Εβδομήντα πέντε χρόνια έχουν περάσει από την αποφράδα εκείνη ημέρα, 23 Απριλίου 1944, κατά την οποία οι Γερμανοί κατακτητές και οι ντόπιοι συνεργάτες τους, ολοκαύτωσαν την όμορφη Κατράνιτσα, εκτελώντας εν ψυχρώ αμάχους, δολοφονώντας αδιακρίτως άνδρες, καίγοντας μέσα στους αχυρώνες γυναικόπαιδα, κατασφάζοντας ακόμα και μια λεχώνα με τα δυο νεογέννητά της. Το ολοκαύτωμα των κατοίκων και η πυρπόληση των σπιτιών και των άλλων υποδομών της αποτελεί ύβρη – με την αρχαιοελληνική σημασία της λέξης – κατά της ανθρωπότητας. Γιατί τέτοια αποτρόπαια εγκλήματα όταν εναντίον οιωνδήποτε ομάδων ανθρώπων εκτελούνται, ύβρεις κατά της ανθρωπότητας λογίζονται.
Ο συνολικός αριθμός των εκτελεσμένων παραμένει ακόμα αδιευκρίνιστος, γιατί καμία επίσημη έρευνα δεν έγινε ή δεν είδε ακόμα το φως της δημοσιότητας. Το γεγονός αυτό αποτελεί όνειδος για τους επιζήσαντες και τους απογόνους των – μηδέ του γράφοντος εξαιρουμένου – και ύβριν απέναντι στους νεκρούς. Για σαράντα, περίπου, χρόνια ο αριθμός των θυμάτων που αναφέρονταν στις εκδηλώσεις από την Κοινότητα Πύργων ήταν ο αριθμός «τριακόσιοι δεκαοχτώ». Ο αριθμός αυτός ταίριαζε απόλυτα με τον αριθμό των τριακοσίων δεκαοχτώ θεοφόρων πατέρων της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου. Έτσι και με την ευλογία του τότε μητροπολίτη Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας, μακαριστού π. Αυγουστίνου Καντιώτη όχι μόνον καθιερώθηκε ο αριθμός αυτός για τους νεκρούς, αλλά μετατέθηκε αυθαίρετα και η ημερομηνία για την Κυριακή των θεοφόρων πατέρων (την έβδομη Κυριακή από το Πάσχα εορτάζεται από την Εκκλησία η εν Νικαία πρώτη Οικουμενική Σύνοδος και η μνήμη των τριακοσίων δεκαοκτώ θεοφόρων πατέρων). Έτσι προέκυψε ο αριθμός των 318 για τα θύματα, ο οποίος έκτοτε καθιερώθηκε από την Κοινότητα Πύργων και αργότερα από τον Δήμο Βερμίου. Ωστόσο στα μέσα της περασμένης δεκαετίας μία από τις καταστάσεις των νεκρών που πήρε ο γράφων από την κοινότητα ανέβαζε τον αριθμό στους 341, ενώ νεόκοποι ενασχολούμενοι με το γεγονός ανέβαζαν βαθμιαία τους νεκρούς στους 350 για να τον σταθεροποιήσουν τα λίγα τελευταία χρόνια στους 360!!!
Είναι νομίζω καιρός να σταματήσει αυτός ο κουτοπόνηρος, επιπόλαιος και ανιστόρητος «πλειστηριασμός» των νεκρών μας. Στον κατάλογο έχουν «παρεισφρήσει» και ονόματα ανθρώπων οι οποίοι εκτελέστηκαν μήνες αργότερα και όχι από τους Γερμανούς ή τους συνεργάτες τους, ακόμη και ανθρώπου ο οποίος πέθανε τον Οκτώβρη του 1944 από φυσικό θάνατο. Δεν ωφελεί κανέναν και σε τίποτε η «λαθροχειρία» αυτή. Ούτε ο μικρότερος αριθμός των θυμάτων μειώνει την αγριότητα του ειδεχθούς και αποτρόπαιου εγκλήματος το οποίο διαπράχθηκε σε βάρος των προγόνων μας. Ίσα ίσα αμαυρώνει τη μνήμη των πραγματικών θυμάτων του Ολοκαυτώματος, εκθέτοντας ταυτόχρονα τους απογόνους απέναντι σε κάθε διεκδικητικό αίτημα. Είναι καιρός να επιδειχθεί σωφροσύνη και σοβαρότητα και έρευνα επιστημονική. Υπάρχουν πια τρομερές δυσκολίες για την έρευνα, όπως η καταστροφή των αρχείων της Κοινότητας Πύργων και η απώλεια όλων εκείνων οι οποίοι θα μπορούσαν να δώσουν πληροφορίες, παρόλα αυτά είναι επιτακτική ανάγκη να πραγματοποιηθεί. Επιπροσθέτως και η ημερομηνία τέλεσης του μνημοσύνου των προσφιλών μας νεκρών πρέπει να πάψει να αποτελεί «κινητή εορτή» και να τελείται κατά το δοκούν ή όποτε βολεύει κάποιους (φέτος θα πραγματοποιηθεί στις 12 Μαΐου). Το ολοκαύτωμα των Πύργων και η Ιερή Μνήμη των πεφιλημένων νεκρών μας πρέπει να τελείται στις 23 Απριλίου απαρέγκλιτα και να μπαίνει στο επίσημο Καλεντάρι των εκδηλώσεων της Μητρόπολης, του Δήμου και της Περιφέρειας.
