-Νέπε Γιάννε, έλα κάθησε.
-Έρχουμαι Χάμπο. Έρχουμαι. Που αλλού θα πάω; Χάμπο, μήπως να πίνουμε ένα τσίπουρο που πήγε αργά για καφέδες;
-Και δεν πίνουμε Γιάννε; Και ένα και δύο αν θελτς.
-Ορεξάτο σε βλέπω Χάμπο. Πετράκη…δύο τσίπουρα και μεζέ!
-Γιατί όχι Γιάννε; Με τη στενοχώρια δεν κάνουμε τίποτα.
-Δίκιο έχεις Χάμπο. Γιατί, τι είναι η ζωή; Καλή παρέα, να πεις δύο κουβέντες, υγεία και καλή καρδιά!
-Σωστά Γιάννε. Όλα αυτά σωστά! Αλλά είναι και κάτι άλλο που έχει πιο αξία!
-Τι είν’ αυτό Χάμπο που το λησμόνησα;
-Είναι ο φίλος Γιάννε. Ο φίλος είναι!
-Κοίτα να δεις σε τι σφάλμα έπεσα. Πρέπει να με δικάσεις!
-Όχι κι έτσι βρε Γιάννε. Εντάξει, μία παράλειψη είναι.
…….
-Τα τσίπουρα και ο μεζές…
-Να ‘σαι καλά Πετράκη. Γεια μας…
-Γεια μας Χάμπο. Χάμπο, έχεις δίκιο! Ο φίλος είναι πάνω απ’ όλα. Μεγάλη παράλειψη η αξία της φιλίας σου Χάμπο!
-Δε με λες Γιάννε; Τώρα αυτό το λες αλήθεια, ή μήπως επειδή είμαι γω μπροστά;
-Ά, βρε Χάμπο. Πόσα χρόνια είμαστε φίλοι; Θυμάσαι καθόλου;
-Γιάννε, εγώ ήρθα με τους γονείς μου, απ’ το Ριζάρι, καλοκαίρι του 1966. Πρώτη γυμνασίου θα πήγαινα το Σεπτεμβρη του ‘66. Βάλε τώρα…
-Πενήντα τρία χρόνια Χάμπο. Πενήντα τρία χρόνια φίλοι.
-Εσύ κακώς βγήκες στη σύνταξη Γιάννε. Το μυαλό σου δουλεύει ξυράφι ακόμα. Πατ – κιουτ τις κάνεις τις πράξεις.
-Έι, Χάμπο. Κι όμως, τα χρόνια περάσαν!
-Έτσι είναι Γιάννε, όμως αυτό έχει ένα κακό, έχει κι ένα καλό.
-Για πες Χάμπο. Είμαι έτοιμος ν’ ακούσω τη φιλοσοφία σου.
-Το Κάκο είναι πως τα χρόνια πέρασαν και φύγαν και γίναμε εξήντα φεύγα…
-Και το καλό;
-Το καλό είναι πως προλάβαμε να γίναμε εξήντα φεύγα και συνεχίζουμε. Άλλοι έφυγαν νωρίς…
-Να τολμήσω κι εγώ μια φιλοσοφία Χάμπο;
-Το ρωτάς Γιάννε; Εσύ, ο δέσκαλον κι αν έχεις δικαίωμα να φιλοσοφείς.
-Έχει κι άλλο ένα καλό που πέρασαν τα πενήντα τρία χρόνια.
-Ναι ε; Και ποιο είναι αυτό Γιάννε;
-Αυτό είν’ Χάμπο που είμαστε, όλα αυτά τα πενήντα τρία χρόνια, φίλοι!
-Τότε εβίβα!
-Εβίβα!