Θα απασχολεί για καιρό τον λαό μας η συμφωνία, η οποία χωρίς ακόμη να επικυρωθεί έχει εντείνει τις διχαστικές τάσεις, καθώς εκτοξεύονται εκατέρωθεν βαρειές εκφράσεις. Βέβαια η μάχη είναι άνιση, καθώς το ένα μέρος κατέχει την εξουσία και στηρίζεται και από δυνάμεις της ευρείας αντιπολίτευσης. Γι’ αυτό και συμπεριφέρεται κατά τρόπο σατραπικό στο όνομα πάντοτε της ταλαίπωρης δημοκρατίας.
Στο παρόν άρθρο θα αντικρούσουμε κάποια επιχειρήματα, μέσω των οποίων προβάλλεται η εν λόγω συμφωνία ως επιτυχία των συμβαλόντων, οι οποίοι ενήργησαν με πατριωτική ευθύνη. Κατ’ αρχήν καλό είναι να αποσαφηνίσουμε τους όρους πατρίδα και πατριωτισμός, καθώς κακοπαθαίνουν όχι μόνο στο ελληνικό αλλά και στο διεθνές στερέωμα. Κατά τη νεωτερικότητα εκδηλώθηκε έντονο στη Δύση το εθνικιστικό αίσθημα και η τάση μόρφωσης καθαρών εθνικών κρατών. Απ’ εκεί η ασθένεια μεταδόθηκε και στη Βαλκανική, την τότε και τώρα υποχείρια των ισχυρών του πλανήτη. Ως αντίδραση στην αστική τάξη, η οποία δεν διόρθωσε ούτε στο ελάχιστο την κοινωνική αδικία, όπως είχε υποσχεθεί ανατρέποντας τη φεουδαρχική εξουσία, εμφανίστηκε το κίνημα του σοσιαλισμού και αργότερα, μετά τον συμβιβασμό πτέρυγάς του με το αστικό καθεστώς, το άλλο του κομμουνισμού. Και τα δύο είχαν ως βασική αρχή τον διεθνισμό, ο οποίος μόνο στα κομμουνιστικά καθεστώτα επιχειρήθηκε να επιβληθεί επί των λαών δια της βίας με κεντρικό σύνθημα «οι προλετάριοι δεν έχουν πατρίδα». Βέβαια και το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα, όπως έχει αποδειχθεί περίτρανα. Οι αστοί όμως διαχειρίστηκαν πολύ έξυπνα τόσο το θέμα της φιλοπατρίας του λαού, όσο και της θρησκευτικής του πίστης και επιτύγχαναν εκλογικές νίκες στις χώρες με αστικό καθεστώς ως θεματοφύλακες των ιερών και των οσίων. Αποκαμωμένοι αρκετοί από τους κομμουνιστές, πριν αλλά και μετά την κατάρρευση του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού», ενέδωσαν στις αστικές σειρήνες και αυτές επέτρεψαν την ανάρρησή τους στην εξουσία! Τώρα είναι η σειρά άλλων να «το παίξουν» πατριώτες. Πόσο πατριώτης όμως μπορεί να είναι κάποιος που ασπάζεται τον όποιας μορφής διεθνισμό και υπηρετεί τη νέα τάξη πραγμάτων του άγριου παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού;
