«Ενάμισι χρόνο μετά το συμβάν της κατολίσθησης οι εργασίες του Ορυχείου Αμυνταίου υλοποιούνται χωρίς εγκεκριμένες μελέτες, αποδεικνύοντας τη συνέχιση της κακής πρακτικής της επιχείρησης όσο και των διοικητικών μηχανισμών της χώρας και αδιαφορώντας για τις ενδεχόμενες συνέπειες.»
Τα παραπάνω αποτελούν μέρος των διαπιστώσεων του Πορίσματος του Συνηγόρου του Πολίτη για την κατολίσθηση στο Λιγνιτωρυχείο Αμυνταίου – Περιβαλλοντικές επιπτώσεις, που φέρνει αποκλειστικά στη δημοσιότητα το «e-ptolemeos.gr». Πρόκειται για το Πόρισμα που συντάχθηκε από την ανεξάρτητη αυτή αρχή μετά τη διερεύνηση του συμβάντος που πραγματοποίησε μετά από αναφορά του Πανελληνίου Δικτύου Οικολογικών Οργανώσεων, η οποία έθετε ερωτήματα για τα μέτρα πρόληψης που όφειλαν να έχουν ληφθεί από τους αρμοδίους φορείς, καθώς και την ενδεχόμενη ζημία που προκλήθηκε στο φυσικό πόρο του λιγνίτη αλλά και στο περιβάλλον από την κατολίσθηση που έλαβε χώρα στις 10 Ιουνίου 2017 στο λιγνιτωρυχείο Αμυνταίου.
Στα συμπεράσματα – Διαπιστώσεις του Πορίσματος του Συνηγόρου του Πολίτη για την κατολίσθηση, τονίζεται ότι «κατά το χρόνο που έλαβε χώρα το συμβάν της κατολίσθησης στο ορυχείο Αμυνταίου δεν υπήρχαν περιβαλλοντικοί όροι σε ισχύ», ενώ υπογραμμίζεται ειδικότερα ότι: «Υποτιμήθηκε από την επιχείρηση (ΔΕΗ) η συνδυασμένη επιρροή πολλών παραμέτρων, που οδήγησαν τελικώς στην κατολίσθηση του Ορυχείου», καθώς και ότι «υπήρξε συστηματική αδράνεια από όλο των πλέγμα των εμπλεκομένων υπηρεσιών, η οποία οδήγησε σε αδυναμία πρόβλεψης των επιπτώσεων από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα. Παρά το εύρος και τη σπουδαιότητα του έργου δεν υπήρξε συνολικός έλεγχος των περιβαλλοντικών όρων και των ενδεχόμενων επιπτώσεων», παρότι από τα πορίσματα του ΥΠΕΝ και της ΔΕΗ αποδεικνύεται ότι «χρόνια πριν την κατολίσθηση είχαν εμφανιστεί φαινόμενα εδαφικών διαρρήξεων στην περιοχή τα οποία συνδέονται και με τη λειτουργία του ορυχείου. Όπως προκύπτει ο ελεγκτικός μηχανισμός ουδέποτε κατέγραψε τα φαινόμενα αυτά.»
Στο πόρισμα αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι: «Ήδη από το Φεβρουάριο 2017 οι διαρρήξεις που είχαν παρουσιαστεί από μηνών, στο πρανές του αρχαιολογικού χώρου, είχαν αυξηθεί σημαντικά, ενώ παραλλήλως τα δύο κρασπεδικά ρήγματα εμφάνισαν απότομη ενεργοποίηση. Παρά ταύτα ουδεμία έγκαιρη κινητοποίηση υπήρξε εκ μέρους των αρμοδίων υπηρεσιών, αλλά και της επιχείρησης. Μόνο μετά την ύπαρξη των πιο έντονων φαινομένων -ένα μήνα πριν την κατολίσθηση- με πολλαπλασιασμό των ρηγματώσεων στην ευρύτερη περιοχή του ορυχείου κλπ κινητοποιήθηκε ο διοικητικός μηχανισμός, επιβεβαιώνοντας, όμως, την αδυναμία της διοίκησης να κινηθεί καίρια στο σωστό χρόνο και να δράσει με αμεσότητα και να λάβει γρήγορες και ουσιαστικές αποφάσεις. Οι υπηρεσίες επικαλούνται ως λόγο της διαπιστωμένης αδυναμίας ανταπόκρισής τους την έλλειψη κατάλληλου και εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού και εξοπλισμού. Μετά την κατολίσθηση, οι υπηρεσίες κινητοποιήθηκαν αναγκαστικά λόγω του γεγονότος διαπιστώνοντας απλά τη δημιουργηθείσα κατάσταση».
