Η Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης, έχοντας ως πρόδρομο τη σχολική βιβλιοθήκη, η οποία υποθέτουμε συγκροτήθηκε κατά την περίοδο 1676-1679, όταν δίδαξε στην Κοζάνη πρώτος δάσκαλος ιερομόναχος Γρηγόριος Κονταρής, διαθέτει 400 και πλέον χειρόγραφους κώδικες (κυρίως μεταβυζαντινούς), 387 αρχειακούς κώδικες από το 1745 και εξής, καθώς και μερικές δεκάδες χιλιάδες έγγραφα. Επίσης, διαθέτει μεγάλη συλλογή αρχετύπων, παλαιτύπων και εντύπων ώς το 1912. Το ιστορικό αυτό υλικό, αρχεία, χειρόγραφα, έντυπα είναι βέβαια ανεκτίμητης αξίας, κυρίως διότι διασώζει την ιστορία της Κοζάνης και της περιοχής, αλλά και της Δυτικής Μακεδονίας καθώς και του Νέου και Νεώτερου Ελληνισμού.
Α. Επιστημονική έρευνα: Πώς διαχειρίζομαι ένα τόσο σημαντικό Αρχείο, το σημαντικότερο θα ισχυριζόμουνα που κατέχει κάποια Ιστορική Βιβλιοθήκη. Ως προς τα χειρόγραφα, απαιτείται είναι ένας μοντέρνος Περιγραφικός Κατάλογος όλων των χειρογράφων. Αυτό το πρόγραμμα ξεκίνησε στη Βιβλιοθήκη εδώ και έναν χρόνο. Έτσι, μαζί με τον δρ. βυζαντινής φιλολογίας Δ. Σκρέκα, αναλάβαμε την περιγραφή των πρώτων 100 χειρογράφων. Η εργασία βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο, και ελπίζουμε σε μερικούς μήνες να ολοκληρωθεί. Έπονται βέβαια άλλα 300 και πλέον χειρόγραφα, ενώ η εκπόνηση Καταλόγου είναι χρονοβόρα εργασία. Σημειωτέον ότι, όταν αναφερόμαστε σε Κατάλογο χειρογράφων, εννοούμε έναν επιστημονικό αναλυτικό κατάλογο με όλα τα παλαιογραφικά και κωδικολογικά στοιχεία, και όχι μια βιβλιοθηκονομική ή αρχειονομική ταξινόμηση τεκμηρίου. Μια επιπλέον εργασία με τα χειρόγραφα θα πρέπει είναι μία έκδοση με «Πίνακες χρονολογημένων χειρογράφων» και μία δεύτερη με «Αντιγραφείς των χειρογράφων της Βιβλιοθήκης». Επειδή οι δύο ανωτέρω εργασίες δεν προβλέπονται στο άμεσο ούτε στο προσεχές μέλλον, Κατάλογο χειρογράφων που εκδίδουμε θα καταβάλουμε προσπάθεια να δημοσιεύσουμε αρκετά facsimiles, ώστε να καλύψουμε αυτό το desideratum σε κάποιον βαθμό.
Στα έντυπα η επιστημονική έρευνα είναι ελαφρώς ευκολότερη, καθώς διαθέτουμε Εθνικούς Καταλόγους με τις ελληνικές εκδόσεις ώς το 1900, ώστε να γίνεται εύκολα η ταυτοποίηση. Επίσης, ο χαλκέντερος έφορος της Βιβλιοθήκης Ν. Δελιαλής είχε εκδώσει δύο καταλόγους με έντυπα της Βιβλιοθήκης. Προφανώς θα πρέπει να γίνει νέος Κατάλογος, όχι βιβλιοθηκονομική τεκμηρίωση, ο οποίος θα περιλάβει οπωσδήποτε και σημειώματα κτητορικά, ενθυμήσεις των εντύπων κ.ά., καθώς και στοιχεία για το δέσιμο του βιβλίου.
