Ήταν ένα από εκείνα τα απογεύματα του Σεπτέμβρη, η ζέστη είχε μαλακώσει, όπως και η καρδιά μας, γιατί τελείωνε άλλος ένας κύκλος χημειοθεραπείας στον Άγιο Σάββα.
Καθόμουν στο διάδρομο που ενώνει τις κλινικές του 4ου ορόφου, εκεί στις δυο παλιές πολυθρόνες, που λες και έχει περάσει από πάνω τους όλη η στενοχώρια του κόσμου. Αν κοιτάξεις με προσοχή θα δεις πάνω στην φθαρμένη δερματίνη, αμέτρητα δάκρυα και στα χαλασμένα ελατήρια θα διακρίνεις το σχήμα της αγωνίας.
Άκουγα την φωνή του να ανεβαίνει , έβριζε και φώναζε, φώναζε και έβριζε, δημιουργώντας μια ηχώ κακιάς μέσα στο φρεάτιο του ανελκυστήρα. Έφτασε και χωρίς να σταματήσει να ξεστομίζει χαρακτηρισμούς, άνοιξε την πόρτα σπρώχνοντας με το στατώ της θεραπείας του,
Ήταν γύρω στα 70 ψηλός, για την ηλικία και για την ταλαιπωρία που περνούσε. Τα μαλλιά του είχαν πέσει και το δέρμα του είχε εκείνο το σκούρο χρώμα που αφήνει σαν σημάδι η χημειοθεραπεία.
Φορούσε μια καλοσιδερωμένη μπλούζα και μια αθλητική φόρμα, φαινόταν ξεκάθαρα πως κάποιος είχε φροντίσει να λάμπει, παρά την ταλαιπωρία του. Τα πόδια του πρησμένα όπως ήταν, έκαναν το βήμα του βαρύ σέρνοντας τις παντόφλες του.
Η φωνή του σκληρή και κάθε λέξη του, λες και έβγαινε ματωμένη από το λαιμό του με στόχο την γυναίκα που τον ακολουθούσε.
Εκείνη μια γυναίκα μικροκαμωμένη περασμένα 60, που όμως έβλεπες πως είχε ορθώσει το ανάστημα της, μπροστά στα λόγια του, αλλά και σε όλο αυτό που περνούσαν μαζί.
Είχε πιασμένα τα μαλλιά της με ένα περίτεχνο κότσο, τα ρούχα της προσεγμένα και στα αφτιά της δυο μικρά λευκά μαργαριτάρια υπενθύμιζαν, πως μια γυναίκα που είναι κοκέτα παραμένει για πάντα και σε όποια κατάσταση.
Αυτό όμως που μου έκανε την μεγαλύτερη εντύπωση, ήταν ένα περίεργο μειδίαμα στα χείλη της.
Όταν αργά το βράδυ την ξανά συνάντησα στο διάδρομο, πήρα το θάρρος να της μιλήσω και να της εκφράσω την συμπαράσταση μου, μιας και ένιωθα πως ήμασταν στην ίδια ομάδα.
-Πώς αντέχετε να σας μιλάει έτσι; της είπα
Χαμογέλασε με εκείνο το ίδιο χαμόγελο, που είχε βγαίνοντας από το ασανσέρ το απόγευμα.
-Έχω βρει κόλπο, μου είπε σχεδόν συνωμοτικά. Έχουμε σχεδόν ένα χρόνο τώρα που μπαινοβγαίνουμε εδώ, δεν ήταν έτσι στην αρχή, τώρα τελευταία φαίνεται κουράστηκε ή τα φάρμακα του βάζουν αυτές τις άσχημες λέξεις στο στόμα. Τους τελευταίους μήνες δεν είναι ο εαυτός του και μου φέρεται άσχημα .
Στην αρχή με πλήγωνε, με πονούσε κάθε λέξη του, έκλαιγα προσπαθούσα να του μιλήσω, δεν βρήκα όμως τρόπο να καταλαγιάσω το θυμό του.
Αποφάσισα λοιπόν να μην του απαντώ, αλλά χρειαζόμουν κάτι για μένα, κάτι για να μπορώ να τοποθετώ ανώδυνα μέσα μου όλες αυτές τις ασχήμιες που μου έλεγε.
Όταν λοιπόν μου μιλάει άσχημα του χαμογελώ και σκέφτομαι :
Σε συγχωρώ αγάπη μου, δεν μιλάς εσύ, ο καρκίνος σου μιλάει!
Και έτσι μπορώ να αντέξω κάθε άσχημη συμπεριφορά του.
Εσύ είσαι μικρή, δεν ξέρεις πόσο λυτρωτική είναι η συγχώρεση κυρίως για εκείνον που συγχωρεί, μου είπε και έφυγε!
Δεν προλάβαμε να ανταλλάξουμε συστάσεις, δεν ξέρω ποιο είναι το όνομα της και αν κατάφεραν να κερδίσουν το θηρίο και να μείνουν μαζί … εκείνο όμως το :
«Σε συγχωρώ, δεν μιλάς εσύ ο καρκίνος σου μιλάει»…
ήταν μεγάλο εφόδιο για την συνέχεια.