-Γεια σου, Κάκκο. Τι χαμπάρια;
-Γεια σου, Χάμπο. Όλα καλά. Καφέ ήπιες;
-Όχι, σε περίμενα για. Πετράκη, δύο καφέδες…Άργησες λίγο να φανείς!
-Άργησα, Χάμπο, γιατί έχω στο σπίτι την εγγονή μου τη Θεγοδοσία και τον γιο μου τον Γιωγάνη.
-Ήρθε και η νύφη σου, η Αλεξάνδρα;
-Μπα! Αυτή θα την φάει η δουλειά. Στην Αθήνα όλοι δουλεύουν απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ.
-Έεε, η Θεγοδοσία δε φαντάζομαι να στεναχωριέται και πολύ. Έχει τη γιαγιά της, τη Θεγοδοσία, που δε τη χαλάει ποτέ χατήρι. Πόσο χρονών είναι Κάκκο; Είναι δέκα;
-Ναι, Χάμπο. Ακριβώς! Όσο για τ’ άλλο…τι θέλει η εγγόνα; Αυγόφετες; Αυγόφετες η γιαγιά. Κέικ; Κέικ η γιαγιά. Στα ώπα – ώπα η Θεγοδοσία.
-Κι εσύ δεν πας πίσω, απ’ όσο ξέρω…
-Ψέματα δε θα πω.
-Φαντάζομαι η κυρά σου τώρα…θα έχει και επισκέψεις.
-Επισκέψεις. Ένα σωρό. Από ψες πήγα και ψώνισα τα σχετικά. Σήμερα πρωί – πρωί ήρθαν οι φιλενάδες της, η Ακριβή και Ευλαβώ, να δουν την εγγόνα για! Καμάρι η Θεγοδοσία. Αλλά κι η μικρή η Θεγοδοσϊα δεν πάει πίσω. Εμένα η γιαγιά μου η Θεγοδοσία έτσι κι εμένα η γιαγιά μου με είπε αλλιώς.
Την αγαπάει τη γιαγιά της έεε;
-Έεε, βέβαια. Ό,τι πει η γιαγιά είναι η μόνη αλήθεια. Είναι…η είδηση!
-Φαντάζομαι θα ζηλεύουν οι φιλενάδες της γιαγιάς.
-Άαα, να σου πω τι έγινε σήμερα το πρωί να καταλάβεις.
-Για πες, βρε Κάκκο, πλάκα θα ‘χει.
-Ρουφάει μια γουλιά καφέ η Ευλαβώ και λέει: “Για να δούμε, τι θα κάνει κι αυτός με την εφορεία. Θα την μειώσει λίγο να μας περισσέψει να πάρουμε και καμιά ρόμπα να μην είμαστε σα …άιντε να μη πω τι! Πετιέται η μικρή η Θεγοδοσία και τι λέει, αν αγαπάς;
-Τι είπε, Κάκκο;
-Λέει: “Εμένα κυρία Ευλαβώ, η γιαγιά μου μου είπε, πως ο Μητσοτάκης θα μειώσει την εφορεία, και με αυτά που θα περισσεύει, θα με παίρνει πιο σπουδαία δώρα. Θα τη μειώσει να δεις. Εμένα μου το ‘ πε η γιαγιά μου”! Χώλωσε η Ευλαβώ.
-Καλά με το παιδί τα έβαλε;
-Κάτσε να δει τη συνέχεια. Λέει σε λίγο η άλλη η φιλενάδα, η Ακριβή. “Κάτσε να δούμε τι θα κάνουν κι αυτοί. Στα λόγια όλοι καλοί είναι αλλά δουλειές θα φέρουν;”. Αμέσως απαντάει η μικρή η Θεγοδοσία: “Εμένα η γιαγιά μου μου είπε πως και δουλειές θα φέρουν και πως ο μπαμπάς μπορεί και να μπει στο δημόσιο, σε κανένα νοσοκομείο για πιο καλά. Έτσι με είπε η γιαγιά μου”.
-Μη με πεις, βρε Κάκκο, πως μουτσούνιασε η Ακριβή με τη μικρή.
-Ναι, Χάμπο. Στραβομουτσούνιασε. Σε λίγο πάλι, πάνω στη συζήτηση, η Ευλαβώ λέει: “Μόνο τα φάρμακα μας να μην ακριβήνουν; Πολύ το φοβάμαι;”. Πετιέται η μικρή η Θεγοδοσία και λέει: “Να μη φοβάστε καθόλου κυρία Ακριβή. Εμένα η γιαγιά μου μου είπε, πως άκουσε, πως τα φάρμακα θα φθηνήνουν λίγο”.
-Έεε, φαντάζομαι την Ακριβή…μπουρλότο θα ‘γινε, έεε;
-Άκου να δεις,Χάμπο. Γυρνάει στη μικρή και τι τη λέει;
-Τι, Κάκκο;
-Τι λέει: “Βρε Θεγοδοσία πουλάκι μου, όλα τα τελεγραφήματα στη γιαγιά σου τη Θεγοδοσία έρχονται;”.