Στο σημερινό μας σημείωμα, θέλοντας να γνωστοποιήσουμε στο ευρύ κοινό και άλλες πράξεις βαρβαρότητας των Γερμανών κατακτητών εις βάρος αμάχων, δημοσιεύουμε το συγκλονιστικό γεγονός, το οποίο έλαβε χώρα το 1943 στον Τρίλοφο Κατερίνης και διέσωσαν ο Ευθύμιος Χαλκίδης και ο Μιλτιάδης Τερζόπουλος στο βιβλίο τους «Παπα – Λόχερ Απολογήσου», εκδόσεις Δρόμων 2011. Το βιβλίο αποτελεί σημαντική μαρτυρία και εξαιρετικό ντοκουμέντο για τις ναζιστικές θηριωδίες, εκτελέσεις και βαρβαρότητες που διέπραξε στην περιοχή της Κατερίνης και στο χωριό Τρίλοφος, ένας ιερωμένος, ο ευαγγελικός ιερέας Benjamin G. Locher, υπαξιωματικός την εποχή εκείνη της γερμανικής Μυστικής Στρατιωτικής Αστυνομίας (GFP) και διοικητής της Γκεστάπο Κατερίνης το 1943-1944 επικεφαλής ναζιστικών ορδών και ελλήνων ταγματασφαλιτών συνεργατών τους.
Το απόσπασμα από ένορκη εξέταση του τότε διοικητή Χωροφυλακής Κατερίνης που ακολουθεί, δίνει μια ζοφερή εικόνα της τότε πραγματικότητας: «Τα μέσα του μηνός Νοεμβρίου ’43 ετοποθετήθην εις την Διοίκησιν Χωροφυλακής Κατερίνης ως Διοικητής αυτής. Εκεί συνήντησα τον ανωτέρω Λόχερ, ο οποίος ήτο Διοικητής Γκεστάπο Κατερίνης, εις τον οποίον επαρουσιάσθην άμα τη αφίξει μου κατόπιν διαταγής του…
»Έχω προσωπικήν αντίληψην των βασανιστηρίων και των φόνων, διότι την επομένην μεμονωμένης ή ομαδικής εκτελέσεως πολιτών ανευρίσκαμε τα πτώματα ακρωτηριασμένα με αποκομμένα τα ώτα, την ρίνα και τριχοτομημένα δια μαχαίρας τα δάχτυλα των χεριών, εις τρόπον ώστε ο όνυξ να ομοιάζει με τοιούτον όρνιθος. Συγκεκριμένως, μετά από κάθε εκτέλεση διέδιδον οι εκτελεσταί εις την ταβέρναν ότι τον εκτελεσθέντα τον έκαναν όρνιθα…
»Είναι ο κύριος υπεύθυνος των εκτελέσεων αίτινες εγένοντο εις την περιφέρειαν Κατερίνης και Γουμενίσσης, καθώς και του βιασμού πολλών γυναικών και κοριτσιών της Κατερίνης καίτοι εις τον πολιτικόν του βίου είχε το επάγγελμα του πάστορος. Άλλο δεν έχω να προσθέσω και γράμματα γνωρίζω».
