Πολύς λόγος έγινε πριν λίγες ημέρες στην αρθρογραφία και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, με αφορμή την επίθεση που δέχθηκε ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης. Τη σύνδεση την έκανε το Μέγαρο Μαξίμου με ανακοίνωση, που αναφερόταν σε τρίκυκλα, Γκοτζαμάνηδες κ.λ.π. Το ίδιο συνέβη πιο πρόσφατα με την υπερψήφιση της πρότασης δυσπιστίας από τον βουλευτή των Ανεξαρτήτων Ελλήνων Δ. Καμμένο και εν συνεχεία με την ανεξαρτητοποίηση του Γ. Λαζαρίδη.
Και πάλι στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και ο φιλοκυβερνητικός Τύπος χρησιμοποιούν ένα ιστορικό γεγονός της δεκαετίας του 60, μιλώντας για “αποστασία” με την ίδια περίπου στόχευση. Να εμφανιστούν δηλαδή οι ίδιοι ως συνεχιστές της ΕΔΑ, με την οποία είχε εκλεγεί βουλευτής ως συνεργαζόμενος ο Γρηγόρης Λαμπράκης, αλλά και της Ένωσης Κέντρου, η οποία με τη λεγόμενη αποστασία έχασε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Η σημαντικότερη στόχευση είναι, όμως, να παρουσιαστεί η σημερινή Νέα Δημοκρατία ως διάδοχος της σκληρής δεξιάς της ΕΡΕ, της Πολιτικής Άνοιξης ή του ΛΑΟΣ (κατά περίπτωση). Δεν έλειψαν μάλιστα μέχρι και κολακευτικά σχόλια για τον “καλό” Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και τη στάση του στο Σκοπιανό ζήτημα σε αντιδιαστολή με αυτή του “κακού” Αντώνη Σαμαρά.
Τι δείχνουν αυτές οι αντιδράσεις του κυβερνητικού επιτελείου; Κατ’ αρχάς ότι μετά από τρία χρόνια διακυβέρνησης, δεν μπορεί πλέον να υποστηρίξει το αφήγημα του “νέου” που θα ανατρέψει το “παλιό πολιτικό σύστημα που επί δεκαετίες κυβερνά τον τόπο”. Η αρχή έγινε με την υπεράσπιση του Ανδρέα Παπανδρέου από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό και συνεχίστηκε με ανοίγματα προς πρώην και νυν στελέχη της Ένωσης Κεντρώων (η μοναδική μεταγραφή βουλευτή μέχρι σήμερα είναι η Θ. Μεγαλοοικονόμου), του Ποταμιού, του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ.
Το δεύτερο που αποδεικνύει αυτή η στάση είναι ότι προσπαθούν να αποσοβήσουν την αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατία και την απήχηση της προς ψηφοφόρους, οι οποίοι πότε δεν την ψήφιζαν ή την εγκατέλειψαν από το 2007 και μετά. Και η προσπάθεια αυτή θυμίζει την προσπάθεια που έκανε το ΠΑΣΟΚ πριν τις εκλογές του 1989, του 2000 και του 2004, με το λεγόμενο σκληρό ροκ του Κώστα Λαλιώτη.
Σε όλες τις προηγούμενες περιπτώσεις το ΠΑΣΟΚ δεν μπόρεσε να αποσοβήσει την εκλογική άνοδο της Νέας Δημοκρατίας, κατόρθωσε όμως να συσπειρώσει τις δικές του δυνάμεις. Και αυτό γιατί ήταν περισσότεροι τότε οι εκλογείς που ψήφιζαν με βάση τα νεανικά τους βιώματα και τις οικογενειακές τους καταβολές. Ψηφοφόροι που σέβονταν το “αίμα των παππούδων τους” την προσφυγική/ Κρητική/ βενιζελική καταγωγή τους και ψήφιζαν για να μην έλθει η Δεξιά.
Όλα αυτά, όμως, που ακούγονταν λογικά για μεγάλο μέρος του πληθυσμού στα χρόνια της ευμάρειας, όταν οι διαφορές μεταξύ ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας είχαν ατονήσει, μετά από μια δεκαετία κρίσης ακούγονται όχι σαν ζωντανή ιστορία, αλλά σαν ζωντανή υστερία του τόπου. Ο αντιδεξιός λόγος τροφοδοτεί τον αντικομμουνιστικό και η πολιτική αντιπαράθεση γεμίζει με αναφορές σε προδότες, κρεμάλες, Γουδή κ.λπ..
Άλλωστε, για να θυμηθούμε τα παραπάνω αναφερθέντα παραδείγματα του Λαμπράκη και της Αποστασίας, οι δύο γιοί του Λαμπράκη πολιτεύτηκαν με τη Νέα Δημοκρατία ο ένας και με το Ποτάμι, ο άλλος, ο Πρόεδρος των Λαμπράκηδων Μίκης Θεοδωράκης αποκαλεί σήμερα τον ΣΥΡΙΖΑ “εθνομηδενιστικό”, ενώ ο σύγχρονος Γιώργος Παπανδρέου στήριξε κυβερνητικά σχήματα με τη συμμετοχή της Νέας Δημοκρατίας και του ΛΑΟΣ.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει αντιληφθεί ότι στην Ελλάδα του 2018 το να προσπαθούμε να ανακαλύπτουμε διαιρετικές τομές που μας πηγαίνουν 60 χρόνια πίσω είναι ένδειξη απελπισίας. Αυτό είπε άλλωστε και στην τηλεοπτική του συνέντευξη που πυροδότησε αντιδράσεις. Ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας επισήμανε επίσης ότι στην Ευρώπη έχουν εκ των πραγμάτων τεθεί, νέα πολιτικά διλήμματα μακριά από τα ξεθωριασμένα σύνορα Αριστεράς-Δεξιάς. Αυτά τα διλήμματα έχουν μεταφερθεί στο όριο που χωρίζει την πρόοδο από την καθυστέρηση, τη Δημοκρατία από τον αυταρχισμό, την ικανότητα από την ανεπάρκεια.
Και αυτό κάνει στην πράξη η Νέα Δημοκρατία: έχει ανοίξει τις πόρτες του κόμματος με τη διαδικασία του μητρώου στελεχών προσελκύει ανθρώπους εκτός κομματικών οργανώσεων, που μπορεί να είναι παιδιά αριστερών, κεντρώων ή δεξιών. Έχει δείξει την έξοδο σε όσους χρησιμοποιούν διχαστικό λόγο, ενώ δεν έχει διστάσει να εμπιστευτεί ευθύνες σε στελέχη που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ, την Ένωση Κεντρώων, τη Δράση, τη ΔΗΜΑΡ και το Ποτάμι. Και όλοι αυτοί σε επίπεδο στελεχών ή εκλογέων συναντιούνται στη Νέα Δημοκρατία, με όρους μέλλοντος, με όρους νέου, μακριά από το παλιό και την υποχωρούσα υστερία του τόπου.
* Ο κ. Δημήτρης Σ. Παπαγγελόπουλος είναι Σύμβουλος Στρατηγικής & Επικοινωνίας και μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας.
ΠΗΓΗ: capital.gr