Η αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση από την 1η Φεβρουαρίου 2020 είναι γεγονός χωρίς επιστροφή, τουλάχιστον στο ορατό μέλλον. Ακόμα κι αν ισχύουν όλες οι καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις των Βρυξελλών ,πρόκειται για μείζονα εξελιξη που θέτει επι τάπητος την επόμενη μέρα της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Η Βρετανία ήταν η τρίτη μεγαλύτερη χώρα της ΕΕ πληθυσμιακά, η δεύτερη σε μέγεθος οικονομία της και κορυφαία στρατιωτική δύναμη μαζί με τη Γαλλία.
Η πληθυσμιακή απώλεια δεν έχει σοβαρές συνέπειες για την ΕΕ , δεδομένου οτι το παγκόσμιο εμπόριο δεν κρίνεται πλέον με όρους εσωτερικής αγοράς αλλά πολύ ευρύτερα. Στην εποχή της Κοινής Αγοράς θα κόστιζε πολύ περισσότερο.
Η σμίκρυνση της ευρωπαϊκής οικονομιας με όρους ΑΕΠ αποτελεί πολύ σοβαρότερη συνέπεια του Brexit απο την αντίστοιχη πληθυσμιακή , μολονότι η ΕΕ ποτέ δεν λειτούργησε ως ενιαία οικονομία τόσο προς τα μέσα όσο και προς τα έξω.
Για αρκετά χρόνια η ΕΕ αθροιστικά ήταν η μεγαλύτερη σε μέγεθος οικονομία στον κόσμο μέχρι το 2016-17, οπότε και παραχώρησε τα πρωτεία στην Κίνα. Μετά την αποχώρηση της Βρετανίας η ευρωπαϊκή οικονομία υποχωρεί στην τρίτη θέση πίσω από την Κίνα και τις ΗΠΑ.
Το ίδιο ισχύει και για την αποδυνάμωση της ΕΕ σε ό,τι αφορά τη στρατιωτική ισχύ της ή/και την αποτρεπτική της δύναμη και αυτό σε μια περίοδο που το ενδιαφέρον των ΗΠΑ στρέφεται στον Ειρηνικό Ωκεανό αποδυναμώνοντας έμπρακτα και αισθητά την Ατλαντική Συμμαχία.
Η αναφορά του Εμμανουέλ Μακρόν στο “εγκεφαλικά νεκρό ΝΑΤΟ” δεν υπήρξε τυχαία.
Πρόκειται για νέα κατάσταση πραγμάτων που δεν αντιμετωπίζεται με συμβατικούς όρους..
Προφανώς η κατάσταση θα ήταν διαχειρίσιμη αν η ΕΕ είχε κάνει αποφασιστικά βήματα ενοποίησης στην εξωτερική πολιτική και τις ενεργειακές της ανάγκες.
Αντίθετα παρακολουθούμε το Βερολίνο να εξαντλεί τη διεθνή παρουσία του όχι απλα στην εξυπηρέτηση στενά γερμανικών συμφερόντων , αλλά ωσάν να μην ανήκει στην ΕΕ.
Ο γερμανικός αυτισμός μπορεί να έχει ρίζες στην Ιστορία , ωστόσο δεν μπορεί να παραγνωριστεί το γεγονός ότι η γερμανική στάση στην ευρωπαϊκή ενοποίηση επί 50 χρόνια ήταν παράγοντας αισιοδοξίας που τείνει σήμερα να μεταλλαχθεί στο ακριβώς αντίθετο της.
Ακόμα περισσότερο θα μπορούσαμε να αισιοδοξούμε στην περίπτωση που η ΕΕ δεν είχε υποστεί δύο μεγάλα πλήγματα σε κρίσιμους τομείς, το Κράτος Πρόνοιας που αποδυναμώθηκε οριζόντια σε όλη την Ευρώπη τα τελευταία χρόνια και το Προσφυγικό όπου οι πολιτικές ειναι περισσότερες απο τα κράτη-μέλη.
Η εποχή Κολ-Μιτεράν μοιάζει πολύ μακρινή σήμερα και η ανησυχία για το μέλλον της ΕΕ καταλαμβάνει όλους όσοι πιστεύουμε στην ευρωπαϊκή ενοποίηση ,παρα τους ευρωσκεπτικιστές.
Αυτό που δείχνει πιο καθαρό από όλα είναι ότι η ΕΕ όπως την οριοθέτησε η Συνθήκη του Μάαστριχτ έφτασε σε πλήρες αδιέξοδο. Απαιτούνται ιστορικές πρωτοβουλίες από τους ηγέτες της με αντικείμενο μια Νέα Συνθήκη και το Brexit είναι μια καλή αφορμή.
Οι καιροί ου μενετοί…