Βασιλείου Σελευκείας ΛΟΓΟΣ ΜΑ´MignePG 85,470-474
μετάφρασι ἀρ.νι.μα.
Τὰἱερὰβιβλίακηρύττουνσυνέχειακαὶἐπαρκῶςμέσαστοὺςἐκκλησιαστικοὺςχώρουςτὶςλαμπρές, ὁλοφώτεινεςκαὶνικηφόρεςμαρμαρυγὲςτοῦμάρτυροςτῶνμαρτύρωνκαὶτῆςκορυφῆςὅλωντῶνἀθλητῶν. ΤοῦπροεξάρχοντοςτῆςὁμολογίαςΧριστοῦ, τοῦπαγκόσμιουστεφανίτηκαὶνικητῆὅλωντῶνἀθλημάτων, τοῦΣτεφάνουποὺδίδαξετὸμαρτύριο. ἘπειδὴὅμωςτὸἔνδοξοπάθοςτοῦμάρτυραἀστράφτεισὰνἀκτίνεςὁλόλαμπρουἡλίουκαὶτὸἔνδοξοστεφάνιτοῦΣτεφάνουλάμπονταςδὲνπαύεινὰἐρεθίζητὶςψυχὲςτῶνεὐσεβῶν, εἶναιφυσικὸαὐτὸςποὺτὸνἐγκωμιάζεινὰχρειάζεταιτὸνφωτισμότου. Ὁκήρυκαςλοιπὸνζητεῖτὴνἄνωθενβοήθεια, ὥστενὰφωτισθοῦνἀπὸἐκεῖτὰπνευματικὰμάτιατου,γιὰνὰλάβηἐλάχιστοἀπὸτὶςἀρετὲςἐκείνου. Διότιτὰἔνδοξαθαύματάτου, ποὺλάμπουνσὰνἀκτίνεςἡλίου, τυφλώνουντὰμάτιαὅσωνἀσχολοῦνταιμὲτὸμαρτύριότου. Ἐπειδὴὅμωςκαὶτὰἀρχαῖαἔργακαὶτὰμεγάλασώματαἀκόμηκαὶἡμικρότερησφραγῖδαξέρεινὰτὰἀγκαλιάζημὲχαρακτηρισμούς, ἡἀνθρώπινηγλῶσσασπεύδεινὰπλήξητὶςχορδὲςτοῦλόγουπροσπαθώνταςνὰἐγκωμιάση, ὅσομπορεῖὁπόθοςκαὶἐπιτρέπειὁζῆλοςτῆςφιλοθεΐας.
Ὅ,τιεἶναιἡκόρηγιὰτὸμάτι, αὐτὸεἶναιὁπολύπαθοςΣτέφανοςγιὰὅλουςτοὺςμάρτυρεςποὺχαίρεταιστὰβασίλειατῶνπαθημάτων. Ὅπωςὁνόμοςτῆςφύσεωςἔχειτὴνβασίλισσανὰὁδηγῆὁλόκληροτὸμελίσσικαὶαὐτὸδὲνφεύγειἀπὸτὴνκυψέληἂνδὲνπετάξηπρώτηἡβασίλισσα, ἔτσικαὶτὸθεόμορφοκοπάδιτῶνκατοπινῶνμαρτύρωνδὲνπέταξεπρὸςτὸνοὐρανὸπροτοῦπροηγηθῆὁἀρχηγὸςτῆςὁμολογίας. Οὔτεπάλισκέφθηκετὸμαρτύριοπαρὰμόνοἀφοῦὁἀγωνιστὴςτῆςεὐσέβειαςἔτρεξεπρῶτοςστοὺςκαλλίνικουςἀγῶνεςκαὶστεφανώθηκεμὲτὸπάθος.