Περί ιστορίας της Μακεδονίας το πρώτο θέμα μετά την εισαγωγή. Η Μακεδονία, κατά την κλασική αρχαιότητα, δεν ήταν απλά ένας γεωγραφικός όρος, καθώς ήταν άρρηκτα συνδεμένος με ελληνικό φύλο, τους Μακεδόνες. Αυτοί, μικρή ομάδα κάπου στην περιοχή της Καστοριάς κατά τους αρχαϊκούς χρόνους, μετακινήθηκαν ανατολικότερα και εγκαταστάθηκαν νοτίως του κάτω ρου του Αλιάκμονα. Λίγα είναι τα στοιχεία που διαθέτουμε για τον γεωγραφικό χώρο της σημερινής κεντρικής Μακεδονίας. Οι Μακεδόνες, επεκτεινόμενοι στη συνέχεια προς, δυσμάς, προς βορρά και προς ανατολή, επέτυχαν να διεύρυναν το βασίλειο της Μακεδονίας. Προς δυσμάς όμως κατοικούσαν ισχυρά ελληνικά φύλα, τα οποία όμως δεν αποδέχθηκαν πλήρως την αλλαγή του φυλετικού ονόματος. Έτσι κατά την εποχή των Φιλίππου και Αλεξάνδρου του μεγάλου είχαμε Ελιμιώτες Μακεδόνες, Ορέστες Μακεδόνες, Λυγκηστές Μακεδόνες, Πελαγόνες Μακεδόνες προς διάκριση, αν και οι διαφορές από τους ισχυρούς Μακεδόνες ήσαν ασήμαντες. Στην κεντρική Μακεδονία οι Μακεδόνες αντιμετώπισαν κυρίως Έλληνες εποικιστές του νότου. Στις κτήσεις πέρα από τις περιοχές, στις οποίες κατοικούσαν ελληνικά φύλλα, οπωσδήποτε τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Έτσι οι Παίονες, οι κατοικούντες σε μεγάλη έκταση του σημερινού κράτους, στο οποίο εκχωρήσαμε το άρρηκτα συνδεμένο με την ελληνική ιστορία και πολιτισμό όνομα της Μακεδονίας, δεν ονομάστηκαν ποτέ Παίονες Μακεδόνες. Κατά φυσικό τρόπο δεν ονομάστηκαν Μακεδόνες, οι Φρύγες, οι Λυδοί, οι Φοίνικες, οι Εβραίοι, οι Βαβυλώνιοι, οι Πέρσες και τα άλλα φύλα μέχρι τον Ινδό ποταμό. Κανένας ποτέ δεν διενοήθη να υποστηρίξει ότι ο όρος Μακεδονία, ο συνδεδεμένος με συγκεκριμένο ελληνικό φύλο, το οποίο μεγαλούργησε για σύντομο χρονικό διάστημα, αρκετό όμως, ώστε να μεταβάλει τον ρου της ιστορίας συνδέθηκε άρρηκτα με τις κατακτηθείσες από τους Μακεδόνες περιοχές.
Μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση τα αρχαιοελληνικά φύλα παύουν να είναι διακριτά. Η Μακεδονία αποτελεί επαρχία της αχανούς ρωμαϊκής αυτοκρατορίας με γεωγραφικά όρια καθορισμένα από τους Ρωμαίους. Οι Παίονες αφανίζονται μέσα στο χωνευτήρι κυρίως υπό την πίεση βαρβάρων λαών, οι οποίοι επί αιώνες εισέβαλλαν στη Βαλκανική, κατέστρεφαν και εγκαθιστούνταν ή αποχωρούσαν. Για πόσο διάστημα οι Παίονες έμειναν υπό ελληνική (μακεδονική) κατοχή; Ίσως για λιγότερο από μισό αιώνα. Είναι αυτό στοιχείο, ώστε να ισχυρίζεται κάποιος, ότι η Παιονία αποτελούσε τμήμα της Μακεδονίας; Τότε η Τουρκία θα έχει δίκαιο να διεκδικεί εκ νέου τη Βαλκανική σχεδόν στο σύνολό της και να την ονομάζει δυτική οθωμανική αυτοκρατορία!
