Έχει γίνει κουραστικό αλλά αρχίζει πλέον να γίνεται και γελοίο αυτό το άθλιο «τις πταίει» που αναφωνούμε κάθε φορά μετά από κάθε τραγωδία. Και από τότε που το αναφωνούμε έχουμε σκοτώσει τους έξι, έχουμε φυλακίσει καμιά δεκαριά, έχουμε οδηγήσει σε παραίτηση καμιά κατοσταριά και καμιά δεκαριά χιλιάδες κάπου κρύφτηκαν, κάπου λούφαξαν, κάπου έκαναν πάλι το come back τους ή βρίσκονται στα πρόθυρα να το ξανακάνουν με εμάς στα εκατέρωθεν πανέτοιμους να τους καλωσορίσουμε μετά βαΐων και κλάδων! Συνηθισμένοι άλλωστε εξ απαλών ονύχων να ξαναγλείφουμε εκεί που κάποτε μετά βδελυγμίας φτύναμε.
Βολεύει βέβαια αυτό το «τις πταίει». Και βολεύει γιατί δουλεύει με τους αποδιοπομπαίους τράγους που τους έχουμε ενσωματώσει πια στο εθνικό μας DNA. Τους φορτώνουμε όλα τα στραβά και τα ανάποδα της κακιάς μας μοίρας και δίχως ενοχές μπορούμε και πάμε παρακάτω. Έτσι κάναμε πάντα. Έτσι θα κάνουμε και τώρα. Και αφού τιμωρήσουμε παραδειγματικά τον Σταθμάρχη, παραιτήσουμε τον Καραμανλή και ρίξουμε ευθύνες και σε κάνα δυο τρεις ακόμα θα συνεχίσουμε να πορευόμαστε με την ίδια άθλια Διοίκηση, με τους ίδιους άθλιους Διοικητές, με τις ίδιες άθλιες διαδικασίες ή μη διαδικασίες, με το ίδιο και απαράλλαχτο άθλιο «εική και ως έτυχε». Γιατί όντως ζούμε κατά τύχη σε αυτή τη χώρα, διαπίστωση που ξεπερνάει κατά πολύ το αδιαπραγμάτευτα τυχαίο της ανθρώπινης ύπαρξης εν γένει. Και φυσικά θα τους ξαναβρούμε όλους αυτούς πάλι μπροστά μας. Γιατί; Γιατί πολύ απλά ποτέ μας δεν είχαμε τα κότσια σαν κοινωνία να απαντήσουμε στο κατά πολύ πιο δύσκολο ερώτημα «τί πταίει». Τι στον διάολο φταίει και οι τραγωδίες επαναλαμβάνονται σαν φάρσα, οι Διοικήσεις σε αυτήν την χώρα παραμένουν απελπιστικά θλιβερές και οι διαδικασίες αξιολόγησης της διοίκησης και της ηγεσίας εξαντλούνται σε ένα «αγορασμένο» ΜΒΑ σε ένα ξεκάθαρα «στημένο» βιογραφικό;
Το «τι πταίει» όλοι το ξέρουμε αλλά δεν το απαντάμε ποτέ. Και δεν το απαντάμε γιατί πίσω του κρύβονται αδέρφια, ξαδέλφια, συγγενείς, γνωστοί, προστάτες, νταβατζήδες, νοοτροπίες, δουλείες, εργολαβίες, συστήματα και συστηματάκια εξουσίας και διαπλοκής που μέχρι ένα σημείο περιλαμβάνουν πολλούς από εμάς. Ένα ολόκληρο δίκτυο ανθρώπων και νοοτροπιών που μας κάνει την δουλίτσα μας, μας εξυπηρετεί όταν το έχουμε ανάγκη και όταν γίνεται η στραβή μπορούμε και να το διαολοστέλνουμε και με ήρεμη κατόπιν την συνείδηση μας να ξαναγυρνάμε στα ίδια θλιβερά και απαράλλαχτα του «εική και ως έτυχε»! Εξου και πάνω στους τάφους των νεκρών ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας χθες φιλονικούσε για το αν το Μάτι την έχει μεγαλύτερη ή μικρότερη από τα Τέμπη λες και όλα σε αυτή τη χώρα πρέπει να ανάγονται στα κόμπλεξ του κάθε μικροτσούτσουνου και κομματικά λοβοτομημένου!