ὉΣτέφανοςστὴνζωήτουἦτανεὐσεβέστατοςκαὶγεμᾶτοςἀπὸτὶςμακάριεςἐλπίδεςτῶνχριστιανῶν. Ἐπήγαζετὰνάματατῆςδιδασκαλίας. Ἄνθιζετὶςἀρετὲςτῆςεὐσέβειαςκαὶπυρπολοῦντανοἱαἰσθήσειςτουμὲτὴνφλόγατῶνἔνθεωνπόθων. Συνεχῶςκαλλιεργοῦσετὴνγλῶσσατουμὲτὴνδοξολογίακαὶτὸστόματουἦτανὁλάνοιχτοπρὸςὑμνῳδία. Τὰπνευματικὰμάτιατουἦτανἀνοιχτὰκαὶτὴνμέρακαὶτὴννύχτα, γιὰνὰθεολογῆ. Ὡς κέρδος του θεωροῦσε τὰ πνευματικά. Ὁ χαρακτήρας του ἦταν φιλόχριστος. Ἔβλεπε μόνο πρὸς τὴν ἀρετή. Στολιζόταν μὲ τὰ κατορθώματα τῆς εὐσέβειας. Τὴν νύχτα παρέμενε ἄϋπνος γιατὶ ἀγρυπνοῦσε εὐλαβῶς. Εἶχε ἔξυπνο λόγο καὶ ἀκαταμάχητο πρὸς τὴν ἀλήθεια. Ὑπερασπιζόταν τὸ δίκαιο καὶ ἦταν ἀκάματος πρὸς τὴν διδασκαλία. Ἦταν ἀκούραστος στὶς παραινέσεις διδάσκοντας τὰ φιλόχριστα. Χαιρόταν μὲ τὰ παθήματα γιὰ τὸν Χριστὸ παραπάνω ἀπὸ κάθε ἡδονή. Ὡς ἀνάπαυσι θεωροῦσε τὰ παθήματα ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας. Χαιρόταν μὲ τοὺς κινδύνους καὶ εἶχε θάρρος μὲ τοὺς θεοφιλεῖς. Κατήσχυνε τοὺς Ἰουδαίους καὶ ἤλεγχε τοὺς Φαρισαίους. Ἀποδείκνυε μὲ σοφία τὰ παθήματα τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὰ μηνύματα τῶν προφητῶν. Ἔβαζε χαλινάρι στὴν εὐγλωττία τῶν ρητόρων. Ὄργωνε τὸ πέλαγος τῆς εἰδωλολατρίας. Συνηγοροῦσε μὲ τὸν θεολογικὸ λόγο καὶ ἤλεγχε τὴν ἄγνοια τῆς ἀγνωσίας. Ἔδιωχνε τὴν κακία. Στὸ πρόσωπό του εἶχε παρρησία ἡ θεογνωσία καὶ ἐκδιώκονταν ἡ βρωμιά. Ἡ ὑπερηφάνεια γκρεμιζόταν μὲ τὴν σκέψι τοῦ Στεφάνου ἡ δὲ ταπείνωσι κυριαρχοῦσε καὶ αὐξανόταν. Ὕψωνε πτωχοὺς ἀπὸ τὴν γῆ καὶ ἀπὸ τὴν ἀφάνεια. Μιλοῦσε μὲ τοὺς περαστικούς. Τοὺς ἤλεγχε χωρὶς νὰ παρασύρεται. Μιμήθηκε τὸν Παῦλο πρὶν νὰ βγῆ ὁ Παῦλος ἢ καλλίτερα ἔγινε δάσκαλος τοῦ ἴδιου τοῦ Παύλου. Διότι ὁ μὲν Στέφανος ἀνέδειξε πρῶτος τὸν περὶ Χριστοῦ λόγο καὶ δεύτερος ὁ Παῦλος. Ὁ Παῦλος ἦλθε δεύτερος μετὰ τὸν Στέφανο καὶ κήρυξε τὰ κηρύγματα τῆς εὐσέβειας. Ὁ Στέφανος βεβαίως ἦλθε λίγο μετὰ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ καὶ παρουσίασε τὰ γνωρίσματα τῆς εὐσέβειας. Στολιζόταν ὁ ἀκούραστος μὲ τὸν θεόμορφο λόγο. Ἔλεγε, «ἀγώνισαι περὶ τῆς ἀληθείας ἕως θανάτου καὶ Κύριος πολεμήσει ὑπὲρ σοῦ» (Σοφία Σειρὰχ 4,28). Ἀγωνίσθηκε μὲ τὴν θέλησί του στοὺς ἀγῶνες. Πρῶτα ὑπέμεινε τὸ μαρτύριο τῆς θελήσεώς του. Δέχτηκε τὸν ἑκούσιο θάνατο. Πρῶτος ἀπὸ ὅλους μαρτύρησε γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ πρὶν ἀπ’ ὅλους δέχτηκε τοὺς στεφάνους ἀπὸ τὸν Χριστό.
Ὦ ἀθάνατε μακάριε! Ἐσὺ κατέσβεσες τὴν δυσκολώτατη καὶ δύστροπη κακία τῶν Ἰουδαίων. Τὸ δὲ θεόμορφο πρόσωπό σου ἄστραφτε δυνατὰ ἀπὸ τὶς ἀγγελικὲς ἀνταύγειες καθὼς μιλοῦσες μαρτυρώντας τὴν θεϊκὴ πηγή σου ἀπὸ τὴν θεοπρεπῆ Γραφή. Λέγει, «Ἐμβλέψαντες γὰρ Ἰουδαῖοι εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ, εἶδον αὐτὸ ὡσεὶ πρόσωπον ἀγγέλου» (Πράξεις 6,15).
