Η απόρριψη του ιταμού τελεσιγράφου των Ιταλών, το ΟΧΙ ως απάντηση στην αλαζονεία του ισχυρού, συνιστά λαμπρό έπος της νεότερης ιστορίας μας, το οποίο μαρτυρεί περίτρανα ότι, παρά τα λεγόμενα από ανθέλληνες του εξωτερικού και εγχώριους, είμαστε απόγονοι των λαμπρών εκείνων Ελλήνων της αρχαιότητας, της βυζαντινής περιόδου και της τουρκοκρατίας. Δεν θέλω μ’ αυτό που γράφω να ρίξω πέπλο λήθης επάνω από τις αρκετές και εξόχως θλιβερές μαύρες σελίδες της σελίδας μας, που οφείλονται στις αδυναμίες μας ως Γένους. Θέλω όμως να τονίσω όμως τις αρετές, που κοσμούσαν τους προγόνους μας, χάρη στις οποίες αυτοί κατάφεραν σε αντίθεση με πλείστα όσα έθνη να επιβιώσουν επί μακρόν στο διάβα της ιστορίας και να μεγαλουργήσουν προσφέροντας τα μέγιστα στον ανθρώπινο πολιτισμό. Εννοούμε τον όντως πολιτισμό και όχι αυτόν που επιχειρεί να επιβάλει η νεοβάρβαρη νέα τάξη πραγμάτων.
Το έπος του 1940 υπήρξε λαμπρό για πολλούς και διάφορους λόγους. Έδειξε πρωτίστως τί μπορούν να επιτύχουν οι Έλληνες μονιασμένοι. Και μονιάσαμε τότε, παρά το ότι υπήρχαν αιτίες, που θα μπορούσαν να μας κρατήσουν διαιρεμένους και αδύναμους. Δικτατορική κυβέρνηση με φιλογερμανικό πρόσωπο, η οποία όμως είχε επιβληθεί από τους Άγγλους «κηδεμόνες» μας, για να εξαπατήσουν τον «Άξονα», προκαλούσε για μία ακόμη φορά το βαθύ αίσθημα αγάπης προς την ελευθερία και τη δημοκρατία του λαού μας. Χωρίς να αποδέχονται τη φασιστική ιδεολογία, η οποία εξαπλωνόταν ως λίβας σε μεγάλη έκταση της Ευρώπης, πολλοί συμπατριώτες μας τηρούσαν παθητική στάση έναντι της κυβέρνησης, κάποιοι, λίγοι, ασκούσαν την όποια επιτρεπόμενη ήπια κριτική και ακόμη λιγότεροι είχαν εκτοπιστεί ή φυλακιστεί για ιδεολογικούς λόγους.
Αναμφισβήτητα στην ανατροπή εκείνου του δυσαρέστου διχαστικού κλίματος συνετέλεσε τα μέγιστα ο άνανδρος τορπιλισμός της «Έλλης» στην Τήνο την ημέρα της γιορτής της Μεγαλόχαρης. Το παραδέχεται ακόμη και ο τότε Ιταλός πρεσβευτής στη Αθήνα στα απομνημονεύματά του. Ο ελληνικός λαός, ιδίως της πρωτεύουσας, της αγνώριστης κατά το ήθος στις ημέρες μας, είχε ξεχυθεί στους δρόμους με αλαλαγμούς χαράς στο άγγελμα της κήρυξης του πολέμου. Αυτή τη σκηνή είδε και ο Παλαμάς και κάλεσε τους Έλληνες να μεθύσουν με το αθάνατο κρασί του ’21! Σε βιβλίο του δημοτικού σήμερα είναι γραμμένο για το ΟΧΙ ότι όλοι έτρεξαν τότε να κρυφτούν στα καταφύγια. Μ’ αυτό οι δειλοί νεογραικύλοι επιχειρούν να μεταδώσουν στους αθώους μαθητές πνεύμα δειλίας και ηττοπάθειας. Ναι, δεν θα μάθουν αυτοί στα σχολικά έδρανα ότι τα καταφύγια ήταν για τον άμαχο πληθυσμό. Οι δυνάμενοι να κρατήσουν όπλο έδωσαν βροντερό παρόν στο προσκλητήριο της πατρίδας. Άπαντες παρόντες, ακόμη και εκείνοι που ήσαν αντίθετοι προς το δικτατορικό καθεστώς. Άπαντες παρόντες, οι απλοί άνθρωποι του λαού, αλλά και οι διανοούμενοι, οι πολιτικοί και οι καλλιτέχνες. Μόνο μετά τον πόλεμο στα προσκλητήρια ακουγόταν: «Απών! Έπεσεν ηρωικώς μαχόμενος». Έπεσε εκεί στα κακοτράχαλα βουνά της Βορείου Ηπείρου, την οποία ποτέ δεν διεκδικήσαμε, αν και απελευθερώσαμε τρεις φορές. Έπεσε πολεμώντας όχι μόνο τον εχθρό, αλλά και τις μανιασμένες θύελλες υπό φοβερό ψύχος, την πείνα και τις αμέτρητες στρατιές από ψείρες!