Ο Συνήγορος του Πολίτη στηλιτεύει επίσης την έλλειψη κοινοποίησης των Πορισμάτων του ΥΠΕΝ και της ΔΕΗ αναφορικά με τα αίτια της κατολίσθησης στις αρμόδιες ελεγκτικές και αδειοδοτικές υπηρεσίες λέγοντας ότι «κρίνεται αναιτιολόγητη». Επισημαίνει μάλιστα ότι «τα Πορίσματα αυτά αποτελούν για τις αρμόδιες υπηρεσίες σημαντικά εργαλεία για την άσκηση του έργου τους, καθώς περιέχουν όχι μόνο κρίσιμα συμπεράσματα για τα αίτια του συμβάντος, αλλά και πλούσιο ιστορικό για τη λειτουργία του ορυχείου διαχρονικά και τις επιπτώσεις στην ευρύτερη περιοχή».
Το Πόρισμα του Συνηγόρου του Πολίτη κάνει ειδική αναφορά στην καθυστέρηση στις διαδικασίες μετεγκατάστασης του οικισμού Αναργύρων υπογραμμίζοντας ότι «είναι αδικαιολόγητη δεδομένου του διαπιστωμένου ήδη από το 2007 ενδεχομένου κινδύνου και του συμβάντος της κατολίσθησης το 2017», επισημαίνοντας μάλιστα ότι «είναι αξιοσημείωτο ότι ο νόμος του 2017 που θέσπισε την αναγκαστική απαλλοτρίωση του οικισμού μετακυλύει τη δαπάνη εξολοκλήρου στο Ελληνικό Δημόσιο, ενώ ο προηγούμενος νόμος του 2011 προέβλεπε τον ισομερισμό της σχετικής δαπάνης μεταξύ του Κράτους και της ΔΕΗ Α.Ε.»
Μιλά επίσης για «ανεπάρκεια στελέχωσης των αρμόδιων ελεγκτικών υπηρεσιών», για την οποία λέει ότι έχει «ως συνέπεια την έλλειψη αποτελεσματικών και συστηματικών ελέγχων για την τήρηση της περιβαλλοντικής και μεταλλευτικής νομοθεσίας. Το ζήτημα της υποστελέχωσης κρίνεται σημαντικό και για τις αρμόδιες υπηρεσίες αδειοδότησης προκαλώντας υπέρμετρες καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των διαδικασιών.»
Το Πόρισμα επισημαίνει ακόμη ότι «στην υπόθεση αναδείχθηκε ως μείζον το πρόβλημα της ολιγωρίας ή ακόμα και αδράνειας των αδειοδοτικών και ελεγκτικών Υπηρεσιών διαχρονικά. Ουσιαστική κινητοποίησή τους προέκυψε μόνο μετά το συμβάν της κατολίσθησης. Είναι επίσης γεγονός ότι σε δραστηριότητες όπως στο Ορυχείο Αμυνταίου, απαιτείται η έκδοση πολλών διακριτών πράξεων, όπως η ΑΕΠΟ, η Τεχνική μελέτη εκμετάλλευσης, η παραχώρηση της έκτασης, οι απαλλοτριώσεις, η μετεγκατάσταση του οικισμού (Αναργύρων), που καθεμία προϋποθέτει την πρότερη έγκριση κάποιας άλλης.
Στις προτάσεις που καταθέτει ο Συνήγορος του Πολίτη αναφέρει ότι «δεδομένου ότι στον παρόντα χρόνο αναμένεται η εικοσαετής παράταση εκμετάλλευσης της περιοχής από τη ΔΕΗ, σύμφωνα με το αίτημά της και θετική γνωμοδότηση του ΝΣΚ, καθίσταται ακόμη πιο επιτακτική η ανάγκη η υπό έγκριση ΜΠΕ να περιλαμβάνει και να αξιολογεί το σύνολο των επιπτώσεων όχι μόνο στα όρια του πεδίου εξόρυξης, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή με ορίζοντα εικοσαετίας».