Ὦ ἐπίγειε ἄγγελε καὶ ἐπουράνιε ἄνθρωπε! Ἐνῶ βρισκόσουν στὴ γῆ μὲ τοὺς ἀνθρώπους, ἐμφάνιζες εἰκόνα σὰν νὰ ἤσουν στὸν οὐρανὸ μὲ τὶς ἀγγελικὲς δυνάμεις. Πάλεψες τὶς ἐχθρικὲς δυνάμεις καὶ νίκησες τοὺς ἀντιμετώπους δαίμονες. Δὲν τὰ ἔχασες στὴν μάχη μὲ τὴν πανουργία τῆς διαβολικῆς κακίας, οὔτε μὲ τὸν στρατὸ τῶν ἀσωμάτων. Δὲν δειλίασες μπροστὰ στὸ ἄτακτο πλῆθος τῶν Ἰουδαίων, οὔτε καὶ στὰ ἀκονισμένα ξίφη τους. Ἐπειδὴ ἤσουν μιμητὴς τοῦ ἀκρογωνιαίου λίθου, μὲ τὸν λιθοβολισμό σου στεφανώθηκες μὲ τὰ στεφάνια τοῦ μαρτυρίου. Ὅλα αὐτὰ ἦσαν θαυμαστά, πολὺ ἔνδοξα καὶ συνέβησαν στὸν καιρό μας. Εἶναι ὅμως πολὺ θαυμασιώτερο καὶ ἐκπληκτικώτερο τὸ μαρτύριο ποὺ ἐπέδειξε τοῦτος ὁ μακάριος.
Τὸ κήρυγμα τῆς εὐσέβειας τότε ἦταν πολὺ καινούργιο καὶ μάλιστα νεωτεριστικὸ νὰ κηρύττης σὲ κείνη τὴν περίοδο γιὰ τὴν πίστι πρὸς τὸ Χριστό. Ἡ εἰδωλολατρία ἦταν παντοδύναμη καὶ οἱ Ἰουδαῖοι σὲ ἀκμή. Οἱ Φαρισαῖοι ἦταν σὰν μεθυσμένοι. Πουθενὰ θεογνωσία. Σὲ ὅλα καὶ παντοῦ κυριαρχοῦσε τὸ σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρίας. Σὲ ὅλην τὴν οἰκουμένη βασίλευε ζοφερὸ σκοτάδι ἐγκλημάτων. Δὲν ὑπῆρχε βασιλιᾶς εὐσεβής, οὔτε ἄρχοντας θεοφιλὴς ἢ ἡγούμενος ἐλεήμων. Στὰ πάντα εἶχε ἁπλωθῆ νύχτα ὁλόμαυρη καὶ κυριαρχοῦσε ἡ δαιμονικὴ μανία. Ὁ Στέφανος μόνος του καθόταν στὸ ὄρος τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς κρατώντας τὴν λαμπάδα τῆς πίστεως. Πάνω του περνοῦσε ἡ σκιὰ ὅσων κατοικοῦσαν στὴν κακοπραγία ποὺ μεθᾶ μὲ τὴν πλάνη τῆς ἀγνωσίας. Ὁ μακάριος Στέφανος ὅμως ἦταν νόμος γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ἢ μᾶλλον καλλίτερα ἦταν καὶ γιὰ τοὺς μετέπειτα μνημεῖο εὐσεβείας καὶ δάσκαλος τῆς χάριτος. Αὐτὸς δὲν εἶχε κανέναν γιὰ ὑπόδειγμα, οὔτε προηγούμενό του. Δὲν εἶχε προηγηθῆ κανεὶς στὸ μαρτύριο γιὰ τὸν Χριστό. Δὲν εἶχε δείξει ὡς τότε κανεὶς τὴν ὁμολογία μὲ τὸ αἷμα. Κανεὶς δὲν ἐνδύθηκε τὰ σωτηριώδη παθήματα γιὰ τὸν Δεσπότη, ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος. Μόνος του ὁ μακάριος Στέφανος προσέλκυσε μὲ τὴν προαίρεσί του τὸ ὑπόδειγμα τοῦ μαρτυρίου. Ὁ ἴδιος ἔγινε δάσκαλος τοῦ ἑαυτοῦ του, ὑπέδειξε δρόμο σωτηρίας καὶ νομοθέτησε τὴν ὑπὲρ Χριστοῦ διάθεσι γιὰ μαρτύριο. Θεμελίωσε νόμους ποὺ ἀνοίγουν τὶς πῦλες τοῦ οὐρανοῦ μὲ τὴν ἄνωθεν βοήθεια. Θέσπισε δόγματα ποὺ ξεναγοῦν στὸν παράδεισο. Καθόρισε διατάξεις ποὺ κάμνουν τελείους μὲ τὸ μαρτύριο. Λιθοβολούμενος ἔχτιζε τὴν εὐσέβεια καὶ προσευχόταν γιὰ τοὺς δημίους του. Δὲν τὸν ἀπέκοψε ἀπὸ τὴν προσευχὴ ὁ κίνδυνος. Δὲν διέλυσε τὴν ὁμολογία του ἡ φονικὴ διάθεσι τῶν Ἰουδαίων. Λιθοβολήθηκε πρὸ τῆς πόλεως αὐτὸς ποὺ ἦταν προμαχώνας τῆς πόλεως. Φονεύθηκε μπροστὰ ἀπὸ τὰ τείχη τὸ ἀρραγὲς τεῖχος τῆς πόλεως. Ἡ γλῶσσα του ὅμως ποὺ ὑμνοῦσε δὲν ἔπαυσε, οὔτε ἡσύχασε ἡ γλυκόλαλη φωνή. Δὲν ἔπαυσε ἡ θεολογοῦσα ψυχή. Τὸ μὲν σῶμα συντριβόταν μὲ τοὺς λίθους, τὸ δὲ πνεῦμα δυνάμωνε μὲ τὴν εὐχαριστία. Μιμοῦνταν τὸν Δεσπότη ποὺ ἔλεγε, «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς, οὐ γὰρ οἴδασι τὶ ποιοῦσιν»(Λουκᾶ 23,34). Ἀπόκτησε κι αὐτὸς τὴν ἱερὴ καλλιφωνία κι ἀνοίγοντας τὸ θεολογικὸ στόμα του καὶ εἶπε, «Κύριε, μὴ στήσης αὐτοῖς τὴν ἁμαρτίαν ταύτην»(Πράξεις 7,59).