Το θρησκευτικό συναίσθημα διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην γραφή του έπους. Μυριάδες οι μαρτυρίες, καταγεγραμμένες από πρωταγωνιστές και δευτεραγωνιστές σ’ αυτό. Έχουν βέβαια εξοβελιστεί από τα σχολικά εγχειρίδια, όμως υπάρχουν και κανείς επίδοξος ολετήρας της ιστορικής μνήμης δεν θα καταφέρει να τις αφανίσει. Κανείς δεν θα καταφέρει να στερήσει από επερχόμενες γενιές το «Άξιον εστί» του Ελύτη, που αποδόθηκε με την έξοχη φωνή του Κατράκη. Μπορεί να επιλέγουν για τα παιδιά μας σήμερα οδηγίες μαγειρικής, ώστε να γίνουν ικανά για Παρασκευή ποικιλίας καφέδων και μακαρονάδων, παραβλέπουν όμως ότι θέλει και η ψυχή την τροφή της. Και κάποια πεινασμένη γενιά θα ανασύρει από βιβλιοθήκες, από σχολικά και οικογενειακά αρχεία όλον αυτόν τον πλούτο, που σήμερα επιχειρούν να θάψουν, ώστε να μην είναι προσιτός στους εκκολαπτόμενους αυριανούς πολίτες της χώρας. Λησμονούν πάντως κάτι: Όταν θάβεις τον σπόρο στη γη αυτός βλαστάνει.
Κατά τη μεταπολίτευση επιχειρήθηκε να υποκατασταθεί ο εορτασμός της 28ης Οκτωβρίου από τον άλλο της εθνικής αντίστασης, αν και έχει καθιερωθεί σε άλλη ημερομηνία ο εορτασμός αυτής. Κινηματογραφικές ταινίες και ιστορικές πραγματείες έστρεφαν την προσοχή των τηλεθεατών μακριά από το λαμπρό έπος; Γιατί; Μήπως ήταν λαμπρότερη η εθνική αντίσταση, που είναι αμφίβολο αν υπήρξε εθνική, όχι βέβαια αν εξετάσουμε τους πόθους και τα οράματα του λαού, που συμμετείχε ενθουσιώδως σ’ αυτήν, αλλά τους σκοπούς και τις επιδιώξεις των πρωταιτίων, οι οποίοι υπηρέτησαν ξένα συμφέροντα και προετοίμασαν το έδαφος για τον εμφύλιο πόλεμο, που ακολούθησε;
Τα τελευταία έτη ενορχηστρωμένοι οι μηχανισμοί της ιστορικής αποδόμησης και του εθνομηδενισμού οργανώνουν πανηγυρικά τον εορτασμό της απελευθέρωσης της πρωτεύουσας. Με πληθώρα εκδηλώσεων επί σειρά ημερών στοχεύουν να περάσει απαρατήρητη η επέτειος του ΟΧΙ ή νε μετριαστούν οι εντυπώσεις από τον εορτασμό αυτού. Αλλά δεν εκδιώξαμε τους φρικτούς Γερμανούς κατακτητές. Μόνοι τους εγκατέλειψαν το έδαφος της χώρας μας. Και εμείς ετοιμαστήκαμε να αλληλοσφαγούμε, ώστε να αποτελειώσουμε την καταστροφή, που προκάλεσαν οι κατακτητές.
Βέβαια ακόμη δεν έλαβαν οι ιθύνοντες την απόφαση να καταργήσουν τις παρελάσεις, αν και λυσσομανούν εναντίον τους, χαρακτηρίζοντας αυτές ως μέσα καλλιέργειας στρατοκρατικού πνεύματος. Είναι όμως πολύ πιθανόν να αποτελούν αυτές παρελθόν στο προσεχές μέλλον στο όνομα ενός αρρωστημένου δήθεν φιλειρηνικού πνεύματος, στην ουσία ενός πνεύματος άνευ όρων υποταγής στις δυνάμεις, που προκαλούν τους πολέμους!
Είμαι βέβαιος ότι ο ελληνικός λαός αντιτίθεται στην κατεδάφιση της ιστορικής μνήμης και αυτό το γνωρίζουν οι εθνομηδενιστές. Το ότι δεν τόλμησαν να διενεργήσουν δημοψήφισμα για τη συμφωνία με τη γείτονα χώρα είναι σαφής ένδειξη. Χρειάζονται όμως και αποδείξεις. Οι σημαίες που κυματίζουν στις εθνικές επετείους είναι πλέον πολύ λίγες. Ας φροντίσουμε να καλύπτουν στο εξής τους εξώστες. Οι πολίτες που προσέρχονται στις παρελάσεις είναι λιγότεροι απ’ εκείνους που παρακολουθούν τα αποκριάτικα δρώμενα. Ας ξεχυνόμαστε στους δρόμους, όπως οι Αθηναίοι το 1940. Ας αναλάβουμε εμείς να διδάξουμε στα παιδιά και στα εγγόνια μας την ιστορία μας και να τα μάθουμε βηματισμό, ώστε να μην ευτελίζονται κατά τις παρελάσεις. Είναι καιρός να εγκαταλείψουμε την παθητική στάση και να περάσουμε σε αντίσταση, αντίσταση στον επιχειρούμενο αφανισμό του εθνικού φρονήματος παράλληλα προς τον αφανισμό του ήθους με την πρόταξη της ευμάρειας και του καταναλωτισμού. Η κοινωνία μας νοσεί βαρύτατα βιώνοντας έσχατη παρακμή. Και η παρακμή οδηγεί τους λαούς, που δεν έχουν τη διάθεση να ανανήψουν, στο περιθώριο της ιστορίας.
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»