Τα έγγραφα είναι μεγάλος «πονοκέφαλος», αλλά είναι τα πιο σημαντικά για την Τοπική Ιστορία. Εκκινούν από τον 17ο αι. ώς τη μεταπολεμική εποχή. Ο Αντ. Σιγάλας έκανε μια πρώτη λίστα το 1939, ενώ στο Πρόγραμμα ψηφιοποίησης/τεκμηρίωσης της Βιβλιοθήκης υπάρχουν αρκετά στοιχεία, εν είδει Περιλήψεων/Regestes, αν και γενικά το Πρόγραμμα παρουσιάζει αρκετά προβλήματα, και ιδιαίτερα εύρεσης και ανάρτησης εγγράφων. Το πρόβλημα με τα έγγραφα είναι ο μεγάλος όγκος 70.000 λυτά και 387 αρχειακοί κώδικες. Θα χρειαζόταν ένα μεγάλο σοβαρό πρόγραμμα με Regestes. Θα προτιμούσα τα παλαιότερα έγγραφα, ώς το 1850, να εκδοθούν in extenso. Τα μεταγενέστερα είναι σχετικά ευανάγνωστα και μια απλή ανάρτηση στο Διαδίκτυο θα αρκούσε.
Μετά την επιστημονική έρευνα χειρογράφων, εγγράφων και εντύπων, μπορεί να εκδοθεί ένας τόμος με τους «Θησαυρούς της Βιβλιοθήκης», που θα περιέχει τον ‘αφρό’, τα ‘καλύτερα’ τεκμήρια και για το ευρύ κοινό. Η έκδοση αυτή είναι έτοιμη και αναμένεται να τυπωθεί. Εδώ δηλ. έγινε πρωθύστερα η εργασία των Θησαυρών. Προσωπικά, είχα προτείνει έκδοση «Οδηγού της Βιβλιοθήκης», ώστε να επακολουθήσει ο τόμος των Θησαυρών, αφού θα είχε προχωρήσει η επιστημονική έρευνα. Για παράδειγμα, στον Κατάλογο χειρογράφων που εκπονούμε έχουμε ταυτίσει κείμενα από αδήλους συγγραφείς με κείμενα των Ανθρακίτη, Δαμοδού, Βούλγαρη, Ψαλίδα και άλλων σημαντικών λογίων, επίσης χειρόγραφα γραμμένα από γνωστούς Κοζανίτες λογίους. Αυτά τα ευρήματα όμως δεν είναι ακόμη δημοσιευμένα, ώστε δεν θα περιέχονται στους Θησαυρούς. Βέβαια, η έρευνα γενικά των Αρχείων προχωρεί αργά, γι’ αυτό και κατανοώ τη σπουδή για μια έκδοση Θησαυρών, δεδομένων και των συνθηκών. Αργότερα, μπορεί να εκδοθεί κάτι μεγαλύτερο, πλουσιότερο και ακριβέστερο, με μικρότερα κενά, αφού θα υπάρχει και ακριβής επιστημονική έρευνα.
Β. Εκπαιδευτική χρήση: Πριν από τις προτάσεις μου για την εκπαιδευτική χρήση (προτάσεις υπάρχουν πολλές και «δεν κομίζω γλαύκα εις Αθήνας»), θα σταθώ σε τρία βασικά σημεία: (α) τον Πομπό (Βιβλιοθήκη), Ο οποίος παρουσιάζει (β) το ιστορικό υλικό (γ) στον Δέκτη (Χρήστη/Κοινό). Πέρα όμως από αυτά τα τρία στοιχεία, το βασικότερο είναι όχι το μέσον (τα Αρχεία με τη γενική έννοια), αλλά ποιο είναι το μήνυμα, δηλαδή ποιος είναι ο στόχος κάποιας παρουσίασης στο Κοινό. Ολοκληρωμένο το desideratum της εκπαιδευτικής χρήσης είναι: Ποιος είναι έχει την ιδέα και την ικανότητα, μέσω των Αρχείων, να παρουσιάσει όχι κάποια ωραία ιστορία, ένα όμορφο αφήγημα, αλλά την ίδια την Ιστορία (ενν. πτυχές) σε ποιο επίπεδο κοινού, αναλόγως μόρφωσης και ενδιαφέροντος.