Ὦ παναοίδιμε καὶ μακάριε! Ὦ τρισευτυχισμένε μάρτυρα! Ὦ αὐτόπτη μάρτυρα τοῦ Μονογενοῦς! Εὑρισκόμενος στὴν γῆ εἶδες τὸν Υἱὸ τοῦ ἀνθρώπου νὰ στέκεται στὰ ὑψώματα τοῦ οὐρανοῦ. Εἶδες τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ Λόγο νὰ σοῦ προσφέρη οὐρανόθεν τὰ βραβεῖα. Ἐμεῖς ἐκπληττόμαστε βλέποντας τὸ θεοπρεπὲς καὶ φρικτὸ μαρτύριό σου. Ἀποροῦμε βλέποντας τὰ ὑπερκόσμια νὰ συναγωνίζονται τὰ γνωρίσματα τῆς ἀθανασίας. Οἱ οὐρανοὶ ἀνοίγουν δρόμο προετοιμάζοντας τὴν ἄνοδό σου. Οἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν παρατηροῦν τὴν λαμπρὴ δόξα τῶν παθημάτων σου. Ὁ ἀρχιστράτηγος τῆς εὐταξίας τοῦ οὐρανοῦ βλέπει ἀπὸ πάνω τὰ κατορθώματά σου. Ἐκπληττόμαστε, μακάριε, γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν καρτερία σου πρὸς τὸν Χριστό. Ὑποκλινόμαστε στὴν ὑπομονή σου. Προσκυνοῦμε τὸ μαρτύριό σου καὶ περιπτυσσόμαστε τοὺς ἄθλους σου. Ἐναγκαλιζόμαστε τὰ παθήματα. Δοξάζουμε τοὺς ἀγῶνες σου. Ἀνυμνοῦμε τὸν ἀγωνοθέτη. Εὐλογοῦμε αὐτὸν ποὺ ἐπιβραβεύει μὲ τὰ στεφάνια. Δοξάζουμε αὐτὸν ποὺ σοῦ χάρισε τὸ σθένος. Ἐπαινοῦμε αὐτὸν ποὺ σὲ δυνάμωσε. Ἱκετεύουμε νὰ καταταγοῦμε στὰ βασίλειά του. Παρακαλοῦμε μὲ τὶς πρεσβεῖες σου νὰ ἀπολαύσουμε τὴν συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν μας.
Ἐσένα, παναοίδιμε καὶ μακάριε, στρατιώτη τοῦ μεγάλου Βασιλιᾶ, ποὺ ὑπέμεινες τὸν θάνατο ὑπὲρ τῆς εὐσέβειας, σὲ περιμάζεψαν ἄνδρες ἀφιερωμένοι στὴν πίστι καὶ ἔθαψαν τὸ λείψανό σου σὲ τόπο κοντὰ στὴ νέα Ἱερουσαλήμ. Αὐτὸ ὅμως δὲν μποροῦσε νὰ τὸ ἀποκρύψη ἡ μνήμη τῶν αἰώνων. Ἤσουν θησαυρὸς πολυτελής, κρυμμένος στὴν γῆ, ἀλλὰ διέλαμπες στὸν οὐρανό. Γιαὐτὸν τὸ λόγο ἐμεῖς εἴμαστε μακάριοι, διότι ἀξιωθήκαμε νὰ κηρύξουμε τὴν φανέρωσί σου.
