούραση. Οι βραδιές μας ήταν εξίσου όμορφες με τις ημέρες μας. Σημειωτέον, ότι από το φαγητό μας, τίποτα δεν πετάχτηκε, αφού, τέσσερα αγριογουρουνάκια φρόντιζαν για την ανακύκλωση της τροφής μας μέχρι να μεγαλώσουν και να αφεθούν ελεύθερα στο δάσος, εκεί όπου ανήκουν, από τον Στράτο.
Την επόμενη ημέρα η διαδρομή μας ήταν σε χαμηλότερο υψόμετρο, μέσα στις κατάφυτες πεδιάδες μεταξύ των δασών, που ήταν εκμεταλλεύσιμα προς ξυλεία. Επιστρέψαμε στο καταφύγιο κατά μήκος του δασικού δρόμου μέσα από τη Δύστροπη χαράδρα κατά το μεσημέρι, αφού περπατήσαμε συνολικά γύρω στα 10 χιλιόμετρα. Εντύπωση μας έκανε το γεγονός ότι ανά 300 περίπου μέτρα, συναντούσαμε ξύλινα κιόσκια, όπου μπορεί κανείς να αναπαυτεί ή και να προστατευτεί σε περίπτωση κακοκαιρίας.
Το ταξίδι μας δεν περιορίστηκε μόνο στην ορεινή πεζοπορία. Μια στάση στην όμορφη πόλη της Ξάνθης για τοπικές παραδοσιακές λιχουδιές ήταν απαραίτητη. Φτάσαμε στη Θεσσαλονίκη το ίδιο βράδυ, γεμάτοι με εικόνες, εμπειρίες, αλλά και με μάγουλα κατακόκκινα από τη φρεσκάδα του οξυγόνου. Είναι ένα ταξίδι που θα επαναλάβουμε, καθότι οι διαδρομές στο Φρακτό Δράμας, μεταξύ άλλων, είναι πολλές και μας περιμένουν να τις ανακαλύψουμε περαιτέρω.
Ευχαριστούμε πολύ το μέλος της Ορειβατικής Λέσχης Εορδαίας Δημήτρη Τσικερδέκη για την ιδέα, την υλοποίηση, την οργάνωση της εξόρμησης καθώς και για μια ακόμη φορά για τη μύηση στη δραστηριότητα αυτή. Υποσχόμαστε και περιμένουμε την επόμενη συνάντησή μας.
Με σεβασμό και αγάπη προς το φυσικό περιβάλλον