Στην περιοχή, όπως ήδη γράψαμε, εισέβαλαν πλήθος βαρβάρων λαών. Κάποιοι από αυτούς αποφάσισαν να εγκατασταθούν σε περιοχές, τις οποίες είχαν ερημώσει προηγηθέντες λεηλατητές. Γνωρίζουμε από την ιστορία τα ονόματα διαφόρων παλαιοσλαβικών φύλων. Όλα αυτά αφομοιώθηκαν από τους γηγενείς Ηπειρώτες, Μακεδόνες και Θράκες, ώστε έπαψαν να υφίστανται ως αυτοτελή φύλα ήδη κατά τον 9ο αιώνα. Βέβαια αργότερα εισέβαλαν και άλλα, τα οποία μετά από επιμειξίες και αλληλοεπιρροές σχημάτισαν εθνότητες, οι οποίες επιβιώνουν μέχρι τις ημέρες μας, οι Βούλγαροι και οι Σέρβοι. Οπωσδήποτε υπάρχει και μικρή ομάδα Σλάβων διακριτή από τις δύο αυτές εθνότητες. Χωρίς εθνική συνείδηση, όπως διαμορφώθηκε στους Σέρβους, αρχικά, και στους Βούλγαρους, αργότερα, δεν έχουν μακρόχρονη ιστορία, δεν έχουν καν ιστορία. Ομιλούν γλώσσα, την οποία οι γλωσσολόγοι χαρακτηρίζουν ιδίωμα της βουλγαρικής, εμπλουτισμένο με στοιχεία της σερβοκροατικής μετά το 1945. Πολύ πονηρό το ότι στην περιοχή η γλώσσα αποκαλείτο ακόμη και από Έλληνες «μακεδόνικα». Εδώ η επιστήμη δεν έχει λόγο! Κατά την αντιπαράθεση μεταξύ Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων στον από μας τους Έλληνες αποκαλούμενο μακεδονικό αγώνα, έδειξαν άλλοι να έχουν ελληνική συνείδηση, άλλοι βουλγαρική και κάποιοι, στο βορρά, σερβική. Κάποιοι ήσαν συγκεχυμένοι. Στην απογραφή της οθωμανικής αυτοκρατορίας (1904) ουδείς απεγράφη Μακεδών. Σε κανένα διπλωματικό έγγραφο των αρχών του 20ου αιώνα δεν υπάρχει ο όρος Μακεδών ως εθνικός. Μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους (1912) ο νέος κυρίαρχος, οι Σέρβοι, δεν διανοήθηκαν να ανατρέξουν στην αρχαιότητα και να αναζητήσουν όνομα για τη νέα επαρχία του σερβικού κράτους. Την ονόμασαν Βαρντάρσκα. Γνώριζαν ότι αρκετοί, όχι όλοι, είχαν βουλγαρική εθνική συνείδηση, δεν διενοήθηκαν όμως να μορφώσουν νέο έθνος. Αυτό υπήρξε εφεύρημα του Στάλιν στο σχέδιο επέκτασης της επιρροής του στη Βαλκανική. Ενώ επιχειρούσαν να αφανίσουν τα έθνη, επιδίωξαν να μορφώσουν ένα ακόμη! Και τότε υπέκυψε στον «πατερούλη» ο Βούλγαρος Ντημητρόφ, παρά τις αντιρρήσεις του.
Ο Τίτο έθεσε σε εφαρμογή το ανιστόρητο σχέδιο του Στάλιν με περισσή ιταμότητα, καθώς διεκήρυξε ήδη το 1944 ότι το μακεδονικό έθνος διαμοιράστηκαν οι ιμπεριαλιστικές χώρες της Βαλκανικής (1912)! Και τότε μεν αντέδρασαν οι ΗΠΑ, λίγο όμως αργότερα ανέλαβαν την υπεράσπιση των κατακτητικών σχεδίων του Τίτο, καθώς εκείνος προβαλλόταν στη διεθνή σκηνή, ως εχθρός του Στάλιν. Το θέατρο παίχθηκε καλά! Η ελληνική κυβέρνηση υποχείρια του νέου «προστάτη», μεσούντος του εμφυλίου πολέμου, σιώπησε, όπως και ο Ντημητρόφ. Λησμονήσαμε το όλο ζήτημα επί δύο γενιές, στις οποίες ο Τίτο κατάφερε να εμφυσήσει εθνική συνείδηση Μακεδόνων. Και εμείς σήμερα, κατ’ εντολή πάλι των ΗΠΑ (ΝΑΤΟ), όχι μόνο παραχωρήσαμε τον όρο Μακεδονία, άλλα αναγνωρίσαμε τόσο μακεδονικό έθνος, όσο και μακεδονική γλώσσα. Πρέπει να είμαστε υπερήφανοι; Θα το κρίνουν οι ερχόμενες γενιές.