Ἡ δὲ εὕρεσι τοῦ εὐλογημένου λειψάνου σου ἔγινε μὲ τὸν ἑξῆς τρόπο. Αὐτὸ βρισκόταν σὲ ἕναν ἀγρὸ ποὺ ὀνομάζεται στὴν ἑβραϊκὴ γλῶσσα Παργαμαλᾶ. Καλυπτόταν ἐκεῖ ἀπὸ τὴν ἀχλὺ τῆς μνήμης τῶν χρόνων. Μὲ τὸ φεγγοβόλο ὅμως πνεῦμα σου ἔδινες φῶς στὴν λαμπάδα τῆς πίστεως. Τὸ μὲν χωματένιο σῶμα διαλύθηκε κατὰ τοὺς κοινοὺς νόμους τῆς φύσεως. Ὁ πυρσὸς ὅμως τοῦ μαρτυρίου ἄναβε συνεχῶς μὲ φεγγοβόλες ἀκτίνες κηρύττοντας τὰ λείψανα τοῦ δικαίου. Ἡ ἁρμονικὴ θέσι τῶν ὀστέων διέσωζε τὴν ἀθάνατη μνήμη τοῦ μάρτυρα, ὅπως λέγει στὴν Γραφή, «Φυλάξει Κύριος πάντα τὰ ὀστᾶ αὐτῶν, ἓν ἐξ αὐτῶν οὐ συντριβήσεται»(Ψαλμὸς 33,21). Ὁ τάφος εἶχε μία πλάκα ἀπὸ πάνω του, ποὺ ὁμοίαζε μὲ αὐτὲς ποὺ ἀναφέρονται στὴν Μωσαϊκὴ ἱστορία. Εἶχε δὲ καὶ ἐπιγραφὴ σὰν ἀπομίμησι τῆς ἐπιγραφῆς ποὺ ἦταν στὸν Δεσποτικὸ σταυρό. Ὅπως στὸν σταυρὸ ἡ ἐπιγραφὴ ἦταν γραμμένη μὲ γράμματα Ἑβραϊκά, Ἑλληνικὰ καὶ Ρωμαϊκά, ἔτσι καὶ ἐδῶ ἦταν χαραγμένο στὴν Ἑβραϊκὴ διάλεκτο τὸ ὄνομα τοῦ μάρτυρα, Χελιήλ, τὸ ὁποῖο ἑρμηνεύεται Στέφανος. Ἅρμοζε σαὐτὸν ποὺ ὑπέμεινε τὸ μαρτύριο γιὰ τὸν σταυρό, νὰ συντροφεύεται ἀπὸ τὰ σύμβολα τοῦ σταυρωθέντος.
Ὁ μακάριος Στέφανος λοιπὸν ἀποκάλυψε τὸν ἑαυτό του. Φώτισε σὰν πρωϊνὸ φῶς καὶ ἔλαμψε σαὐτοὺς ποὺ ἔβλεπαν τὶς φωτεινὲς ἀκτίνες του. Σὰν ἕνας πολύτιμος λίθος, ποὺ φωτίζει μὲ τὶς ἀκτίνες του, φανέρωσε τὸν ἑαυτό του. Ἐμφανίστηκε σὲ ἕναν πρεσβύτερο τοῦ τόπου, ποὺ ἦταν εὐσεβέστατος καὶ θεοφιλέστατος. Φανερώθηκε καὶ στὸν ἐπίσκοπο τῆς ἐνδόξου Ἱερουσαλὴμ Ἰωάννη, ποὺ εἶχε φρόνημα ὁσιακὸ καὶ ἔπραξε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τὸ ἴδιο φανερώθηκε καὶ στοὺς ἄλλους ἐπισκόπους, ποὺ καλλιεργοῦσαν τὴν εὐσέβεια. Ἐμφανίστηκε σαὐτοὺς ὁ μακάριος σὰν φωτεινὸς Ἄγγελος λέγοντάς τους γιὰ τὴν μεταφορὰ τοῦ λειψάνου του μὲ τὰ ἴδια λόγια, μὲ τὴν ἴδια μορφὴ καὶ τὴν ἴδια ὀπτασία στὸν καθένα. Ἀποτέθηκε τὸ λείψανο τοῦ μακαρίου σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Στεφάνου μπροστὰ ἀπὸ τὰ τείχη τῆς Ἱερουσαλήμ, ὅπου λιθοβολήθηκε καὶ ὑπέμεινε τὸν ἔνδοξο θάνατο ποὺ διηγοῦνται σὲ ὅλην τὴν οἰκουμένη καὶ ἔλαβε τὰ λαμπρὰ στεφάνια.
Ὁ Ἰουβενάλιος ποὺ διακοσμεῖ τὸν ἔνδοξο καὶ περίβλεπτο θρόνο τοῦ Ἰακώβου οἰκοδόμησε ναὸ ἐπάξιο τῆς μνήμης, τῶν κόπων του καὶ τῶν λαμπρῶν ἀγώνων τῆς Ἐκκλησίας. Σαὐτὸν διασώζεται ὁ λόγος, ὁ τρόπος, ὁ βίος, τὸ ἀμώμητο, τὸ ἔνδοξο καὶ τὸ φιλόθεο τοῦ Ἰακώβου. Τέλος εἶναι ἀκριβὴς ἀπομίμησι τῆς φιλοθεΐας τοῦ Ἰακώβου. Ὁ ἴδιος ξεκίνησε πρῶτος νὰ γιορτάζη τὴν ἔνδοξη, σωτηριώδη καὶ προσκυνουμένη Γέννησι τοῦ Κυρίου. Αὐτὴν θὰ φροντίζουν νὰ γιορτάζουν καὶ οἱ γενιὲς ποὺ θὰ ἔρχονται. Ἢ μᾶλλον θὰ ἀξιώνονται νὰ ἀπολαμβάνουν μὲ τὶς εὐχές του.