(Θεσσαλονίκη τη 9η Ιουνίου 1945)
Παπα – Λόχερ απολογήσου…
Τρίλοφος Πιερίας, νύχτα της 17ης Ιουλίου 1943. Αιφνιδιαστικά οι γκεσταπίτες του γερμανού επιλοχία Λόχερ μπήκαν στο χωριό Τρίλοφος. Μέχρι να χαράξει η μέρα, είχαν καταφέρει να μαζέψουν όλους όσοι δεν πρόλαβαν να τρέξουν να σωθούν στις γύρω ρεματιές. Τράβηξαν ξέχωρα τους άντρες του χωριού. Ο Βενιαμίν Λόχερ άρχισε να διαβάζει τη λίστα του θανάτου.
«Κώστας Παπάζογλου, Γιάννης Παπάζογλου, Μιχάλης Παπάζογλου…».
Ο μπαρμπα – Παναγιώτης Παπάζογλου φορούσε ακόμη στο πέτο το πένθος για το μεγάλο του γιο Νίκο, που είχε σκοτωθεί στην Αλβανία. Εκείνο το πρωινό του Ιούλη θα θρηνούσε, αλίμονο, και για το χαμό των τριών παιδιών που του είχαν απομείνει.
Δυο φορές προσπάθησε να σώσει τη ζωή τους. Όταν ο γερμανός επιλοχίας της Γκεστάπο, ο Βενιαμίν Λόχερ, πρόσταξε τον Γιάννη και τον Μιχάλη να κλωτσήσουν το κοφίνι κάτω από τα πόδια, όπου έστεκε με τη θηλιά στο λαιμό ο αδελφός τους Κώστας, ο μπαρμπα -Παναγιώτης ικέτεψε να πάρει τη θέση του στην κρεμάλα. Ο Λόχερ τον έσπρωξε βάναυσα προς το πλήθος. Ένας στρατιώτης του κλώτσησε τελικά το κοφίνι, μπρος στα έκπληκτα και τρομαγμένα μάτια των χωριανών.
Ο 22χρονος Γιάννης και ο 17χρονος Μιχάλης στέκονταν σε λίγο, μαζί με άλλους δέκα συγχωριανούς τους, μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα. Ο μπαρμπα – Παναγιώτης και η γυναίκα του έπεσαν και πάλι στα πόδια του Λόχερ, εκλιπαρώντας τον να τους χαρίσει τουλάχιστον έναν γιο. «Όποιον να ’ναι», έκλαιγε ο γέροντας, «έναν τουλάχιστον και μπαίνω εγώ στη θέση του».
«Αν ήσουν καλός πατέρας, δεν θα γεννούσες τέτοια παιδιά», στρίγκλισε ο γερμανός επιλοχίας, που ήταν μάλιστα και θεολόγος!
Πολλές φορές, άλλωστε, στο παρελθόν ο Λόχερ κατηγορήθηκε για πολλές ακόμα δολοφονίες αμάχων και εμπρησμούς χωριών της Πιερίας. Όταν μάλιστα γύρισε στη Γερμανία έγινε και παπάς!
Χρόνια μετά, ο Κατερινιώτης γιατρός Μιλτιάδης Τερζόπουλος» έψαξε και τον βρήκε, τον Οκτώβρη του 1982, στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας, όπου υπηρετούσε την Εκκλησία του Χριστού(!) ως εκκλησιαστικός σύμβουλος. Αρνήθηκε τη συμμετοχή του σε εκτελέσεις αμάχων.
«Ούτε φόνευσα, ούτε κακοποίησα κανένα», είπε. «Οι τύψεις συνειδήσεώς μου προέρχονται από το γεγονός πως εμείς, ως γερμανική μεγάλη δύναμη, επιτεθήκαμε σε ένα μικρό λαό και του δημιουργήσαμε καταστροφές». Και ζήτησε απλά…άφεση αμαρτιών.
Τον επόμενο χρόνο, το 1983, ο παπα – Λόχερ έστειλε στον Τρίλοφο επιστολή συγγνώμης. Όμως, ο γερο – Παναγιώτης, με τα τέσσερα πένθη στο πέτο και τα χαμένα λογικά, δεν ζούσε πια.
[1] Ο Στάθης Ταξίδης είναι δάσκαλος – συγγραφέας, αρχισυντάκτης του βραβευμένου από την Ακαδημία Αθηνών περιοδικού «Ποντιακή Εστία», το οποίο εκδίδει από το 195ο το σωματείο «Παναγία Σουμελά».