-Έ ρε γέλιο που έκανα χθες βράδυ με την ελληνική ταινία.
-Ποιαν έβλεπες, Χάμπο;
-Εβλεπα, Γιάννε, την κωμωδία του μεγάλου, του Αλέκου του Σακελαρίου, “Ο Ηλίας του 16ου”. Ξέρεις, αυτή με το Χατζηχρήστο, τον Βέγγο, τον Ξενίδη κι άλλους σπουδαίους ηθοποιους.
-Σπουδαίοι ηθοποιοί, Χάμπο, όμως και σπουδαίο σενάριο, σπουδαία σκηνοθεσία. Ένας ήταν ο Σακελλάριος. Σπουδαίος. Έκανε εκατομμύρια κόσμο να γελάει και τότε και σήμερα και για πάντα!
-Ναι, Γιάννε, να γελάει ο κόσμος. Το χρειάζονταν και το χρειάζεται.
-Και θα το χρειάζεται, Χάμπο. Πάντα το γέλιο θα είναι λυτρωτικό!
-Ποιος θα πει τ’ αντίθετο, Γιάννε; Δεν υπάρχει περίπτωση.
-Κι όμως, Χάμπο! Η διανόηση της εποχής, του ’60 πάνω κάτω, δεν εκτιμούσε ιδιαίτερα το Σακελλάριο. Θαρρείς και δεν ηταν γι’ αυτήν πρέπον να βγάζει τόσο αβίαστο γέλιο…Σάμπως και να έλεγαν :”Μα αν είν’ να βγάζουμε γέλιο με τις ταινίες, σιγά το πράμα”!
-Έεε, τι να πως, Γιάννε. Αυτά ειν χαζά πράματα.
-Μα ο Σακελλάριος, Χάμπο, έλεγε ότι οι καλύτερες ταινίες του ήταν και οι πιο εμπορικές. Κι αυτό γιατί, έλεγε: “Ο κινηματογράφος είναι μια τέχνη για τον πολύ κόσμο και όχι για λίγους και απευθύνεται σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Πρέπει να τα περιέχει όλα και να είναι εύληπτος.
-Εγώ ξέρω πως ο κόσμος και ο κοσμάκης τον αγάπησε, τον θαυμάζει και θα παρακολουθεί τα έργα του εις τους αιώνας ων αιώνων!
-Συμφωνώ, Χάμπο. Ο κόσμος έχει αλάθητο αισθητήριο. Δε πέφτει στις παγίδες και τις διαστρεβλώσεις της… ψευτοδιανόησης. Εδώ που τα λέμε είναι σα συγκαμένη!
-Εγώ ξέρω πως χθες το βράδυ γέλασα του καλού καιρού. Κι εγώ και η Θάλη. Τέτοιο γέλιο…σε καλό να μας βγει.
-Τα βλέπει και η γυναίκα σου, Χάμπο;
-Μόνο. Απ’ έξω τις έχει μάθει τις ατάκες. Ας πούμε, στο σημείο που είναι μεσ’ το αστυνομικό τμήμα, εκεί που ο Χατζηχρήστος ταράζει στα ζίλια και στα γιουστράπια τον Βέγγο…
-Ώπα, Χάμπο. Τι είν’ τα ζίλια και τι είν’ τα γιουστράπια;
-Ζίλι είν’ το απευθείας χαστούκι και γιουστράπι είν’ το ξανάστροφο…πως το λεν…το ανάποδο χαστούκι, για.
-Μπράβο! Έμαθα κάτι σήμερα! Και λοιπόν;
-Λοιπόν, η Θάλη έλεγε πρώτη τις ατάκες: “Πείνανε και τα παιδάκια σου; Πες βρε, δεν πεινάνε και τα παιδάκια σου”; Ξέρεις, την ατάκα που έλεγε ο Χατζηχρήστος στο Βέγγο.
-Μα όλοι το κάνουμε από μέσα μας, Χάμπο! Όλοι τα λέμε λέξη – λέξη, άλλοι απ’ έξω μας κι άλλοι από μέσα μας.
-Και γελάμε, Γιάννε! Το κύριο είν’ που γελάμε!
-Γελάμε, Χάμπο. Μη κοιτάς τους διανοούμενους. Γι’ αυτούς δεν είναι πρέπον να γελάνε και τόσο! Πρέπει να έχουν έτσι μιαν έκφραση, σκεφτική, συλλογισμένη. Σχεδόν τυραννισμένη. Να βασανίζουν το μυαλό με ασκήσεις εγκεφαλικές. Το γέλιο…Σιγά το πράμα. Το γέλιο είν’ κατωτέρου επιπέδου!
-Το γέλιο είν’ για μας, Γιάννε. Βάλσαμο για τον κοσμάκη. Παναΐα, ευτυχώς που δεν είμαι διανοούμενος!