Ὦ καλλίνικε! Ὦ παναοίδιμε, πανευτυχῆ καὶ μακάριε. Ὦ μάρτυρα Στέφανε, ποὺ εὐωδιάζεις τὰ ἄνθη τῆς εὐσέβειας! Ὦ ἐργαστήριο τῶν ἀρετῶν! Ὦ πανδοχεῖο πνευματικῶν κατορθωμάτων! Ὦ ἥλιε, ποὺ ἀνατέλλεις τὸ πρωΐ! Διότι ἐνῶ ζοῦσες μὲ τοὺς ἀνθρώπους, ἔλαμπες δείχνοντας σημεῖα, τέρατα καὶ θεραπεῖες. Τιμωροῦσες τὶς ἐχθρικὲς δυνάμεις καὶ βασάνιζες μὲ τὴν ἐνέργειά σου τοὺς ἀνθισταμένους δαίμονες. Πρωτοστάτη τῶν μαρτύρων καὶ συνόμιλε τῶν Ἀποστόλων. Ἐπαινοῦμε τοὺς ἀγῶνες, ἀγκαλιάζουμε τὸν ἱδρῶτα τῶν κόπων καὶ καλλωπιζόμαστε μὲ τὸ μαρτύριό σου. Ὦ αὐτόπτη τοῦ Μονογενοῦς. Ὅταν ἄνοιξαν τὰ οὐράνια, εἶδες τὸν Υἱὸ τοῦ ἀνθρώπου νὰ στέκη στὰ δεξιὰ τῆς δόξας τοῦ Πατρός, ὅπως ἔπρεπε νὰ δῆ ὁ πρῶτος τῶν μαρτύρων. Ὅπως δὲ στοὺς Ὀλυμπιακοὺς ἀγῶνες οἱ ἀγωνοθέτες βραβεύουν νικητάς, ἔτσι καὶ ὁ μέγας ἀγωνοθέτης Χριστός, χάριν τοῦ ὁποίου ὁ Στέφανος ἀγωνίστηκε καὶ ὑπέμεινε τοὺς ἄθλους, στέκοντας ἀπὸ πάνω ἐθαύμαζε τὸν ἀθλητή του, τὸν ὁποῖο παρέλαβε ἐκπληττόμενος γιὰ τὶς ὑπομονές του, καὶ τοῦ ἀπέδωσε βραβεῖα καὶ στεφάνια.
Ὦ Στέφανε. Τὸ αἷμα σου ποὺ χύθηκε, καθάρισε τὴν γῆ ἀπὸ τὴν εἰδωλολατρία καὶ τὴν θολωμένη ἀτμόσφαιρα ἀπὸ τὰ φονικά. Κάθε τόπος ἁγιάζεται φωτιζόμενος ἀπὸ τὰ λείψανά σου. Ὁλόκληρη ἡ γῆ εὐλογεῖται ἀπὸ τὶς εὐλογίες σου καὶ γίνεται ὁλόλαμπρη! Ὦ λαμπρὸ μαρτύριο, ποὺ καταλάμπει μὲ τὸν ἥλιο τῆς δικαιοσύνης! Ἐσὺ ἀφοῦ κοπίασες, συμβασιλεύεις μὲ τὸν Βασιλιᾶ τῶν βασιλευόντων καὶ μὲ τὸν Κύριο τῶν κυριευόντων. Προσκυνοῦμε τὸ κράτος σου καὶ ὑπερυψώνουμε τὴν δύναμί σου. Σεβόμαστε τὸν δοτῆρα τῶν καλῶν, τὸν φωστῆρα, τὸν λυτρωτή, τὸν εὐεργέτη, τὸν ἄφθονο, τὸν φιλάνθρωπο, τὸν φιλόδουλο Δεσπότη, τὸν στέφανο τοῦ Στεφάνου. Αὐτῷ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.
