Ο Αλέξης Τσίπρας δεν προσπαθεί να ανατρέψει την εις βάρος του διαφορά. Γνωρίζει πολύ καλά ότι κάτι τέτοιο είναι ανέφικτο. Εδώ και αρκετό καιρό αντιμετωπίζει τις εκλογές ως μια μάχη που θα χάσει, η οποία μάχη όμως εντάσσεται σε έναν ευρύτερο πόλεμο με το παλιό κατά αυτόν πολιτικό σύστημα. Οι κινήσεις του δείχνουν να έχουν εμπνευστεί από τη ρωσική, αλλά και την ελληνική ιστορία, καθώς παραπέμπουν στη στρατηγική της καμένης γης και του κλεφτοπολέμου.
Η στρατηγική της καμένης γης στοχεύει στην καταστροφή όλων όσων μπορούν να είναι χρήσιμα στον εχθρό κατά την υποχώρηση, που συμπεριλαμβάνει τρόφιμα, νερό, μεταφορικές υποδομές, ακόμη και τον ίδιο τον τοπικό πληθυσμό. Οι Ρώσοι χρησιμοποίησαν αυτή τη στρατηγική για να νικήσουν τους Σουηδούς στα χρόνια του Μεγάλου Πέτρου και κατά τη μεγάλη επίθεση του Μεγάλου Ναπολέοντα εκατό χρόνια αργότερα.
Η διαπραγμάτευση που κάνει η Κυβέρνηση με τους εταίρους συνίσταται σε αυτό ακριβώς: να παραδώσει δηλαδή καμένη γη στους επόμενους, το οποίον σημαίνει ότι όλα τα επώδυνα μέτρα που έχουν συμφωνηθεί θα εφαρμοστούν ή θα επιφέρουν αποτελέσματα μετά τις εκλογές. Αυτή η στρατηγική βέβαια συνεπάγεται ότι θα υπάρχει ένα εύλογο χρονικό διάστημα κάποιων μηνών, ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ να αντεπιτεθεί και να αποδώσει όλα τα αρνητικά στον νικητή της μάχης, δηλαδή των εκλογών. Επίσης συνεπάγεται ότι θα υπάρχει επόμενη μάχη στον ορίζοντα και η οποία θα κρίνει τον πόλεμο. Λέγε με και προεδρική εκλογή το 2020.
Αρκεί όμως η στρατηγική της καμένης γης; Και αν αρκεί γιατί δεν πάει τώρα ο Αλέξης Τσίπρας σε εκλογές, ώστε να υπάρχει περισσότερος χρόνος και να φθαρεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης που σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις θα είναι νικητής των επόμενων εκλογών και συνεπώς Πρωθυπουργός; Η απάντηση είναι ότι η στρατηγική αυτή δεν επαρκεί λόγω της υπεροπλίας του αντιπάλου, αλλά και λόγω της αδυναμίας του ΣΥΡΙΖΑ. Για αυτό δεν αρκεί το παράδειγμα του Μεγάλου Πέτρου ή του Στρατηγού Κουτούζοφ. Επιστρατεύεται λοιπόν το ιστορικό παράδειγμα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.
Ο Γέρος του Μοριά χρησιμοποίησε την τακτική της καμένης γης ενάντια στον Μαχμούτ πασά Δράμαλη. Και μάλιστα αποτελεσματικότερα καθώς τον Ιούλιο του 1822 ελάχιστα είχαν μείνει στην αργολική πεδιάδα για τον ανεφοδιασμό των σουλτανικών στρατευμάτων. Με αυτό τον τρόπο οδήγησε τον αντίπαλο στην παγίδα των Δερβενακίων. Στους Έλληνες επαναστάτες δεν αρκούσε μόνο η φθορά του αντιπάλου, χρειαζόταν και ο κλεφτοπόλεμος για να μπορέσουν να επικρατήσουν. Δηλαδή οι επιθέσεις ολιγάριθμων ομάδων μετά από ενέδρα.
Ίσως εκεί να βρίσκεται και η απάντηση για την επιλογή του χρόνου των εκλογών. Τα κυβερνώντα κόμματα δημιουργούν αυτές τις ολιγάριθμες ομάδες και τις εγκαθιστούν στα σημεία που προσφέρονται για κλεφτοπόλεμο. Στον δημόσιο τομέα -αλλά όχι μόνο- δημιουργούνται τέτοιοι θύλακες που θα ενεργοποιηθούν δυσχεραίνοντας την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων από μια Κυβέρνηση Κυριάκου Μητσοτάκη. Δεν είναι κάτι καινούργιο, το είχε αντιμετωπίσει η Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, αλλά και κάθε μεταρρυθμιστική κυβερνητική προσπάθεια από εκεί και πέρα.
Ας μην ξεχνάμε ότι στην ιστορία μας οι κλέφτες, συχνά γίνονταν αρματολοί και συχνά το αντίστροφο. Αυτήν την περίοδο λοιπόν στήνονται αρματολίκια. Στον δημόσιο τομέα, στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, στο διαδίκτυο, στην Αυτοδιοίκηση, στο ποδόσφαιρο. Όταν ολοκληρωθεί η ανάπτυξη των αρματολικίων, θα έρθει και η ώρα των εκλογών. Και οι αρματολοί μπορεί να είναι αυριανοί κλέφτες.
Η στρατηγική της καμένης γης μπορεί να απαγορεύτηκε διεθνώς, αλλά εφαρμόζεται μεθοδικά από τη σημερινή κυβέρνηση, παρότι κάποιοι αναλυτές παρατηρούν μετατροπή της σε τακτικό στρατό (σοσιαλδημοκρατική στροφή). Ο κλεφτοπόλεμος, που θα αντιμετωπίσει η επόμενη Κυβέρνηση σε όλα τα στενά περάσματα της ορεινής πατρίδας μας, θα είναι σκληρός. Από την έκβασή του θα κριθεί αν θα περάσουμε σε νέα ιστορική περίοδο ή θα μείνουμε ταμπουρωμένοι στα περασμένα μεγαλεία.
* Ο κ. Δημήτρης Σ. Παπαγγελόπουλος είναι Σύμβουλος Στρατηγικής & Επικοινωνίας και μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας.
ΠΗΓΗ: capital.gr