Τονίζει επίσης ότι «η υφιστάμενη ΜΠΕ δεν είχε συνδέσει τις ρωγματώσεις με τη λειτουργία του ορυχείου, σημείο το οποίο τονίζεται στα πορίσματα. Επομένως, θα πρέπει να αξιολογηθούν και τα ευρήματα των πορισμάτων και να ενσωματωθούν στην οριστική ΑΕΠΟ, βάσει της οποίας θα γίνουν και οι τελικές απαλλοτριώσεις. Το πεδίο αυτό μπορεί να επεκταθεί, ώστε να διασφαλιστεί ένα ασφαλές πεδίο εξορύξεων, λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψη την περίοδο ίδρυσης και ανάπτυξης των οικισμών σε σχέση με την εγκατάσταση της εξορυκτικής δραστηριότητας της ΔΕΗ στην περιοχή.”
Ο Συνήγορος του Πολίτη τονίζει επίσης ότι απαιτείται η ενδυνάμωση των ελέγχων κατά τη λειτουργία της δραστηριότητας από τις αρμόδιες ελεγκτικές αρχές, ώστε να παρακολουθείται στενά η τήρηση των όρων, με πρόβλεψη για συνεργασία μεταξύ των συναρμοδίων υπηρεσιών και των αρχών επιθεώρησης. Επίσης ο Συνήγορος του Πολίτη επαναφέρει την πρόταση που είχε καταθέσει από το 2009 αναφορικά με τη στελέχωση των υπηρεσιών. Προτείνει λοιπόν να ενισχυθεί επαρκώς η στελέχωση των ελεγκτικών υπηρεσιών του ΣΕΒΕ προκειμένου να διενεργούνται συστηματικοί έλεγχοι της τήρησης των περιβαλλοντικών όρων των εγκαταστάσεων της ΔΕΗ και των συνθηκών ασφάλειας των εξορύξεων. Απαιτείται επίσης ενίσχυση της στελέχωσης της ΔΙΠΑ (αδειοδοτούσα αρχή του ΥΠΕΝ) με εξειδικευμένο προσωπικό.
Ο Συνήγορος του Πολίτη εκτός από προτάσεις καταθέτει και ερωτήματα. Ερωτά λοιπόν τη ΔΙΠΑ σε ποιο στάδιο βρίσκεται η διαδικασία έγκρισης της ΑΕΠΟ, ενώ ερωτά το ΥΠΕΝ και τη ΔΕΗ ποια η εξέλιξη της κήρυξης απαλλοτρίωσης και της μετεγκατάστασης του οικισμού Αναργύρων καθώς και της υπόλοιπης απαλλοτρίωσης μεταξύ των ορίων του Ορυχείου και των ορίων του οικισμού. Επίσης, παρακαλεί τα δύο αρμόδια Τμήματα του ΣΕΒΕ να αποστείλουν στην αρχή τις εκθέσεις αυτοψίας και ελέγχου των υφιστάμενων συνθηκών – εργασιών αποκατάστασης και εκμετάλλευσης για τα οποία δεσμεύτηκαν κατά τη σύσκεψη που έγινε στη Φλώρινα, ενώ ερωτά τη ΔΕΗ σε ποιο στάδιο βρίσκεται η διενέργεια διαγωνισμού, σύμφωνα με την τελευταία ενημέρωσή της, για την πρότυπη περιβαλλοντική αποκατάσταση του χώρου, όπου γινόταν η εξωτερική απόθεση άγονων υλικών του Ορυχείου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Συνήγορος του Πολίτη εκτός από τα αρμόδια υπουργεία, τις αρμόδιες αρχές, τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες και τους άμεσα ενδιαφερόμενους, κοινοποιεί το Πόρισμά του και στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Φλώρινας, η οποία διενεργεί δικαστική διερεύνηση για το συμβάν της κατολίσθησης, σε συνέχεια της υπ’αριθμ. 207/2017 Παραγγελίας για διενέργεια κατεπείγουσας προκαταρκτικής εξέτασης. Υπογραμμίζει μάλιστα ότι «θεωρεί ότι η συστηματική και αποτελεσματική παρουσία της Πολιτείας στη συνεπή τήρηση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, ενδυναμώνει όχι μόνον την ασφάλεια δικαίου αλλά και τη σχέση εμπιστοσύνης που θα πρέπει να διέπει το τριμερές σχήμα Κράτος-Πολίτες-Δημόσια Επιχείρηση».