Ὢ πόσο πάλεψε ὁ πολυμήχανος διάβολος, ἡ ρίζα τῆς ἁμαρτίας καὶ σύμβουλος τῆς παραβάσεως! Ὁλόκληρη τὴν θάλασσα ἔφερε ἐναντίον τοῦ δικαίου. Ἀκόνησε τοὺς Ἰουδαίους καὶ τάραξε τὴν πικρία τῶν εἰδωλολατρῶν. Ἐξόργισε τοὺς Φαρισαίους, γιὰ νὰ φονεύσουν τὸν μακάριο. Ἄλλοι ἔρριχναν λίθους κι ἄλλοι πληγώνοντας ἔσερναν ἔξω ἀπὸ τὰ τείχη τῆς πόλεως τὸν ἑκούσιο ἀθλητή, τὸν ἀνίκητο στρατιώτη, τὸν πολεμικὸ στόλο, τὸν προμαχώνα, τὸν κυματοθραύστη τῆς εὐσεβείας. Ὁ ἀρχέκακος διάβολος τὰ πάντα μηχανεύτηκε. Σήκωσε σύννεφο σκόνης καὶ θύελλα. Συγκάλεσε λεγεῶνες δαιμόνων, γιὰ νὰ ἀλλάξη τὴν διάθεσι τοῦ μάρτυρα, νὰ τὸν μεταθέση ἀπὸ τὴν εὐσέβεια καὶ νὰ τὸν ἀπομακρύνη ἀπὸ τὴν ἐν Χριστῷ ὁμολογία. Ἀλλὰ ὁ ἀκάματος Στέφανος δὲν νικήθηκε. Δὲν ὑποχώρησε ὁ πολυκουρασμένος. Δὲν ἀποσβολώθηκε ὁ μάρτυρας. Δὲν ἀρνήθηκε τὴν εὐσέβεια ὥσπου ἔφθασε στὸ μαρτύριο. Ἀντιστάθηκε πρὸς τὴν ἁμαρτία. Αὐτὸ ἐρέθισε πολὺ τὸν ἀρχέκακο δαίμονα, ὥστε νὰ πολεμήση μὲ τὸν μάρτυρα, γιὰ νὰ ὀρθώση σὰν τεῖχος τὸν φόβο τῶν βασανιστηρίων καὶ νὰ τὸν ἀναγκάση ὥστε νὰ ἀρνηθῆ τὸν Χριστὸ προτιμώντας τὴν ἀπόλαυσι τῆς παρούσας ἀντὶ τῆς αἰωνίου ζωῆς. Ὁ διάβολος ἔρριξε πάνω του τὴν τρικυμία, ἀλλὰ δὲν μπόρεσε νὰ μετακινήση τὸν βράχο. Ἔρριξε πάνω του ὅπλα, ἀλλὰ δὲν πλήγωσε τὸν στρατιώτη. Τόξευσε μὲ πυρωμένα βέλη, ἀλλὰ δὲν κατέβαλε τὸν γενναῖο. Χτυπιοῦνταν, ἀλλὰ δὲν νικιοῦνταν. Τίναξε ὁλόκληρο τὸ δένδρο, ἀλλὰ δὲν ἄγγιξε οὔτε ἕναν καρπό. Κομματιάσθηκε τὸ σῶμα, ἀλλὰ ἡ πίστι ἔγινε ἀνδρειοτάτη. Τὸ αἷμα χυνόταν καὶ ἡ πίστι ἐπήγαζε.
Εἶδες, φιλόθεε, προετοιμασμένο στρατιώτη; Εἶδες βράχο ἀκίνητο; Εἶδες τεῖχος ἀσάλευτο; Εἶδες καρπὸ ποὺ μεγάλωνε συνεχῶς; Εἶδες πύργο νὰ μὴν μποροῦν νὰ τὸν διαρρήξουν; Εἶδες τὸν Θεὸ δοξαζόμενο; Εἶδες τὸν ἀνίκητο νὰ στεφανώνεται; Εἶδες τὸν ὁμολογητὴ νὰ χαίρεται; Εἶδες τὸν μάρτυρα νὰ ἀνακηρύσσεται; Εἶδες τὸν στεφανωμένο νὰ στεφανώνεται;
Αὐτὸς εἶναι ὁ Στέφανος. Ὁ ἔξαρχος τῶν μαρτύρων, ἡ κορυφὴ τῶν ὁμολογητῶν, ἡ ἀκρόπολι τῶν ἀθλητῶν, τὸ στήριγμα τῶν ἀγωνιζομένων, τὸ ὑπόδειγμα τῶν μαχομένων μὲ τοὺς ἄγριους δαίμονες, ἡ ὀχυρὴ πόλι, τὸ ἀρραγὲς τεῖχος, τὸ ἀσφαλὲς λιμάνι, τὸ καλλώπισμα τῶν θεοοφιλῶν, τὸ καταφύγιο τῶν εὐλαβῶν, ἡ ἀσφάλεια τῶν νικητῶν, ἡ ἀνόρθωσι τῶν πεσμένων καὶ τὸ μαστίγιο τῶν δαιμόνων.