Την ιδέα, όχι το ‘στόρυ’ αλλά κάποια πτυχή της Ιστορίας, χρησιμοποιώντας τα αντίστοιχα τεκμήρια ως εργαλεία, μπορεί να την έχει κυρίως ένας παλαιογράφος, φιλόλογος, ιστορικός, συντηρητής κ.λπ. πρωτίστως. Το προσωπικό της Βιβλιοθήκης θα πρέπει να εκπαιδευθεί τόσο στην παλαιογραφική-κωδικολογική παρουσίαση, όσο και στην εξιστόρηση των γεγονότων που προκύπτουν από τα Αρχεία. Αν δείχνουμε σε όποιο Κοινό ένα όμορφο βιβλίο ή έγγραφο μόνον και μόνο να ακουστεί ένα «Αχ τι ωραίο», δεν κάνουμε τίποτε. Πίσω από την εικόνα κρύβεται το διά ταύτα. Και πολλές φορές η εικόνα δεν είναι καθόλου εντυπωσιακή, αλλά κρύβει σπάνιες πληροφορίες. Για παράδειγμα, ο κώδ. 127 (olim 124) δεν έχει καμιά εικόνα, μόνον ‘γράμματα’, αλλά περιέχει στοιχεία για την ιστορία της Κοζάνης. Ο μεγάλος φιλόλογος Καλινδέρης ταύτισε τον γραφέα με τον Χαρίσιο Μεγδάνη, και έμμεσα χρονολόγησε το χειρόγραφο στις αρχές του 19ου αιώνα. Είναι η παλαιότερη πηγή και η πλέον σημαντική για την ιστορία της Κοζάνης. Αντίθετα, ο κώδ. 149 (olim 146) του 18ου αι. έχει πανέμορφες μικρογραφίες από τους Αγίους Τόπους, αλλά ο γραφέας είναι τελείως ανορθόγραφος και το κείμενο με μικρή σημασία. Όλα έχουν αξία, αλλά πρέπει πρώτα να ξέρουμε το υλικό, πώς θα το παρουσιάσουμε, αλλά κυρίως τι θα παρουσιάσουμε και σε ποιους, χρησιμοποιώντας τα Αρχεία.
Η εκπαιδευτική χρήση μπορεί να περιλαμβάνει θεματικές Εκθέσεις, Ημερίδες, σεμινάρια εργασίας ή και τα δύο μαζί, ή απλώς μια ξενάγηση. Προφανώς πρέπει υπάρξει συνεργασία παλαιογράφων, ιστορικών, φιλολόγων με το προσωπικό της Βιβλιοθήκης, αλλά κατά περίπτωση και με εκπαιδευτικούς των σχολείων. Ένα ενδεικτικό παράδειγμα θα ήταν η διδασκαλία των φυσικών επιστημών στη Σχολή Κοζάνης αλλά και του Νέου Ελληνισμού βάσει των χειρογράφων. Υπάρχει μεγάλη γκάμα θεμάτων και δεν θα επεκταθώ.
Πέρα όμως από την ιδέα, την προβολή της Ιστορίας βάσει των Αρχείων, τα ίδια τα αρχεία μπορούν να γίνουν αντικείμενο παρουσίασης: Πώς δηλαδή γράφονταν παλαιότερα τα χειρόγραφα βιβλία, πώς δένονταν, πώς ήταν το χαρτί με τα υδατόσημα, πώς συρράπτονταν τα τεύχη κ.λπ. Επίσης, πώς συντάσσονταν τα έγγραφα, η προσφώνηση, οι υπογραφές, το βουλοκέρι, αλλά και πώς αντιγράφονταν στο «Ίσον απαράλλακτον».
Το Κοινό, βέβαια, έχει πολλά πρόσωπα. Υπάρχει ο επισκέπτης-χρήστης της περιοχής, που θέλει να μάθει για τους Θησαυρούς της Βιβλιοθήκης του, ο ‘ξένος’ απλός επισκέπτης αλλά και ο υποψιασμένος, και τέλος βέβαια –και αυτό μας ενδιαφέρει περισσότερο– ο μαθητής-σπουδαστής. Σε κάθε περίπτωση, ο Πομπός πρέπει να γνωρίζει τον κώδικα επικοινωνίας, το μορφωτικό επίπεδο και το ενδιαφέρον του Δέκτη, αλλά βέβαια και το υλικό της Βιβλιοθήκης, καθώς και πώς και σε ποιο πλαίσιο να το χρησιμοποιήσει.
