Η πρόκληση της ενεργειακής μετάβασης του Δήμου Κοζάνης από ένα Δήμο με υψηλή εξάρτηση από την αλυσίδα αξίας του λιγνίτη σε ένα Δήμο που θα αποτελεί πρότυπο για τις τεχνολογίες καθαρής ενέργειας, δεν είναι μόνο περιβαλλοντική ή τεχνολογική: Είναι βαθιά αναπτυξιακή και αφορά την επανεκκίνηση της τοπικής οικονομίας σε νέα βάση.
Οι αρνητικές επιπτώσεις της απολιγνιτοποίησης πλήττουν ήδη τους οικονομικά ασθενέστερους, ενώ ο διαθέσιμος χρόνος μας είναι περιορισμένος και η ευκαιρία για μια τέτοια μετάβαση ίσως μοναδική.
Για να γίνει όμως το πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση ενός νέου παραγωγικού μοντέλου, απαιτείται η άρση των εμποδίων προκειμένου να απελευθερωθούν οι δημιουργικές δυνάμεις του τόπου. Η πανδημία λειτούργησε στο πλαίσιο αυτό ως επιταχυντής εξελίξεων, συμβάλλοντας σταδιακά στον ψηφιακό μετασχηματισμό της οικονομίας και της διοίκησης.
Από τα κρίσιμα ζητήματα που πρέπει να διευθετηθούν άμεσα είναι η προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας με τέτοιο τρόπο ώστε να ευνοεί τη στροφή του Δήμου Κοζάνης προς την κατεύθυνση της καθαρής ενέργειας. Όσο καθυστερεί η αναθεώρηση των χωροταξικών, περιβαλλοντικών και επενδυτικών κινήτρων, η όποια εφαρμογή αναπτυξιακών προγραμμάτων είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
Το πιο σημαντικό κομμάτι της διαδικασίας αυτής είναι η διασφάλιση της συμμετοχής της κοινωνίας. Δεν αρκεί η συνέργεια μόνο μεταξύ των ερευνητικών, εκπαιδευτικών- επιστημονικών ή αναπτυξιακών φορέων της περιοχής. Απαιτείται η διαμόρφωση ενός διαφορετικού τρόπου ενημέρωσης, συμμετοχής και στήριξης των επιχειρηματιών και των πολιτών στην υλοποίηση νέων έργων και δράσεων. Ενός τρόπου που θα τους καθιστά άμεσα κοινωνούς ενώ ταυτόχρονα και συλλογικά συνυπεύθυνους.
Για το λόγο αυτό, θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα ώστε η αυτοδιοίκηση να μην επιτελεί το ρόλο του διαιτητή μεταξύ του απρόσωπου κράτους και των υποψηφίων επενδυτών από τη μια μεριά και των τοπικών κοινωνιών από την άλλη. Η τοπική αυτοδιοίκηση πρέπει να καθοδηγεί, να συντονίζει και να είναι θεματοφύλακας των κανόνων.
Τη λύση σ’ αυτό δίνουν οι νέες πρακτικές που εφαρμόζονται με επιτυχία τα τελευταία χρόνια σε άλλες χώρες της Ε.Ε. και οι οποίες περιλαμβάνουν τις διαδικασίες αυτόκλητων καινοτόμων προτάσεων (unsolicited proposals) εκ μέρους ιδιωτών, τις συμπράξεις μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ), καθώς και την μεταβίβαση υπηρεσιών σε ιδιώτες.
Η πορεία προς μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία θα πρέπει πέρα από την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, να αναδείξει το Δήμο Κοζάνης σε πρωτοπόρο κέντρο για ΑΠΕ σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Το νέο παραγωγικό μοντέλο θα πρέπει να χαρακτηρίζεται από διασπαστικές καινοτομίες και να εστιάζει στον άνθρωπο.
Σ’ αυτή τη δομική αναδιάρθρωση που απαιτείται, η αξιοποίηση του εγχώριου ανθρωπίνου δυναμικού πρέπει να αποτελέσει την προτεραιότητα αλλά και τον πυλώνα της εφαρμογής της όλης αναπτυξιακής διαδικασίας. Στο πλαίσιο αυτό το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας πρέπει να αποτελέσει το βασικό εταίρο στην επανακατάρτιση του εργατικού δυναμικού.
Η Κοζάνη όμως πέρα από το ανθρώπινο δυναμικό που διαθέτει, διαθέτει και ένα τεράστιο συγκριτικό πλεονέκτημα που μπορεί να αναδειχθεί περισσότερο και να αποτελέσει το φάρο προσέλκυσης νέων επενδύσεων. Το πλεονέκτημα αυτό είναι το «Energy know-how»: Οι ενεργειακές υποδομές, τα δίκτυα, η τεχνογνωσία και οι φυσικοί πόροι αποτελούν το βασικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Προκειμένου να μετατραπεί ο Δήμος Κοζάνης από λιγνιτικό κέντρο σε κόμβο παραγωγής καθαρής ενέργειας, πρωτοπόρο σε θέματα ΑΠΕ, καινοτομίας και πράσινης επιχειρηματικότητας, πρέπει να γίνει ένας θεσμικός ανασχεδιασμός στη βάση της κλιματικής αλλαγής.