Ὦ ἀθάνατε μάρτυρα. Μεγάλο εἶναι τὸ ἐν Χριστῷ καύχημά σου. Πολλὴ ἡ παρρησία καὶ ἡ πεποίθησί σου. Ὅλη ἡ οἰκουμένη καλλωπίζεται μὲ τὰ παθήματά σου. Εἶσαι ἰατρεῖο τῶν ἀσθενῶν καὶ καταφύγιο τῶν ἁμαρτωλῶν. Δὲν ὑπάρχει τόπος, οὔτε χώρα, οὔτε ἔθνος, οὔτε τὸ πιὸ ἔσχατο σημεῖο, ποὺ νὰ μὴ δέχτηκε τὶς εὐεργεσίες σου. Δὲν ὑπάρχει ξένος, ἢ γηγενής, ἢ βάρβαρος, ἢ Σκύθης, ὁ ὁποῖος μὲ τὶς πρεσβεῖες σου νὰ μὴν αἰσθάνεται τὰ καλλίτερα. Πολὺ ταιριαστὰ σὲ στόλισε ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου ποὺ ἔπαθε γιὰ μᾶς. Ἀφοῦ δυνάμωσε τὸ νεῦρο τῶν αἰσθητηρίων τῆς προθυμίας σου σὲ συναρίθμησε μὲ τοὺς Ἀγγέλους καὶ τὶς ἀσώματες δυνάμεις. Σὲ κατέταξε στὴν στρατιὰ τοῦ οὐρανοῦ. Ἐσὺ λάμπεις περισσότερο ἀπὸ τὸν ἥλιο. Φωτίζεις κι ἐσὺ ἀνάμεσα στὰ ἄστρα καὶ οἱ ἀκτίνες τῶν κατορθωμάτων σου εἶναι λαμπρότερες. Μέχρι σήμερα τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀκολουθεῖ τὶς ἀρετές σου καὶ καλλωπίζεται μὲ τὰ στεφάνια τοῦ μαρτυρίου σου. Εἴτε αὐτοὶ εἶναι Πατέρες, εἴτε εἶναι προφῆτες, εἴτε ὁ λαμπρὸς χορὸς τῶν Ἀποστόλων, ἂν ἔδειξαν στὴν πορεία τους κάτι γενναῖο στὰ παθήματα, ὅλοι μιμοῦνται ἐσένα. Ὅλα τὰ εἶχες στὸν ἑαυτό σου μὲ τόσην ὑπερβολή, μὲ ὅσην κανεὶς ἀπὸ ἐκείνους ὅλους δὲν εἶχε ἀποκτήσει ἕνα ἀπ’ αὐτά. Ἐσὺ ἄνοιξες τὰ στάδια τῆς σωτηρίας. Ἔδειξες ὅτι πρέπει νὰ δείχνουμε μέχρι τὸ μαρτύριο τοὺς πόθους μας γιὰ τὸν Χριστό.
Ὦ διδάσκαλε, τῶν μετὰ ἀπὸ σένα ἀγωνιστῶν! Ὦ ἀμάραντο ἄνθος! Ὦ εὐωδιαστὸ μύρο! Ὦ πηγὴ κρυστάλλινη! Ὦ Εὐφράτη ποταμέ, ποὺ πηγάζεις τὰ ὁλογάργαρα νερά, ποὺ βοηθᾶς τοὺς ὁδοιπόρους, συμπαραστάτη τῶν ξενητεμένων, ἐλευθερωτὴ τῶν αἰχμαλώτων καὶ σωτήρα τῶν φυλακισμένων. Ἐσὺ εἶσαι τὸ γαλήνιο καὶ ἀτάραχο λιμάνι τῶν πλεόντων. Εἴθε νὰ ἀπαλλάττης ὅσους εἶναι μέσα σὲ πάθη. Νὰ θεραπεύης τὸν ἀσθενῆ. Νὰ ἐπιτιμᾶς τοὺς δαίμονες καὶ νὰ λυτρώνης ὅσους ἐνοχλοῦνται. Ὅταν σὲ μνημονεύουν, σπεύδεις καὶ λυτρώνεις. Φωτίζεις τοὺς σκοτισμένους, γίνεσαι γνωστὸς σὲ ὅσους σὲ ἀγνοοῦν καὶ ἐμφανίζεσαι σὲ ὅσους σὲ γνωρίζουν. Δυναμώνεις αὐτὸν ποὺ εἶναι ὄρθιος πνευματικὰ καὶ βοηθᾶς νὰ σηκωθῆ αὐτὸν ποὺ ἔπεσε. Πρεσβεύεις γιὰ τὸν ἁμαρτωλό, ἔχεις παρρησία πρὸς τὸν Θεό, ἔχεις κτῆμα σου τὴν πεποίθησι πρὸς τὸν Χριστὸ καὶ παρρησιάζεσαι μὲ τὴν δύναμι τοῦ ἁγίου Πνεύματος.
Γιαὐτὸ κι ἐμεῖς ποὺ γράψαμε αὐτὰ τὰ λίγα, ἀλλὰ ποὺ εἶναι μεγάλα ἐξ αἰτίας τοῦ μαρτυρίου σου, σὲ παρακαλοῦμε νὰ πρεσβεύης πρὸς τὸν κοινὸ Δεσπότη γιὰ τὰ ἁμαρτήματά μας. Σαὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμι εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.