Τρόποι εκπαιδευτικής χρήσης υπάρχουν πολλοί: Εκθέσεις, Δράσεις σχολείων, Ανοικτές Πύλες, Οργανωμένη ξενάγηση, Σεμινάρια κ.λπ. Σε κάθε περίπτωση, το ‘μείγμα’ ή το ‘αφήγημα‘ της παρουσίασης, όπως λέμε σήμερα, θα είναι διαφορετικό. Χρειάζεται γνώση και οργάνωση. Ήδη, μια πρώτη προσπάθεια, σε σχέση με όσα αναφέρθηκαν, θα γίνει στις αρχές του επόμενου χρόνου, με ένα πρώτο σεμινάριο παλαιογραφίας από τον υπογράφοντα για τους βιβλιοθηκονόμους της Βιβλιοθήκης καθώς και ένα για το ευρύτερο κοινό. Για περαιτέρω δράσεις θα πρέπει να περιμένουμε βέβαια και την ολοκλήρωση του Μουσείου.
Αντί επιλόγου: Όλα είναι εφικτά, αλλά υπάρχει πρόβλημα σε όλη τη χώρα ως προς την πρόσβαση των ερευνητών, παλαιογράφων, φιλολόγων, ιστορικών κλπ. στο αρχειακό υλικό των Βιβλιοθηκών. Δεν θα αναφέρω τραγελαφικές ιστορίες εμπειρίες προσωπικές και συναδέλφων. Το ζητούμενο είναι (και αυτό ισχύει για όλες τις Βιβλιοθήκες) όχι απλώς να υπάρχει ειδική μεταχείριση των ερευνητών, αλλά πρώτες οι Βιβλιοθήκες να επιδιώκουν τη συνεργασία σε συγκεκριμένα Προγράμματα με τους ερευνητές, για να τεκμηριώσουν επιστημονικά το υλικό τους. Αυτό έχει ξεκινήσει στην Κοζάνη, αν και μετά από χρόνια, και είμαστε ευτυχείς γι’ αυτό.
Τελευταία σημαντική λεπτομέρεια σε σχέση με την πρόσβαση είναι η ανάρτηση των Αρχείων στο Διαδίκτυο. Ήδη, μεγάλες ευρωπαϊκές και αμερικάνικες Βιβλιοθήκες έχουν αναρτήσει τα χειρόγραφα, τα αρχεία και τα έντυπά τους στο Διαδίκτυο. Για παράδειγμα η Bibliothèque Nationale ed France (Παρίσι) στον ιστότοπο Gallica, η Βατικανή Βιβλιοθήκη τα αναρτά σταδιακά, ενώ πολλά χειρόγραφα της μονής του Σινά, της British Library κ.λπ. υπάρχουν στο Διαδίκτυο. Στην Ελλάδα αντίθετα οδεύουμε προς τα όπισθεν: Όλα τα ψηφιακά αρχεία από τις Δημόσιες Βιβλιοθήκες που υπήρχαν στο Διαδίκτυο κατέβηκαν, λόγω αδυναμίας πληρωμής του Εξυπηρετητή (Server). Να αναφέρω βέβαια και τη Βιβλιοθήκη των ΓΑΚ Αθηνών, που λειτουργεί πολύ καλά. Όποιος μπει πρώτος στην ψηφιακή εποχή, αυτός θα έχει τα μεγαλύτερα οφέλη. Εμείς ως χώρα δυσκολευόμαστε ακόμη πολύ να μπούμε, ενώ πολλοί άλλοι είναι χρόνια μπροστά.
Κλείνοντας: Η Βιβλιοθήκη Κοζάνης έχει όντως Θησαυρούς, όχι οπωσδήποτε φανταχτερούς, αλλά διαμαντάκια και ψήγματα χρυσού ακατέργαστα. Η αίσθησή μου είναι ότι κατά τα επόμενα χρόνια η Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης, πέρα από το σύγχρονο κτήριο, θα έχει να επιδείξει σοβαρό έργο, ώστε να καταλάβει τη θέση που της αρμόζει ανάμεσα στις μεγάλες Βιβλιοθήκες της χώρας, επιστημονικά και επικοινωνιακά.
* Ανακοίνωση στην Ημερίδα «Οι Βιβλιοθήκες στο σήμερα: Δράσεις & Συνεργασίες», στο πλαίσιο των εγκαινίων του νέου κτηρίου της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Κοζάνης, 8.10.2018