Όταν διορίστηκε ο Διευθύνων Σύμβουλος του ΟΣΕ τα δελτία τύπου λιβάνιζαν την τοποθέτηση του ως εξής: «Με την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του Οργανισμού κ. Σπυρίδων Πατέρας, εξέφρασε την ισχυρή του βούληση και διάθεση για την επίτευξη των στόχων που καλείται να υλοποιήσει και ζήτησε από τους εργαζόμενους αλλά και όλους όσους σχετίζονται και ενδιαφέρονται για τον ελληνικό σιδηρόδρομο να συνταχθούν πίσω από αυτή τη προσπάθεια για την αναμόρφωση του». Ο άνθρωπος αυτός ανεχόταν επί τρία χρόνια στο μαγαζί του – που δεν είναι βέβαια μαγαζί του αλλά μαγαζί ΜΑΣ- να ρυθμίζεται η πορεία των τρένων με διαγώνιους και κλειδιά που τα χειρίζεται ένας Σταθμάρχης. Ανεχόταν επί δυο χρόνια να μην έχει ολοκληρωθεί η αναβάθμιση των τηλεπικοινωνιακών συστημάτων και αντί να γυρίσει να πει στον Υπουργό του «άντε μου στον διάολο, αν δεν γίνει αυτό εγώ φεύγω» καθόταν και το ‘παιζε Διευθύνων Σύμβουλος και σουλάτσαρε με τον παχυλό μισθό του στα πάρτι και στις δεξιώσεις της καλής κοινωνίας των Αθηνών. Ήξερε πως οι Σταθμάρχες στο μαγαζί του κανονίζουν την πορεία των τρένων με τον ίδιο τρόπο που ένα πιτσιρίκι στήνει τα Hot Wheels του στο πάτωμα του δωματίου του και τρία χρόνια τώρα έβγαζε τον σκασμό και έπαιρνε τον μισθό του! Γιατί έτσι! Γιατί απλά μπορούσε!
Γιατί κάθε κόμμα εν τέλει έχει χίλιους τέτοιους εν δυνάμει Διοικητές, Διευθύνοντες Συμβούλους, Γενικούς Γραμματείς, Δημάρχους, Περιφερειάρχες, Βουλευτές και πάει λέγοντας. Είναι αυτή η στρατιά των παιδιών από τα χρόνια των φοιτητικών παρατάξεων και της νεολαίας, οι κολλητοί, οι τσιλιαδόροι, οι αρεστοί, οι τρεχαλατζήδες των κομμάτων που όταν το λάφυρο της εξουσίας γίνεται πραγματικότητα προβάρουν τα κοστούμια τους και ετοιμάζονται να καπαρώσουν τις θεσούλες. Η Αριστερά τους ονομάζει “παιδιά του λαού”, η Δεξιά “άριστους του λαού” αλλά στο τέλος είναι όλοι τους αυτά τα χίλια θλιβερά στρατιωτάκια με τις φιλελεύθερες γραβάτες και τις προοδευτικές ζιβάγκο που περιμένουν ανερυθρίαστα στον προθάλαμο να αναλάβουν τις υψηλά αμειβόμενες θεσούλες. Και μέχρι τότε; Ξεκατινιάζονται στα social καφενεία τους μπας και τους δει ο αρχηγός και τους πάρει στην δούλεψη του!
Αν τα κόμματα δεν πετάξουν τον ίδιο τους τον εαυτό από την διοικητική μηχανή της χώρας θα καταντήσουνε στο τέλος νεκρά σώματα σε μια χώρα που εξ ανάγκης και ασμένως σπρώχνεται στο μέλλον με το κομματικό της σύστημα θλιβερό παρακολούθημα της εποχής του Τρικούπη και του Δηλιγιάννη. Αν τα κόμματα δεν στρέψουν το βλέμμα τους στην κοινωνία και τους πραγματικά ικανούς που υπάρχουν εκεί, οι οποίοι θα μπορούν να υπηρετήσουν το δημόσιο συμφέρον όχι επειδή απλά το έχουν, αλλά επειδή θα καταφέρουν να υλοποιήσουν και να θέσουν σε εφαρμογή ξεκάθαρες διαδικασίες διοίκησης και ελέγχου, δεν θα αλλάξει απολύτως τίποτα. Άνθρωποι θα σκοτώνονται, πολίτες θα ξεκατινιάζονται στα social καφενεία τους και μια ολόκληρη κοινωνία θα πορεύεται ξανά μανά στο «εική και ως έτυχε». Μέχρι να σκοτωθούν τα επόμενα παιδιά μας σε μια άλλη φυσική καταστροφή, σε ένα άλλο δυστύχημα, σε μια άλλη στραβή στην βάρδιά….τους.
Ξεκάθαρα λοιπόν με τον Σταθμάρχη. Όχι γιατί ο κάθε υπάλληλος σε αυτήν την άθλια κρατική μηχανή δεν έχει τις μικρές ευθύνες του, αλλά γιατί αυτόν τον υπάλληλο τον έχει γαλουχήσει στην μικρή του ανευθυνότητα η διαχρονική υποτέλεια της Διοίκησης στις βουλές των κομμάτων και των ανθρώπων τους. Και φυσικά γιατί τον έχουν πετάξει μόνο και απροστάτευτο σε ένα περιβάλλον δίχως ελέγχους, δίχως αξιολόγηση, δίχως καμία δικλείδα ασφαλείας. Όταν λοιπόν ο επόμενος Υπουργός υπογράψει τον διορισμό ενός Διοικητή που θα μπορεί ανά πάσα στιγμή να του πει «άντε μου στον διάολο» και την επόμενη θα φύγει ο Υπουργός και όχι ο Διοικητής, τότε ναι. Να την πληρώσει ο Σταθμάρχης του μέλλοντος. Μέχρι τότε ξεκάθαρα με τον Σταθμάρχη…..