Στις συνεχώς αυξανόμενες οικονομικές συναλλαγές της Ελλάδας με την Κίνα, μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, αναφέρεται σε εκτενές βίντεο -ρεπορτάζ του το Reuters Buisiness για λογαριασμό των New York Times, με τη δημοσιογράφο Τζέιν Λάνχι Λι να στέκεται ιδιαίτερα στις προσπάθειες προώθησης ελληνικών προϊόντων, αλλά και τουρισμού.
«Τα έξι χρόνια της ύφεσης αποτέλεσαν ένα απότομο ξύπνημα για τους Ελληνες επιχειρηματίες» αναφέρει η δημοσιογράφος και συνεχίζει «οι οποίοι στέφονται σε οικονομίες εκτός Ευρώπης με το μάτι στραμμένο στην Κίνα». Στο ρεπορτάζ αναφέρεται ότι τόσο η ελληνική κυβέρνηση, με τις συμφωνίες συνεργασίας που υπογράφει και το άνοιγμα προς τον «γίγαντα» της Ανατολής, όσο και επιχειρηματίες διαφόρων κλάδων στοχεύουν στην κινεζική αγορά για να διαθέσουν παντώς τύπου προϊόντα.
Εκτός από τις επίσημες συναντήσεις πολιτικών και αξιωματούχων οι Ελληνες στέλνουν συνεχώς αποστολές στην Κίνα για να προσελκύσουν επενδύσεις από τη χώρα, ενώ, ο κλάδος που δείχνει να πρωτοστατεί είναι ο τουρισμός, αλλά και παραδοσιακά ελληνικά προϊόντα όπως λάδι και κρασί.
Πρώτος στόχος οι τουρίστες
Το ρεπορτάζ της Τζέιν Λάνχι Λι ξεκινάει αναφέροντας ότι «Η Ελλάδα είναι ονειρικός προορισμός για τους περισσότερους, ωστόσο, την περασμένη χρονιά μόλις 30.000 Κινέζοι ήρθαν για διακοπές στη χώρα, αριθμός πολύ μικρός σε σύγκριση με τα εκατομμύρια που πήγαν στην Γαλλία.
Οι New York Times, μάλιστα, παρουσιάζουν και παραδείγματα εταιρειών που επιχειρούν το μεγάλο άνοιγμα προς τα ανατολικά, όπως το τουριστικό πρακτορείο «My Odyssey» το οποίο προσφέρει υπερπολυτελείς διακοπές σε Κινέζους, ενώ, προχώρησε και ένα βήμα παραπέρα χρηματοδοτώντας μια κινεζική ταινία η οποία γυρίστηκε στην Ελλάδα.
Τα «παραδοσιακά» ελληνικά προϊόντα «ορμούν» στην Κινεζική αγορά
Το ρεπορτάζ του Reuters Buisines κάνει ειδική αναφορά και στους Ελληνες παραγωγούς λαδιού και κρασιού, δύο από τα «κλασσικά» ελληνικά παραδοσιακά προϊόντα που θεωρούνται από τα καλύτερα στον κόσμο.
Κάνοντας ξεχωριστή αναφορά στον επιχειρηματία Παύλο Κοντομίχαλο, ο οποίος διαπρέπει εδώ και είκοσι χρόνια στην Κίνα, το ρεπορτάζ αναφέρει ότι, πλέον, μετά από τη μεγάλη κρίση παραγωγοί έρχονται σε επαφή μαζί του για να «εξευρευνήσουν» την κινεζική αγορά.
Δεκάδες παραγωγοί λαδιού, που μέχρι τώρα πουλούσαν σε μεγάλες ποσότητες το προϊόν τους σε Ισπανία και Ιταλία, έχουν στραφεί προς την κινεζική αγορά, ιδιαίτερα από τη στιγμή που το ελληνικό λάδι είναι υψίστης ποιότητας.
«Οι ελληνικές εξαγωγές έχουν υπερδιπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια» τονίζει η δημοσιογράφος σημειώνοντας ότι «παραμένουν μηδαμινές σε σχέση με τις κινεζικές εισαγωγές στη χώρα. Ωστόσο, η Ελλάδα είναι αποφασισμένη να αυξήσει τις εξαγωγές και τον τουρισμό για να αυξήσει και το ΑΕΠ της».
Στην παραγωγή λαδιού, μεγάλοι επιχειρηματίες που δουλεύουν με την Κίνα εδώ και δεκαετίες, αναφέρουν στην ρεπόρτερ ότι λόγω κρίσης δεκάδες παραγωγοί λαδιού που μέχρι τώρα πουλούσαν σε μεγάλες ποσότητες σε Ισπανία και Ιταλία ως πρώτη ύλη, τώρα συνειδητοποιούν ότι μπορούν να εξάγουν το τελικό προϊόν καθότι το ελληνικό λάδι είναι ύψιστης ποιότητας.
«Οι ελληνικές εξαγωγές στην Κίνα έχουν υπερδιπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια, αλλά είναι μηδαμινές σε σχέση με τις κινεζικές εισαγωγές στην Ελλάδα. Αλλά η Ελλάδα είναι αποφασισμένη να αυξήσει τις εξαγωγές και τον τουρισμό, για να αυξήσει το ΑΕΠ της».
Ειδική αναφορά γίνεται και στις εξαγωγές κρασιού οι οποίες συνεχώς αυξάνονται, ενώ, στη δημοσιογράφο μίλησε ο Μιχάλης Μπουτάρης, γιος του δημάρχου Θεσσαλονίκης, από τους πρώτους που ξεκίνησαν εξαγωγές προς την Κίνα.
Πρόσφατα, μάλιστα, η εταιρεία του υπέγραψε συμφωνία να στείλει προϊόντα αξίας 11,3 εκατομμυρίων ευρώ στην Κίνα τα επόμενα χρόνια.
«Ημασταν εσωστρεφής μέσα στον παράδεισο μας και δεν μοιραζόμασταν τα υπέροχα προϊόντα του, όπως μου είπε ένας Γερμανός φίλος. Τώρα έχουμε υποχρεωθεί να το κάνουμε και για αυτόν τον λόγο έχουμε τεράστια αύξηση στις εξαγωγές» δηλώνει στο Reuters ο οινοπαραγωγός.
Μηταράκης: Η ποιότητα των ελληνικών προϊόντων έφερε επιτυχημένες εξαγωγές
Στο ρεπορτάζ φιλοξενείται και συνέντευξη του υφυπουργού Ανάπτυξης, Νότη Μηταράκη, ο οποίος σημειώνει ότι «Από τη στιγμή που μειώθηκε η εσωτερική κατανάλωση, οι εταιρείες άρχισαν να ταξιδεύουν περισσότερο και να εξερευνούν ξένες αγορές, συμμετείχαν σε διεθνείς εκθέσεις, δημιούργησαν νέους δεσμούς και λόγω της ποιότητας των ελληνικών προϊόντων, έχουν υπάρξει πολύ επιτυχείς σε αυτό τους το άνοιγμα».
Πηγή: http://www.iefimerida.gr/